Σκληρή λιτότητα και για μετά το 2020, είτε μετάσχει τελικά το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είτε όχι, περιγράφει η έκθεση για την Ελλάδα την οποία συζητά σήμερα το Ταμείο.
Με την έκθεση αυτή, το ΔΝΤ πετάει το μπαλάκι στους Ευρωπαίους, για να λύσουν εκείνοι τις επόμενες μέρες (με πρώτο «σταθμό» το Euroworking Group της Πέμπτης 9 Φεβρουαρίου) τον «γόρδιο δεσμό» για το ελληνικό ζήτημα.
Η θέση που παίρνει ΔΝΤ στη φάση αυτή, με βάση την έκθεση, είναι ξεκάθαρη:
- Το ελληνικό χρέος είναι «εξαιρετικά μη βιώσιμο». Άρα δεν μπορεί να μετάσχει δανειοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα παρά μόνον υπό όρους: μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους από τους Ευρωπαίους δανειστές ή/και πρόσθετα μέτρα λιτότητας από την χώρα μας.
- Η Ελλάδα δεν χρειάζεται πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, αλλά «μεταρρυθμίσεις»: ανατροπές σε συντάξεις, δημόσιο, φορολογία.
- Οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% από το 2018 και μετά, όπως προβλέπει το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα, «δεν υπάρχουν». Προβλέπει 1%-1,5% μεσο-μακροπρόθεσμα το πολύ.
- Τονίζει πως η ελάφρυνση χρέους που πρόσφερα οι Ευρωπαίοι δεν αρκεί και ζητά μεγαλύτερη. Το «τερματίζει» όμως ζητώντας επέκταση των αποπληρωμών ακόμα και έως το 2070.
- Αν η Ελλάδα τελικώς αναλάβει δέσμευση για υψηλά πλεονάσματα μεσοπρόθεσμα (πάνω από 1,5% του ΑΕΠ) τότε θα απαιτούνταν «σκληρές αποφάσεις» (credible reforms) που θα έκλειναν την «τρύπα», επειδή δεν θα καταστεί εφικτή η ανάκαμψη.
Σε πρώτη φάση η κυβέρνηση αναμένεται να επιχειρήσει να αξιοποιήσει επικοινωνιακά τις διαπιστώσεις αυτές, για να υποστηρίξει πως δικαιώνονται οι θέσεις της έναντι των «ακραίων των δανειστών». Αυτό προσωρινά τουλάχιστον, μέχρι να φανεί ως την Πέμπτη αν αυτοί θα «μεταφράσουν» την έκθεση του ΔΝΤ σε πιέσεις για περισσότερα μέτρα λιτότητας που θα απαιτηθούν από την Ελλάδα –εφόσον παραμείνουν στη «γραμμή» πως δεν συζητάνε ελάφρυνση χρέους πριν τα μέσα του 2018. Σε κάθε περίπτωση όμως, μέτρα θα απαιτηθούν και μάλιστα προληπτικά και για μετά το τέλος του μνημονίου το 2018 –ίσως και με νέο Μνημόνιο.
Με τα δεδομένα που ανακύπτουν από την έκθεση, οι λύσεις που διαφαίνονται πλέον, θεωρητικά τουλάχιστον, είναι τρεις για την χώρα μας:
- Κλείνει μέσα στον Φεβρουάριο η συμφωνία όπως την θέλουν οι Ευρωπαίοι δανειστές και η Αθήνα νομοθετεί προληπτικά μέτρα λιτότητας έως και 4,5 δισ. για μετά το 2018 που τυπικά λήγει το 3ο Μνημόνιο, χωρίς να πάρει κάτι σε ελάφρυνση χρέους.
- Η Αθήνα αντιστέκεται στις πιέσεις για νέα μέτρα και παρατείνει την διαπραγμάτευση μέχρι το καλοκαίρι, αλλά καθυστερεί έτσι να επιστρέψει στις αγορές και στην Ανάπτυξη, άρα το 3ο Μνημόνιο δεν προλαβαίνει να ολοκληρωθεί ως τον Μάιο του 2018 και απαιτείται και 4ο Μνημόνιο, που θα γραφτεί ίσως χωρίς την συμμετοχή του ΔΝΤ αλλά ...«δια χειρός Σόιμπλε».
- Οι Ευρωπαίοι δανειστές αποδέχονται τους όρους του ΔΝΤ και κλείνουν συμφωνία για να μετάσχει το Ταμείο χωρίς να ζητήσουν προληπτικά μέτρα λιτότητας από τη χώρα μας, ή μετριάζοντάς τα προσφέροντας «χέρι με χέρι» επιπλέον μέτρα ελάφρυνσης και αποδεχόμενοι χαμηλότερους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα (1,5% αντί 3,5%) για μετά το 2018. Έτσι η Ελλάδα μπαίνει τον Μάρτιο στο QE και τον Απρίλιο «βγαίνει» στις αγορές ομολόγων με νέα έκδοση, έχοντας ένα δωδεκάμηνο μπροστά της για να σταθεί μόνη της στα πόδια της.
Ωστόσο ακόμα και το πιο αισιόδοξο σενάριο δεν είναι «ρόδινο». Το ΔΝΤ προεξοφλεί ότι οι επιδόσεις της χώρας μας, ακόμα και υπό ιδανικές συνθήκες, θα είναι πολύ χαμηλότερες από αυτές που προβλέπει το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα. Καταγράφει τις μεγάλες μεταξύ τους αποκλίσεις και προβλέπει πολύ υψηλή ανεργία για δεκαετίες. Επιπλέον υπολογίζει σε 10 δισ. τις ανάγκες νέας ανακεφαλαιοποίησης (με λεφτά από τα δάνεια του ESM) και σε 6% το κόστος της πρώτης εξόδου της χώρας στις αγορές για δανεικά (έναντι 4,5% περίπου πριν 3 χρόνια).
Πάντως το ΔΝΤ δεν κλείνει την πόρτα για να μετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα, μέχρι να δει τις επιλογές των Ευρωπαίων τουλάχιστον. Εντοπίζει όμως τις πιθανότητες πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, ενώ φαίνεται αμετανόητο στα θέματα των συντάξεων.
Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι μέχρι σήμερα μειώσεις των συντάξεων υπολογίζονται στο 1% του ΑΕΠ ενώ τονίζεται ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα 11% και εμμέσως προτείνει νέο «κούρεμα» των συντάξεων.
Ταυτόχρονα τάσσεται υπέρ της μείωσης των φόρων με παράλληλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, δηλαδή μείωση του αφορολόγητου ορίου.
Σύμφωνα με το Ταμείο, η δημοσιονομική πολιτική που στηρίζεται σε υψηλούς φόρους, σε περιορισμένη φορολογική βάση και σε περιορισμό δαπανών που είναι συγκυριακός και επιλεκτικός και η οποία η δημοσιονομική πολιτική δεν στηρίζεται σε μεταρρυθμίσεις, δεν μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη.
Επιπλέον πρόκειται για πολιτική αντιαναπτυξιακή και γι' αυτό το λόγο θέτει θέματα αξιοπιστίας στην εφαρμογή της.
Ταυτόχρονα θεωρεί ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα δεν είναι επαρκείς για να μειώσουν τα χρέη προς τις τράπεζες και τα χρέη των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές του δημοσίου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πιέσεις στην ανάπτυξη και στην ανταγωνιστικότητα.
Η έκθεση του ΤαμείουΤα βασικά σημεία της έκθεσης του ΔΝΤ για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας που αναμένεται να συζητηθεί σήμερα στο εκτελεστικό συμβούλιο του Ταμείου, παρουσιάζει αποκλειστικά το www.protothema.gr.
Οι βασικές παραδοχές της έκθεσης του Ταμείου είναι ότι το ελληνικό χρέος παραμένει «εξαιρετικά μη βιώσιμο» και προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα για την μείωσή του, όπως η σταθεροποίηση των επιτοκίων σε επίπεδο μέχρι 1,5% για 30 χρόνια με παράλληλη επέκταση της ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων μέχρι το 2070.
Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι μέχρι σήμερα μειώσεις των συντάξεων υπολογίζονται στο 1% του ΑΕΠ ενώ τονίζεται ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα 11% και εμμέσως προτείνει νέο κούρεμα των συντάξεων.
Η ομάδα της κυρίας Βελκουλέσκου εκτιμά ότι θα χρειαστεί «μαξιλαράκι» 10 δισεκατομμυρίων για πιθανή νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ευθέως εκφράζει την άποψη ότι η προσπάθεια των Ευρωπαίων να επιβάλλουν στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για μια 10ετία, δεν μπορεί να βγει στην πράξη και τάσσεται υπέρ της μείωσης των φόρων με παράλληλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, δηλαδή μείωση του αφορολόγητου ορίου.
Μείγμα υπερφορολόγησης με φόρους σε περιορισμένη κλίμακα
Σύμφωνα με το Ταμείο, η δημοσιονομική πολιτική που στηρίζεται σε υψηλούς φόρους, σε περιορισμένη φορολογική βάση και σε περιορισμό δαπανών που είναι συγκυριακός και επιλεκτικός κι η οποία (σσ η δημοσιονομική πολιτική) δεν στηρίζεται σε μεταρρυθμίσεις δεν μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη.
Επιπλέον πρόκειται για πολιτική αντιαναπτυξιακή και γι' αυτό το λόγο θέτει θέματα αξιοπιστίας.
Ταυτόχρονα, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα δεν είναι επαρκείς για να μειώσουν τα χρέη προς τις τράπεζες και τα χρέη των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές του δημοσίου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πιέσεις στην ανάπτυξη και στην ανταγωνιστικότητα.
Συστάσεις
Η κύρια σύσταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι ότι θα πρέπει να υιοθετηθούν πολιτικές ουδέτερες δημοσιονομικά που θα οδηγούν σε μείωση φόρων και διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ο εξορθολογισμός της δαπάνης για συντάξεις και αντιθέτως η εστίαση σε δαπάνες που απευθύνονται στις πλέον ευάλωτες ομάδες βελτιώνοντας ταυτόχρονα τις συνθήκες για επενδύσεις και ανάπτυξη.
Εις ό,τι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL's) επισημαίνεται ότι δεν έχουν υιοθετηθεί πλήρως οι κατευθύνσεις για μείωση των λεγόμενων κόκκινων δανείων, με αποτέλεσμα αυτό να οδηγήσει σε περιορισμό της πιστωτικής επέκτασης στον υγιή ιδιωτικό τομέα και σε εξασθένηση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών.
Προκλήσεις
Πρόκληση 1 - ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ: Η πρώτη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ που αναμένεται να παρουσιαστεί επισήμως αύριο, είναι ότι: Το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής εναι μη βιώσιμο διότι βασίζεται σε συντάξεις που δεν μπορούμε να αντέξουμε κι αυτό διότι στηρίζονται σε υψηλή φορολογία μιας περιορισμένης φορολογικής βάσης.
Σύμφωνα με το Ταμείο, περισσότερα από τα μισά μέτρα που νομοθετήθηκαν τα τελευταία έξι χρόνια αφορούντις δαπάνες. Αλλά από τα μέτρα που νομοθετήθηκαν μόνο το 1/4 αφορούσαν μειώσεις μισθών εργαζομένων στο δημόσιο τομέα και στις συντάξεις. Κατά το ΔΝΤ,η μείωση των μισθών του δημοσίου και των συντάξεω ήταν περιορισμένη σε σχέση με άλλες δημοσιονομικές προσαρμογές.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση που συνέταξε η ομάδα της Ντέλια Βελκουλέσκου «οι μειώσεις στις συντάξεις ήταν 1% του ΑΕΠ όταν το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα περίπου 11% του ΑΕΠ».
Εδώ φαίνεται η προτίμηση του ΔΝΤ για περαιτέρω μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Πρόκληση 2 - ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ: Η φορολογική διίκηση είναι αναποτελεσματική, τα φορολογικά χρέη είναι διαρκώς αυξανόμενα ενώ η φορολογική συμπεριφορά των πολιτών θεωρείται προβληματική.
Επισημαίνεται ότι περίπου το 50% του πληθυσμού είναι σε καθυστέρηση εις ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις του έναντι του δημοσίου.
Συνολικά, τα χρέη των ιδιωτών προς το δημόσιο φτάνουν το 70% του ΑΕΠ της Ελλάδας!
Πρόκληση 3 - ΤΡΑΠΕΖΕΣ: Αδύναμοι ισολογισμοί τραπεζών και προβλήματα στη διοίκησή τους. Υπογραμμίζεται ότι η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο επίπεδοκόκκινων δανείων στην Ευρώπη και τονίζεται ότι παρά τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, η ποιότητα των κεφαλαίων είναι χαμηλή και γι' αυτό συνεχίζουν να τίθενται ερωτήματα για τη βιωσιμότητα του τραπεζικού συστήματος.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι τράπεζες θα χρειαστούνπερίπου 10 δισ.ευρώ (περίπου το 5,5% του ΑΕΠ της χώρας το έτος 2016) για πιθανή πρόσθετη ανακεφαλαιοποίηση από το 2018. Κι αυτό, όπως γράφει η ομάδα Βελκουλέσκου, παρά το γεγονός ότι πό το 2010 έχουν διατεθεί άλλα 43 δισ.ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Στο πεδίο της έκθεσης που αφορά τον τραπεζικό τομέα σημειώνεται ότι η αλλοπρόσαλλη πολιτική της περιόδου 2015-2016 έχει οδηγήσει αφενός στη μείωση της συμμετοχής του δημοσίου στις τράπεζες στο 20%, από ποσοστό 60% που κατείχε το δημόσιο στις τράπεζες πριν την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση. Ως αποτέλεσμα, γράφει η έκθεση του ΔΝΤ, δεν θα πρέπει να αναμένονται σημαντικά έσοδα για το κράτος από την ιδιωτικοποίηση των τραπεζών.
Πρόκληση 4 - ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ: Ευρύτατες διαρθρωτικές δυσλειτουργίες που αποτρέπουν την χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Παρατηρούνται προβλήματα στις αγορές προϊόντων, όπως στον τομέα της ενέργειας που θεωρείται παραδοσιακά η αχίλλειος πτέρνα της ελληνικής οικονομίας.
Πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,7% το 2017
Η ανάκαμψη θεωρείται ασθενής και με κινδύνους. Η πρόβλεψη του ΔΝΤ είναι ότι η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στο 0,4% το 2016 και θα φτάσει το 2,7% για το 2017, αλλά με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Σύμφωνα με το Ταμείο, η ανάπτυξη για το 2017 θα είναι 2,7% εφόσον: Η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί εγκαίρως, το πρόγραμμα θα εφαρμοστεί πλήρως, η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και θα αρθούν τα capital controls.
Παρ'όλα αυτά, μεσοπρόθεσμα το ΔΝΤ θεωρεί ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα κυμαίνεται γύρω στο 1%.
Ενώ μέχρι το 2020 προβλέπονται ρυθμοί ανάπτυξης άνω του 2%, σε μακροπρόθεσμη βάση το Ταμείο προβλέπει ότι η επέκταση του ΑΕΠ της Ελλάδας δεν θα ξεπερνά το 1%.
Σύμφωνα με την έκθεση, το αναπτυξιακό μοντέλο της Ελλάδας θα πρέπει να προσανατολιστεί περισσότερο στις εξαγωγές, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι θα προσανατολιστούν στην ανάπτυξη εμπορεύσιμων κλάδων της ελληνικής οικονομίας (σσ, είτε εξαγωγές προϊόντω, είτε υπηρεσίες και προϊόντα σχετιζόμενα με τον τουρισμό).
Πρωτογενή πλεονάσματα
Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 1% του ΑΕΠ το 2016 και θα φτάσει το 1,5% του ΑΕΠ το 2018.
Στην έκθεση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το Ταμείο αξιολογεί και τοποθετείται επί των απόψεων των Ευρωπαίων για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Όπως σημειώνεται, βασική υπόθεση των Ευρωπαίων είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διατηρηθεί στο 3,5% για μια δεκαετία, μειούμενο σε ποσοστό3,2% το2030 και σταδιακά στο 1,5% το 2040.
Αυτά είναι πρωτοφανή πρωτογενή πλεονάσματα στην παγκόσμια δημοσιονομική πρακτική και προφανώς το Ταμείο τα θεωρεί μη βιώσιμα. Μάλιστα, στην έκθεση αναφέρεται ότι ακόμη και η εκτίμηση του ΔΝΤ για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 1% για πολλές δεκαετίες είαι αισιόδοξες με βάση τιςμετρήσεις.
Το ΔΝΤ θεωρεί ότι θα πρέπει να μειωθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας πριν βγει στις αγορές και συμπληρώνει ότι οι χρηματοδοτικές αυτές ανάγκες θα πρέπει να παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα και σίγουρα σε ποσοστό 15-20% του ΑΕΠ.
Τι προτείνει η έκθεση του ΔΝΤ για τη μείωση του χρέους
Η προβολή του χρέους θα πρέπει να τεθεί σε μια σταθερή καθοδική πορεία.
Με άλλα λόγια οι λύσεις που παρέχουν μόνο συγκυριακές ελαφρύνσεις αλλά δεν οδηγούν σε σταθερά μειούμενη πορεία του χρέους δεν οδηγούν σε βιώσιμα αποτελέσματα.
Το Ταμείο προτείνει για το χρέος: - Να παραταθεί η περίοδος χάριτος μέχρι το 2040
- Να αποφασιστεί επέκταση της ωρίμανσης μέχρι το 2070
- Να γίνει μεταφορά των πληρωμών τόκων που πρέπει να γίνουν μέχρι το 2040,οι οποίοι προτείνεται να κεφαλαιοποιηθούν και η αποπληρωμή τους να επιμηκυνθεί μέχρι το 2070
- Να σταθεροποιηθούν τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα για 30 χρόνια και να μην ξεπερνούν το 1,5%.
Οι δύο βασικοί κίνδυνοι για την Ελλάδα
Σύμφωνα με την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, οι βασικοί κίνδυνοι που δύναται να υποσκάψουν το πρόγραμμα και την ανάκαμψη της χώρας είναι δύο:
1. Η μεταρρυθμιστική κόπωση και
2. Η αναιμική ανάκαμψη της εσωτερικής ζήτησης λόγω των υπερβολικών φόρων και της υπερφορολόγησης.
Πηγή: protothema.gr
Η θέση που παίρνει ΔΝΤ στη φάση αυτή, με βάση την έκθεση, είναι ξεκάθαρη:
- Το ελληνικό χρέος είναι «εξαιρετικά μη βιώσιμο». Άρα δεν μπορεί να μετάσχει δανειοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα παρά μόνον υπό όρους: μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους από τους Ευρωπαίους δανειστές ή/και πρόσθετα μέτρα λιτότητας από την χώρα μας.
- Η Ελλάδα δεν χρειάζεται πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, αλλά «μεταρρυθμίσεις»: ανατροπές σε συντάξεις, δημόσιο, φορολογία.
- Οι στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% από το 2018 και μετά, όπως προβλέπει το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα, «δεν υπάρχουν». Προβλέπει 1%-1,5% μεσο-μακροπρόθεσμα το πολύ.
- Τονίζει πως η ελάφρυνση χρέους που πρόσφερα οι Ευρωπαίοι δεν αρκεί και ζητά μεγαλύτερη. Το «τερματίζει» όμως ζητώντας επέκταση των αποπληρωμών ακόμα και έως το 2070.
- Αν η Ελλάδα τελικώς αναλάβει δέσμευση για υψηλά πλεονάσματα μεσοπρόθεσμα (πάνω από 1,5% του ΑΕΠ) τότε θα απαιτούνταν «σκληρές αποφάσεις» (credible reforms) που θα έκλειναν την «τρύπα», επειδή δεν θα καταστεί εφικτή η ανάκαμψη.
Σε πρώτη φάση η κυβέρνηση αναμένεται να επιχειρήσει να αξιοποιήσει επικοινωνιακά τις διαπιστώσεις αυτές, για να υποστηρίξει πως δικαιώνονται οι θέσεις της έναντι των «ακραίων των δανειστών». Αυτό προσωρινά τουλάχιστον, μέχρι να φανεί ως την Πέμπτη αν αυτοί θα «μεταφράσουν» την έκθεση του ΔΝΤ σε πιέσεις για περισσότερα μέτρα λιτότητας που θα απαιτηθούν από την Ελλάδα –εφόσον παραμείνουν στη «γραμμή» πως δεν συζητάνε ελάφρυνση χρέους πριν τα μέσα του 2018. Σε κάθε περίπτωση όμως, μέτρα θα απαιτηθούν και μάλιστα προληπτικά και για μετά το τέλος του μνημονίου το 2018 –ίσως και με νέο Μνημόνιο.
Με τα δεδομένα που ανακύπτουν από την έκθεση, οι λύσεις που διαφαίνονται πλέον, θεωρητικά τουλάχιστον, είναι τρεις για την χώρα μας:
- Κλείνει μέσα στον Φεβρουάριο η συμφωνία όπως την θέλουν οι Ευρωπαίοι δανειστές και η Αθήνα νομοθετεί προληπτικά μέτρα λιτότητας έως και 4,5 δισ. για μετά το 2018 που τυπικά λήγει το 3ο Μνημόνιο, χωρίς να πάρει κάτι σε ελάφρυνση χρέους.
- Η Αθήνα αντιστέκεται στις πιέσεις για νέα μέτρα και παρατείνει την διαπραγμάτευση μέχρι το καλοκαίρι, αλλά καθυστερεί έτσι να επιστρέψει στις αγορές και στην Ανάπτυξη, άρα το 3ο Μνημόνιο δεν προλαβαίνει να ολοκληρωθεί ως τον Μάιο του 2018 και απαιτείται και 4ο Μνημόνιο, που θα γραφτεί ίσως χωρίς την συμμετοχή του ΔΝΤ αλλά ...«δια χειρός Σόιμπλε».
- Οι Ευρωπαίοι δανειστές αποδέχονται τους όρους του ΔΝΤ και κλείνουν συμφωνία για να μετάσχει το Ταμείο χωρίς να ζητήσουν προληπτικά μέτρα λιτότητας από τη χώρα μας, ή μετριάζοντάς τα προσφέροντας «χέρι με χέρι» επιπλέον μέτρα ελάφρυνσης και αποδεχόμενοι χαμηλότερους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα (1,5% αντί 3,5%) για μετά το 2018. Έτσι η Ελλάδα μπαίνει τον Μάρτιο στο QE και τον Απρίλιο «βγαίνει» στις αγορές ομολόγων με νέα έκδοση, έχοντας ένα δωδεκάμηνο μπροστά της για να σταθεί μόνη της στα πόδια της.
Ωστόσο ακόμα και το πιο αισιόδοξο σενάριο δεν είναι «ρόδινο». Το ΔΝΤ προεξοφλεί ότι οι επιδόσεις της χώρας μας, ακόμα και υπό ιδανικές συνθήκες, θα είναι πολύ χαμηλότερες από αυτές που προβλέπει το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα. Καταγράφει τις μεγάλες μεταξύ τους αποκλίσεις και προβλέπει πολύ υψηλή ανεργία για δεκαετίες. Επιπλέον υπολογίζει σε 10 δισ. τις ανάγκες νέας ανακεφαλαιοποίησης (με λεφτά από τα δάνεια του ESM) και σε 6% το κόστος της πρώτης εξόδου της χώρας στις αγορές για δανεικά (έναντι 4,5% περίπου πριν 3 χρόνια).
Πάντως το ΔΝΤ δεν κλείνει την πόρτα για να μετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα, μέχρι να δει τις επιλογές των Ευρωπαίων τουλάχιστον. Εντοπίζει όμως τις πιθανότητες πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, ενώ φαίνεται αμετανόητο στα θέματα των συντάξεων.
Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι μέχρι σήμερα μειώσεις των συντάξεων υπολογίζονται στο 1% του ΑΕΠ ενώ τονίζεται ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα 11% και εμμέσως προτείνει νέο «κούρεμα» των συντάξεων.
Ταυτόχρονα τάσσεται υπέρ της μείωσης των φόρων με παράλληλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, δηλαδή μείωση του αφορολόγητου ορίου.
Σύμφωνα με το Ταμείο, η δημοσιονομική πολιτική που στηρίζεται σε υψηλούς φόρους, σε περιορισμένη φορολογική βάση και σε περιορισμό δαπανών που είναι συγκυριακός και επιλεκτικός και η οποία η δημοσιονομική πολιτική δεν στηρίζεται σε μεταρρυθμίσεις, δεν μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη.
Επιπλέον πρόκειται για πολιτική αντιαναπτυξιακή και γι' αυτό το λόγο θέτει θέματα αξιοπιστίας στην εφαρμογή της.
Ταυτόχρονα θεωρεί ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα δεν είναι επαρκείς για να μειώσουν τα χρέη προς τις τράπεζες και τα χρέη των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές του δημοσίου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πιέσεις στην ανάπτυξη και στην ανταγωνιστικότητα.
Η έκθεση του ΤαμείουΤα βασικά σημεία της έκθεσης του ΔΝΤ για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας που αναμένεται να συζητηθεί σήμερα στο εκτελεστικό συμβούλιο του Ταμείου, παρουσιάζει αποκλειστικά το www.protothema.gr.
Οι βασικές παραδοχές της έκθεσης του Ταμείου είναι ότι το ελληνικό χρέος παραμένει «εξαιρετικά μη βιώσιμο» και προτείνονται συγκεκριμένα μέτρα για την μείωσή του, όπως η σταθεροποίηση των επιτοκίων σε επίπεδο μέχρι 1,5% για 30 χρόνια με παράλληλη επέκταση της ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων μέχρι το 2070.
Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι οι μέχρι σήμερα μειώσεις των συντάξεων υπολογίζονται στο 1% του ΑΕΠ ενώ τονίζεται ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα 11% και εμμέσως προτείνει νέο κούρεμα των συντάξεων.
Η ομάδα της κυρίας Βελκουλέσκου εκτιμά ότι θα χρειαστεί «μαξιλαράκι» 10 δισεκατομμυρίων για πιθανή νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ευθέως εκφράζει την άποψη ότι η προσπάθεια των Ευρωπαίων να επιβάλλουν στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% για μια 10ετία, δεν μπορεί να βγει στην πράξη και τάσσεται υπέρ της μείωσης των φόρων με παράλληλη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, δηλαδή μείωση του αφορολόγητου ορίου.
Μείγμα υπερφορολόγησης με φόρους σε περιορισμένη κλίμακα
Σύμφωνα με το Ταμείο, η δημοσιονομική πολιτική που στηρίζεται σε υψηλούς φόρους, σε περιορισμένη φορολογική βάση και σε περιορισμό δαπανών που είναι συγκυριακός και επιλεκτικός κι η οποία (σσ η δημοσιονομική πολιτική) δεν στηρίζεται σε μεταρρυθμίσεις δεν μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη.
Επιπλέον πρόκειται για πολιτική αντιαναπτυξιακή και γι' αυτό το λόγο θέτει θέματα αξιοπιστίας.
Ταυτόχρονα, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι μεταρρυθμίσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα δεν είναι επαρκείς για να μειώσουν τα χρέη προς τις τράπεζες και τα χρέη των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές του δημοσίου, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πιέσεις στην ανάπτυξη και στην ανταγωνιστικότητα.
Συστάσεις
Η κύρια σύσταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι ότι θα πρέπει να υιοθετηθούν πολιτικές ουδέτερες δημοσιονομικά που θα οδηγούν σε μείωση φόρων και διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ο εξορθολογισμός της δαπάνης για συντάξεις και αντιθέτως η εστίαση σε δαπάνες που απευθύνονται στις πλέον ευάλωτες ομάδες βελτιώνοντας ταυτόχρονα τις συνθήκες για επενδύσεις και ανάπτυξη.
Εις ό,τι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL's) επισημαίνεται ότι δεν έχουν υιοθετηθεί πλήρως οι κατευθύνσεις για μείωση των λεγόμενων κόκκινων δανείων, με αποτέλεσμα αυτό να οδηγήσει σε περιορισμό της πιστωτικής επέκτασης στον υγιή ιδιωτικό τομέα και σε εξασθένηση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών.
Προκλήσεις
Πρόκληση 1 - ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ: Η πρώτη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ που αναμένεται να παρουσιαστεί επισήμως αύριο, είναι ότι: Το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής εναι μη βιώσιμο διότι βασίζεται σε συντάξεις που δεν μπορούμε να αντέξουμε κι αυτό διότι στηρίζονται σε υψηλή φορολογία μιας περιορισμένης φορολογικής βάσης.
Σύμφωνα με το Ταμείο, περισσότερα από τα μισά μέτρα που νομοθετήθηκαν τα τελευταία έξι χρόνια αφορούντις δαπάνες. Αλλά από τα μέτρα που νομοθετήθηκαν μόνο το 1/4 αφορούσαν μειώσεις μισθών εργαζομένων στο δημόσιο τομέα και στις συντάξεις. Κατά το ΔΝΤ,η μείωση των μισθών του δημοσίου και των συντάξεω ήταν περιορισμένη σε σχέση με άλλες δημοσιονομικές προσαρμογές.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην έκθεση που συνέταξε η ομάδα της Ντέλια Βελκουλέσκου «οι μειώσεις στις συντάξεις ήταν 1% του ΑΕΠ όταν το συνταξιοδοτικό σύστημα έχει έλλειμμα περίπου 11% του ΑΕΠ».
Εδώ φαίνεται η προτίμηση του ΔΝΤ για περαιτέρω μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος.
Πρόκληση 2 - ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ: Η φορολογική διίκηση είναι αναποτελεσματική, τα φορολογικά χρέη είναι διαρκώς αυξανόμενα ενώ η φορολογική συμπεριφορά των πολιτών θεωρείται προβληματική.
Επισημαίνεται ότι περίπου το 50% του πληθυσμού είναι σε καθυστέρηση εις ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις του έναντι του δημοσίου.
Συνολικά, τα χρέη των ιδιωτών προς το δημόσιο φτάνουν το 70% του ΑΕΠ της Ελλάδας!
Πρόκληση 3 - ΤΡΑΠΕΖΕΣ: Αδύναμοι ισολογισμοί τραπεζών και προβλήματα στη διοίκησή τους. Υπογραμμίζεται ότι η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο επίπεδοκόκκινων δανείων στην Ευρώπη και τονίζεται ότι παρά τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, η ποιότητα των κεφαλαίων είναι χαμηλή και γι' αυτό συνεχίζουν να τίθενται ερωτήματα για τη βιωσιμότητα του τραπεζικού συστήματος.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι τράπεζες θα χρειαστούνπερίπου 10 δισ.ευρώ (περίπου το 5,5% του ΑΕΠ της χώρας το έτος 2016) για πιθανή πρόσθετη ανακεφαλαιοποίηση από το 2018. Κι αυτό, όπως γράφει η ομάδα Βελκουλέσκου, παρά το γεγονός ότι πό το 2010 έχουν διατεθεί άλλα 43 δισ.ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Στο πεδίο της έκθεσης που αφορά τον τραπεζικό τομέα σημειώνεται ότι η αλλοπρόσαλλη πολιτική της περιόδου 2015-2016 έχει οδηγήσει αφενός στη μείωση της συμμετοχής του δημοσίου στις τράπεζες στο 20%, από ποσοστό 60% που κατείχε το δημόσιο στις τράπεζες πριν την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση. Ως αποτέλεσμα, γράφει η έκθεση του ΔΝΤ, δεν θα πρέπει να αναμένονται σημαντικά έσοδα για το κράτος από την ιδιωτικοποίηση των τραπεζών.
Πρόκληση 4 - ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ: Ευρύτατες διαρθρωτικές δυσλειτουργίες που αποτρέπουν την χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Παρατηρούνται προβλήματα στις αγορές προϊόντων, όπως στον τομέα της ενέργειας που θεωρείται παραδοσιακά η αχίλλειος πτέρνα της ελληνικής οικονομίας.
Πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,7% το 2017
Η ανάκαμψη θεωρείται ασθενής και με κινδύνους. Η πρόβλεψη του ΔΝΤ είναι ότι η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί στο 0,4% το 2016 και θα φτάσει το 2,7% για το 2017, αλλά με συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Σύμφωνα με το Ταμείο, η ανάπτυξη για το 2017 θα είναι 2,7% εφόσον: Η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί εγκαίρως, το πρόγραμμα θα εφαρμοστεί πλήρως, η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και θα αρθούν τα capital controls.
Παρ'όλα αυτά, μεσοπρόθεσμα το ΔΝΤ θεωρεί ότι η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα κυμαίνεται γύρω στο 1%.
Ενώ μέχρι το 2020 προβλέπονται ρυθμοί ανάπτυξης άνω του 2%, σε μακροπρόθεσμη βάση το Ταμείο προβλέπει ότι η επέκταση του ΑΕΠ της Ελλάδας δεν θα ξεπερνά το 1%.
Σύμφωνα με την έκθεση, το αναπτυξιακό μοντέλο της Ελλάδας θα πρέπει να προσανατολιστεί περισσότερο στις εξαγωγές, υπό την προϋπόθεση όμως ότι οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι θα προσανατολιστούν στην ανάπτυξη εμπορεύσιμων κλάδων της ελληνικής οικονομίας (σσ, είτε εξαγωγές προϊόντω, είτε υπηρεσίες και προϊόντα σχετιζόμενα με τον τουρισμό).
Πρωτογενή πλεονάσματα
Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 1% του ΑΕΠ το 2016 και θα φτάσει το 1,5% του ΑΕΠ το 2018.
Στην έκθεση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το Ταμείο αξιολογεί και τοποθετείται επί των απόψεων των Ευρωπαίων για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Όπως σημειώνεται, βασική υπόθεση των Ευρωπαίων είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διατηρηθεί στο 3,5% για μια δεκαετία, μειούμενο σε ποσοστό3,2% το2030 και σταδιακά στο 1,5% το 2040.
Αυτά είναι πρωτοφανή πρωτογενή πλεονάσματα στην παγκόσμια δημοσιονομική πρακτική και προφανώς το Ταμείο τα θεωρεί μη βιώσιμα. Μάλιστα, στην έκθεση αναφέρεται ότι ακόμη και η εκτίμηση του ΔΝΤ για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 1% για πολλές δεκαετίες είαι αισιόδοξες με βάση τιςμετρήσεις.
Το ΔΝΤ θεωρεί ότι θα πρέπει να μειωθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας πριν βγει στις αγορές και συμπληρώνει ότι οι χρηματοδοτικές αυτές ανάγκες θα πρέπει να παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα και σίγουρα σε ποσοστό 15-20% του ΑΕΠ.
Τι προτείνει η έκθεση του ΔΝΤ για τη μείωση του χρέους
Η προβολή του χρέους θα πρέπει να τεθεί σε μια σταθερή καθοδική πορεία.
Με άλλα λόγια οι λύσεις που παρέχουν μόνο συγκυριακές ελαφρύνσεις αλλά δεν οδηγούν σε σταθερά μειούμενη πορεία του χρέους δεν οδηγούν σε βιώσιμα αποτελέσματα.
Το Ταμείο προτείνει για το χρέος: - Να παραταθεί η περίοδος χάριτος μέχρι το 2040
- Να αποφασιστεί επέκταση της ωρίμανσης μέχρι το 2070
- Να γίνει μεταφορά των πληρωμών τόκων που πρέπει να γίνουν μέχρι το 2040,οι οποίοι προτείνεται να κεφαλαιοποιηθούν και η αποπληρωμή τους να επιμηκυνθεί μέχρι το 2070
- Να σταθεροποιηθούν τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα για 30 χρόνια και να μην ξεπερνούν το 1,5%.
Οι δύο βασικοί κίνδυνοι για την Ελλάδα
Σύμφωνα με την έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, οι βασικοί κίνδυνοι που δύναται να υποσκάψουν το πρόγραμμα και την ανάκαμψη της χώρας είναι δύο:
1. Η μεταρρυθμιστική κόπωση και
2. Η αναιμική ανάκαμψη της εσωτερικής ζήτησης λόγω των υπερβολικών φόρων και της υπερφορολόγησης.
Πηγή: protothema.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου