Ανησυχία επικρατεί στην κυβέρνηση για την επικοινωνιακή διαχείριση της ολοκλήρωσης της Β' Αξιολόγησης. Ενώ μετά την υποχώρηση της ελληνικής πλευράς έχει ανοίξει ο δρόμος για την επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές, ο φόβος των ιθυνόντων του Μαξίμου είναι μήπως η επιτυχής κατάληξη της αξιολόγησης εξελιχθεί σε μείζονα πολιτική ήττα για την κυβέρνηση.
Το πλαίσιο Τσακαλώτου
Με την επιστολή του προς τους «θεσμούς», ο Ευκλείδης Τσακαλώτοςχάραξε το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα διαμορφωθεί ο τελικός «συμβιβασμός» κυβέρνησης-δανειστών. Φαίνεται ότι για μια ακόμα φορά ο «συμβιβασμός των δύο μερών» δεν είναι παρά η υποχώρηση της ελληνικής πλευράς. Γιατί τα «δύο μέρη» κάθε άλλο παρά στη μέση συναντιούνται…
Αν και ο υπουργός Οικονομικών φρονίμως ποιών, δεν ανέφερε στην επιστολή του συγκεκριμένα μέτρα λιτότητας τα οποία είναι διατεθειμένη η κυβέρνηση να πάρει, εντούτοις, τόσο οι κατευθυντήριες γραμμές της όσο και οι διαρροές από τη διαπραγμάτευση δεν αφήνουν αμφιβολίες. Όλα δείχνουν ότι η κυβέρνηση αποδέχεται:
-Τη διατήρηση της υποχρέωσης για πλεονάσματα 3,5 % και μετά το 2018.
-Την επέκταση του δημοσιονομικού κόφτη πέραν του 2018.
-Τη συγκεκριμενοποίηση των μέτρων που θα πάρει αν δεν πιαστούν οι στόχοι για τα πλεονάσματα.
Υπενθυμίζεται ότι στο κλείσιμο της α' Αξιολόγησης η κυβέρνηση είχε παρουσιάσει ως μεγάλη διαπραγματευτική επιτυχία της τη μη συγκεκριμενοποίηση των μέτρων που θα λαμβάνονταν στην περίπτωση ενεργοποίησης του κόφτη. Ομοίως, στης διαπραγματεύσεις της Β' Αξιολόγησης η αρχική κυβερνητική θέση ήταν «ούτε συζήτηση για νέα μέτρα».
Λίστα συγκεκριμένων μέτρων
Σύμφωνα με αξιωματούχο της ευρωζώνης με τον οποίο επικοινώνησε το newpost, η κυβέρνηση έχει κάνει ένα ακόμα βήμα μετά την επιστολή Τσακαλώτου. Συγκεκριμένα, ο αξιωματούχος είπε ότι είναι σε γνώση των δανειστών ελληνική πρόταση με συγκεκριμένα μέτρα που θα ληφθούν αν ενεργοποιηθεί ο κόφτης. Η εκτίμηση του είναι ότι η ελληνική πρόταση μπορεί να γίνει αποδεκτή από τους Ευρωπαίους. Αναμένεται η αντίδραση τουΔΝΤ.
Τα αντικείμενα της διαπραγμάτευσης
Μετά την κυβερνητική υποχώρηση, τα βασικά αντικείμενα της διαπραγμάτευσης είναι δύο:
Πρώτον, πόσα χρόνια θα ισχύσουν τα πλεονάσματα του 3,5% και ο κόφτης; Ο Σόιμπλε είχε ζητήσει 10, ηκυβέρνηση ξεκινάει κάνοντας λόγο για 1, ενώ φημολογείται «συμβιβαστική» γαλλική φόρμουλα που προβλέπει 5 –οι γαλλικοί συμβιβασμοί θυμίζουν λίγο τους αντίστοιχους του Χότζα.
Δεύτερον, το αν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αποδεχτεί τη σύνδεση των μέτρων με τον κόφτη ή θα επιμείνει στην προκαταβολική λήψη τους.
Το ΔΝΤ
Η επιμονή των Ευρωπαίων στη συγκεκριμενοποίηση των μέτρων δεν εξηγείται μόνο από τη διαχρονική έλλειψη εμπιστοσύνης τους στις ελληνικές κυβερνήσεις και την (εξίσου διαχρονική) λαϊκίστικη σκοπιμότητά τους να δείξουν στα εκλογικά ακροατήριά τους ότι «στριμώχνουν τους απείθαρχους Έλληνες». Το πιο σημαντικό είναι ο διακαής πόθος τους να κρατήσουν το ΔΝΤ εντός διαπραγμάτευσης. Το Ταμείο, από τη μια μεριά, λειτουργεί ως καθησυχαστικός παράγοντας στους Γερμανούς βουλευτές που δεν βλέπουν με καλό μάτι το «ελληνικό πρόγραμμα». Από την άλλη, παίζει το ρόλο του «κακού μπάτσου» στη διαπραγμάτευση, τραβώντας το σκοινί προς την πλευρά των δανειστών.
Το ΔΝΤ έχει ζητήσει για να μείνει στο πρόγραμμα, την άμεση ψήφιση των περικοπών, κάτι που φαίνεται ότι δεν δέχονται οι Ευρωπαίοι. Εκτιμάται ότι η συγκεκριμενοποίηση των μέτρων του κόφτη μπορεί να δώσει στο ΔΝΤτη δικαιολογία που χρειάζεται, για να παραμείνει. Πάντως, το πιο πιθανό είναι το Ταμείο να παραμείνει ως τεχνικός σύμβουλος, χωρίς να καταβάλει χρήματα.
«Θα μας κουνάνε το χαρτί»
«Ανεξαρτήτως αν θα τα πάρουμε τελικά, θα μας κουνάνε το χαρτί με τα μέτρα», έλεγε τις προάλλες κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος. Αν και τα μέτρα του κόφτη έχουν δυνητικό χαρακτήρα, θα ληφθούν δηλαδή σε περίπτωση που δεν πιαστεί ο στόχος του πλεονάσματος, η κυβέρνηση φοβάται ότι με το που θα δημοσιοποιηθούν, η λήψη τους θα προεξοφληθεί από την κοινή γνώμη, με τη συνεπακόλουθη πολιτική ζημιά.
Στην ουσία, η κυβέρνηση βρίσκεται σε ομηρία από την πολιτική ρητορική της. Πρώτον, η ίδια διακήρυττε μέχρι πρότινος ότι δεν κουβεντιάζει καν τη λήψη νέων μέτρων. Δεύτερον, τα οριζόντια μέτρα που ζητούνται (μείωση αφορολόγητου, περικοπές συντάξεων και μισθών, μείωση προνοιακων επιδομάτων), πλήττουν ακριβώς τα χαμηλά οικονομικά στρώματα τα οποία η κυβέρνησης διακηρύττει ότι υπερασπίζεται.
Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της επανάληψης όσων είχαν γίνει με το διαβόητο «mail Χαρδούβελη», αλλά αυτή τη φορά με αντεστραμμένους ρόλους. To mail Χαρδούβελη ήταν η λίστα των μέτρων που είχε στείλει στις 29/11/2014 ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά για να κλείσει η 5η Αξιολόγηση του 2ου Μνημονίου. Τότε τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είχαν μετατρέψει αυτή τη λίστα σε βασικό επιχείρημά τους εν όψει των επικείμενων εκλογών, στριμώχνοντας στη γωνία τη Νέα Δημοκρατία. Τώρα, σε μια ειρωνεία της Ιστορίας, μπορεί να δούμε τα στελέχη της ΝΔ να χρησιμοποιούν σε βάρος του ΣΥΡΙΖΑ μια υποθετική «λίστα Τσακαλώτου». Τα φαντάσματα του παρελθόντος στοιχειώνουν το Μαξίμου.
Το επιχείρημα της κυβέρνησης
Η πολιτική λογική λέει ότι βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης θα είναι ότι τα μέτρα, όσο επώδυνα κι αν είναι, εντέλει δεν θα εφαρμοστούν. Από τη στιγμή που η εφαρμογή τους εξαρτάται από την επίτευξη του προβλεπόμενου πλεονάσματος, τα κυβερνητικά στελέχη θα υποστηρίξουν σε όλους τους τόνους ότι ο στόχος του πλεονάσματος θα επιτευχθεί. Επομένως, η κυβέρνηση θα εμφανίζεται συνεπής στις δεσμεύσεις της.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η θεώρηση του 3,5 % ως εφικτού στόχου, δεν απλώς επικοινωνιακό τέχνασμα. Σε κυβερνητικές συσκέψεις, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έχει επανειλημμένως εκφράσει την πεποίθηση του ότι είναι επιτεύξιμο το προβλεπόμενο από το Μνημόνιο πλεόνασμα.
Ανώτερο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών είπε στο newpost ότι τα «μέτρα που έχουμε πάρει είναι αρκετά. Αν συνυπολογίσουμε την απόδοσή τους τα επόμενα χρόνια, την οικονομική ανάπτυξη και την αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, το 3,5% είναι εφικτό». Αν όμως δεν υπάρχει ζήτημα με το 3,5% γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ επί χρόνια υποστήριζε (με μεγάλη πειστικότητα μάλιστα) ότι τόσο μεγάλα πλεονάσματα στραγγαλίζουν μια οικονομία και είναι αδύνατο να επιτευχθούν (στην καλύτερη περίπτωση) για παραπάνω από 1-2 χρόνια;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου