Στα άκρα οδηγούνται οι σχέσεις Αθήνας- ΔΝΤ, καθώς όπως προκύπτει από την απάντηση του υπουργού Οικονομικών στα όσα αναφέρει η έκθεση του Ταμείου, οι διαφορές ακόμα και στα θεμελιώδη μοιάζουν αγεφύρωτες.
Με φόντο τις προβλέψεις του Ταμείου- που συγκέντρωσαν τα πυρά και Ευρωπαίων αξιωματούχων- για πιο αδύναμη ανάπτυξη μακροπρόθεσμα, χαμηλότερα πλεονάσματα σε βάθος χρόνου, υψηλότερο κόστος δανεισμού και εξαιρετικά δυσοίωνες προοπτικές για το χρέος, ο Ε. Τσακαλώτος με μια γραπτή δηκτική δήλωση οκτώ παραγράφων επιχειρεί να απαντήσει στις “μαύρες” προβλέψεις, που οδηγούν μεταξύ άλλων στην ανάγκη λήψης πρόσθετων μέτρων.
Οι αμφιασβητήσεις Τσακαλώτου
Κατ’ αρχάς, το υπουργείο Οικονομικών αμφισβητεί τις αναφορές του Ταμείου περί χαμηλών μεταρρυθμιστικών επιδόσεων, υπενθυμίζοντας ότι μόνο τους τελευταίους μήνες ψηφίστηκαν οι αλλαγές στο συνταξιοδοτικό, στη φορολογία, στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών κι ως εκ τούτου δεν δικαιολογείται το ότι η ομάδα της Ν. Βελκουλέσκου δεν έλαβε τίποτα από αυτά υπόψιν της, ούτε καν στην Ανάλυση Βιωσιμότητας του χρέους, που συμπεριλαμβάνει ακόμα πιο δυσοίωνες παραδοχές.
Έντονη δυσφορία μαρτυρά και η επισήμανση του Ε. Τσακαλώτου για την επιμονή του ΔΝΤ να μη λαμβάνει υπόψιν την υπεραπόδοση του 2016 και να εμμένει σε προβλέψεις για πλεονάσματα 1,5%, κάτι που αφενός δημιουργεί μεγάλες διαφορές με τις αντίστοιχες προβλέψεις των Ευρωπαίων (σ.σ. και εντείνει την πίεση στην Αθήνα για πρόσθετα μέτρα) αφετέρου στρεβλώνει τις προβολές του χρέους σε βάθος χρόνου. Στην Έκθεση του το Ταμείο υποστηρίζει, πάντως, ότι αν και τα φορολογικά έσοδα ήταν όντως μεγαλύτερα και οι μακροοικονομικές επιδόσεις καλύτερες, ένα μεγάλο μέρος αυτής της υπεραπόδοσης απορροφήθηκε από την εξόφληση των κρατικών χρεών προς τους ιδιώτες. Όσον αφορά, δε, στον υπολογισμό για πλεόνασμα 1,5% το 2018, το Ταμείο υποστηρίζει: α) ότι πολλά από τα μέτρα που λήγουν αντικαθίστανται άρα το δημοσιονομικό αποτέλεσμα δεν είναι σωρευτικό β) ότι υπάρχουν μέτρα one off γ) η εμπειρία της περιόδου 2010- 2014 δείχνει ότι ενώ ελήφθησαν μέτρα ίσα με το 28% του ΑΕΠ, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα ήταν μόλις 10%.
Στην… καρδιά του προβλήματος ήτοι στην αντιπαράθεση για μείωση του αφορολογήτου και των συντάξεων, ο Ε. Τσακαλώτος επιχειρεί να καταρρίψει τα επιχειρήματα του Ταμείου, υποστηρίζοντας ότι η ομάδα της Ν. Βελκουλέσκου λίγο ως πολύ συγκρίνει… πορτοκάλια με μήλα, άποψη που είχε εκφράσει επί της ουσίας και η Κομισιόν. Συγκεκριμένα, ο υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει ότι το ΔΝΤ στους υπολογισμούς για το αφορολόγητο μπλέκει τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν στα άτομα που ζουν κάτω από την ίδια στέγη με τα στοιχεία της Φορολογικής Διοίκησης, αγνοώντας ότι μόνο τα ζευγάρια μπορούν να υποβάλουν κοινή φορολογική δήλωση, ενώ από την άλλη στους υπολογισμούς για το ύψος των συνταξιοδοτικών δαπανών δεν λαμβάνει υπόψιν ότι στο ίδιο “καλάθι” μπαίνει και η προβλεπόμενη κρατική επιχορήγηση και η δαπάνη του Κράτους για τους δημοσίους υπαλλήλους, κάτι που δεν συμβαίνει με άλλες χώρες, με τις οποίες επιχειρείται η σύγκριση.
Ασυνήθιστα σκληρή γλώσσα από Γ. Στουρνάρα
Ασυνήθιστα αιχμηρή και μάλλον επιθετική είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Γ. Στουρνάρας στη δική του γραπτή δήλωση ως απάντηση στις προβλέψεις του ΔΝΤ.
Ο Διοικητής της ΤτΕ αμφισβητεί ευθέως τις προβλέψεις του Ταμείου για το ΑΕΠ, ειδικά από τη στιγμή που επηρεάζουν τη δυναμική του Χρέους, ενώ δεν κρύβει την έκπληξη- ενόχληση του για την επιμονή του ΔΝΤ να προβλέπει το ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, για την οποία θα πρέπει να κρατηθεί ένα “μαξιλάρι” 10 δισ ευρώ, χωρίς να εξηγεί το πώς και το γιατί και μάλιστα με φόντο τα επίσημα στοιχεία της ΕΚΤ και του SSM που δείχνουν ότι ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας βρίσκεται στο 18%. Η αντιπαράθεση του Γ. Στουρνάρα με το ΔΝΤ για τις τράπεζες δεν είναι, βέβαια, καινούργια, καθώς όταν βρισκόταν στη θέση του υπουργού Οικονομικών είχε συγκρουστεί μετωπικά με τον Π. Τόμσεν, ο οποίος είχε επιχειρήσει να δυναμιτίσει μια από τις αξιολογήσεις υποστηρίζοντας χωρίς επαρκή στοιχεία ότι οι τράπεζες χρειάζονταν μεγαλύτερη κεφαλαιακή ενίσχυση.
Δεν είναι, μάλιστα, τυχαίο ότι στην ίδια σκληρή δήλωση με την οποία ο Γ. Στουρνάρας “αδειάζει” τις εκτιμήσεις του Ταμείου για το τρέχον πρόγραμμα, επιτίθεται με σφοδρότητα στους χειρισμούς του ΔΝΤ στη διάρκεια του 2ου Μνημονίου, με αφορμή τη σχετική απολογιστική έκθεση του Ταμείου. Εγκαλώντας το ΔΝΤ για παντελή έλλειψη διάθεσης αυτοκριτικής, ο νυν Διοικητής της ΤτΕ και πρώην υπουργός Οικονομικών επισημαίνει τα εξής:
1. Το Ταμείο επέμενε σε περισσότερα και όλο περισσότερα παραμετρικά δημοσιονομικά μέτρα- δηλαδή σε μεγαλύτερη λιτότητα- αγνοώντας ακόμα και τους δικούς του υπολογισμούς για τους πολλαπλασιαστές (δηλαδή για την επίπτωση στο ΑΕΠ) και υποεκτιμώντας επίμονα τις επιδόσεις ως προς τη μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος
2. Το Ταμείο ευθυνόταν για τις καθυστερήσεις στο κλείσιμο της αξιολόγησης του 2013, καθώς ζητούσε αδικαιολόγητα περισσότερα μέτρα, παρά το ότι ήταν εμφανές ότι οι εξελίξεις οδηγούσαν σε ένα υπερπλεόνασμα
3. Το Ταμείο επέμενε στην ανάγκη πρόσθετης ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, αγνοώντας τις απόψεις της ΕΚΤ και της ΤτΕ, υπερεκτιμώντας τις κεφαλαιακές ανάγκες και υποεκτιμώντας τις επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία
4. Το Ταμείο επίμονα υποεκτιμούσε τις μεταρρυθμιστικές επιδόσεις, αγνοώντας μεταξύ άλλων και τις σχετικές αναφορές του ΟΟΣΑ
Εκεί που πραγματικά στάζει χολή ο Γ. Στουρνάρας- φωτογραφίζοντας τον Π. Τόμσεν- είναι οι αναφορές του ΔΝΤ περί υποτιθέμενης προτίμησης της τότε ελληνικής κυβέρνησης σε ένα εμπροσθοβαρές δημοσιονομικό πρόγραμμα, χαρακτηρίζοντας επί της ουσίας αυτούς τους ισχυρισμούς ως ψευδείς, επαναφέροντας έτσι στις μνήμες τις ατελείωτες συσκέψεις στο υπουργείο Οικονομικών, που πραγματοποιούνταν με το μαχαίρι στο λαιμό ειδικά από τους αξιωματούχους του Ταμείου, που πίεζαν για κατάργηση επιδομάτων, Δώρων, περικοπές συντάξεων, αυξήσεις ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αυξήσεις άμεσων και έμμεσων φόρων.
Η κατάληξη της δήλωσης Στουρνάρα “πυροβολεί” ευθέως κατά του Π. Τόμσεν και όσον αφορά στην αρχιτεκτονική της Ανάλυσης Βιωσιμότητας του Χρέους, στο πλαίσιο του 2ου Μνημονίου. “Αντί να αναφέρεται ψευδώς στις προτιμήσεις των ελληνικών Αρχών, θα ήταν πιο ακριβές να αναφέρει ότι οι περιορισμοί της χρηματοδότησης του ελληνικού Χρέους και η έλλειψη εμπροσθοβαρούς ελάφρυνσης του, καθόρισαν τους δημοσιονομικούς στόχους”, τονίζει χαρακτηριστικά, εννοώντας ότι οι τερατώδεις στόχοι για πλεονάσματα 4,5% τέθηκαν εκ των υστέρων προκειμένου να “βγαίνει” ο λογαριασμός του προγράμματος που εκπόνησε ο Π. Τόμσεν.
Αμετακίνητος ο Τόμσεν: Χρειάζονται επώδυνες μεταρρυθμίσεις
Ωστόσο, αμετακίνητος στις θέσεις του εμφανίστηκε ο διευθυντής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πολ Τόμσεν, ζητώντας από την Ελλάδα να προχωρήσει σε «επώδυνες πολιτικά και κοινωνικά μεταρρυθμίσεις» προκειμένου να κατορθώσει να επιστρέψει στο «δρόμο της διατηρήσιμης ανάπτυξης».
Παρουσιάζοντας την έκθεση του ΔΝΤ στη διάρκεια τηλεδιάσκεψης, ο κ. Τόμσεν υποστήριξε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να μειώσει συντάξεις καθώς και το αφορολόγητο όριο σε μισθωτούς και συνταξιούχους προκειμένου να διαμορφωθεί ένα κλίμα φιλικό στην ανάπτυξη. Παραδέχθηκε ότι υπήρξαν διαφωνίες μεταξύ των στελεχών του ΔΝΤ κατά τη συζήτηση της συγκεκριμένης έκθεσης στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και αναγνώρισε ότι έχει γίνει πρόοδος και σύγκλιση των Ευρωπαίων με τις θέσεις του Ταμείου σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις βιωσιμότητας του χρέους, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «έχει περιοριστεί το χάσμα» καθώς οι «Ευρωπαίοι δέχθηκαν να μειωθούν τα χρόνια που η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό της». Ωστόσο, υπογράμμισε ότι στο ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους παραμένουν διαφορές, καθώς το Ταμείο επιμένει ότι πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% δεν μπορεί να διατηρηθεί για πολλά χρόνια.
Ο κ. Τομσεν επανέλαβε ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται να λάβει πρόσθετα μέτρα λιτότητας, ισχυρίστηκε όμως πως είναι αναγκαίο να προχωρήσει σε δύσκολες μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα της επιτρέψουν να επιτύχει μία πιο δίκαιη κατανομή των κοινωνικών δαπανών, δημιουργώντας ένα πιο φιλικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της οικονομίας. Ωστόσο, ακόμη και με τις μεταρρυθμίσεις αυτές (συντάξεις, αφορολόγητο, άνοιγμα αγορών και ενίσχυση του ανταγωνισμού), όπως υποστήριξε, η Ελλάδα δεν θα καταφέρει να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά αν δεν προχωρήσει μία γενναία ρύθμιση του χρέους, προκειμένου αυτό να καταστεί διαχειρίσιμο – βιώσιμο (sustainable).
Παραδέχθηκε τις διαφωνίες εντός ΔΝΤ
Στο σημείο αυτό, ο κ. Τόμσεν παραδέχθηκε ότι κατά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΝΤ, στην οποία συζητήθηκε η έκθεση του άρθρου 4 για την Ελλάδα, ορισμένα «στελέχη εξέφρασαν τη διαφωνία τους» στα ζητήματα που σχετίζονται με το δόσιο χρέος. Συγκεκριμένα, σημείωσε πως κάποιοι χαρακτήρισαν ιδιαιτέρως συντηρητικές τις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους. Ωστόσο, όπως έσπευσε να διευκρινίσει, τούτο δεν είναι ασυνήθιστο, καθώς έχει συμβεί σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν.
Αναφορικά με τις προϋποθέσεις βιωσιμότητας του χρέους, ο κ. Τομσεν υποστήριξε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα δεν είναι ρεαλιστικό να παραμείνει στο 3,5% του ΑΕΠ για πολλά χρόνια και τούτο διότι, όπως υποστήριξε, η επίτευξη του στόχου αυτού δεν στηρίζεται σε διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά στη συμπίεση των κρατικών δαπανών, επιφέροντας αντι-αναπτυξιακές συνέπειες. Ο ίδιος είπε ότι όσο το χρέος της Ελλάδος δεν είναι βιώσιμο είναι πιθανός ό κίνδυνος να προκύψει μία νέα κρίση. Ωστόσο, όπως διευκρίνισε, τούτο δεν είναι κάτι που αφορά το μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Πηγή:iefimerida
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου