Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΧΩΡΕΣ - 2005

-->
ΣΤΕΗΤ ΝΤΗΠΑΡΤΜΕΝΤ, Μάρτιος 2006
Πρόλογος
Όλοι οι άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, επιθυµούν και αξίζουν να ζουν µε αξιοπρέπεια
και ελευθερία. Ο πρόεδρος Μπους είπε, «Η προώθηση της ελευθερίας είναι η
σηµαντικότερη ιστορία της εποχής µας». Η προώθηση των ανθρώπινων δικαιωµάτων
και της δηµοκρατίας είναι παγκόσµιο φαινόµενο.
Αναπτύσσεται έτσι ένας παγκόσµιος διάλογος σχετικά µε τη δηµοκρατία και τις πανανθρώπινες αξίες που προστατεύονται από τη δηµοκρατική διακυβέρνηση.
Το αυξανόµενο αίτηµα για δηµοκρατική διακυβέρνηση αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι
αναγνωρίζεται ως βέλτιστος εγγυητής των ανθρώπινων δικαιωµάτων η εύρωστη
δηµοκρατία που διαθέτει αντιπροσωπευτικούς και υπεύθυνους φορείς διοίκησης, ίσα
δικαιώµατα σε κράτος δικαίου, εύρωστη κοινωνία των πολιτών, πολιτικό πλουραλισµό,
και ανεξάρτητα µέσα ενηµέρωσης.
Οι Ηνωµένες Πολιτείες και άλλα ελεύθερα κράτη έχουν υποχρέωση να υπερασπίζονται
τα ανθρώπινα δικαιώµατα και να βοηθούν στη διάδοση των δώρων της δηµοκρατίας.
Πρέπει να βοηθήσουµε άλλες χώρες να ιδρύσουν τους δηµοκρατικούς φορείς που θα
διασφαλίσουν το µακροπρόθεσµο σεβασµό των ανθρώπινων δικαιωµάτων. Πρέπει να
βοηθήσουµε τα κράτη µε εύθραυστη δηµοκρατία να προσφέρουν µια καλύτερη ζωή
στους πολίτες τους. Πρέπει να θεωρούµε υπόλογες τις χώρες που αποµακρύνονται από
τις διεθνείς τους δεσµεύσεις για προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωµάτων. Και πρέπει
πάντα να είµαστε αλληλέγγυοι µε τους γενναίους άντρες και γυναίκες σε ολόκληρο τον
κόσµο που ζουν υπό το κράτος του φόβου αλλά ονειρεύονται την ελευθερία.
Η προάσπιση και προώθηση των ανθρώπινων δικαιωµάτων και των δηµοκρατικών
αρχών συνάδει µε τις πιο αγαπητές αξίες της χώρας µας και θέτει τα θεµέλια για διαρκή
παγκόσµια ειρήνη. Η εκπλήρωση των υποσχέσεων της Παγκόσµιας ∆ιακήρυξης του
ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα και η οικοδόµηση ισχυρών δηµοκρατιών σε
ολόκληρο τον κόσµο είναι υπόθεση γενεών, αλλά αποτελεί επείγουσα εργασία που δε
µπορεί να καθυστερήσει.
Με αυτές τις σκέψεις, χαίροµαι που διαβιβάζω στο Κογκρέσο των Ηνωµένων Πολιτειών
τις Εκθέσεις του 2005 για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα σε ∆ιάφορες Χώρες.

Κοντολίζα Ράις, Υπουργός Εξωτερικών

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
ΣE ∆ΙΑΦΟΡΕΣ ΧΩΡΕΣ -2005
Οι εκθέσεις αυτές περιγράφουν την πρακτική των κρατών παγκοσµίως όσον αφορά στην
εκπλήρωση των διεθνών τους υποχρεώσεων σχετικά µε την προστασία των ανθρώπινων
δικαιωµάτων. Τα βασικά αυτά δικαιώµατα όπως περιγράφονται στην Οικουµενική
∆ιακήρυξη του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα ∆ικαιώµατα, έχουν γίνει αποδεκτά από όλους
τους λαούς ανεξάρτητα από τον πολιτισµό, το χρώµα, το ιστορικό παρελθόν ή την πίστη
τους, και αποτελούν αυτό που ο Πρόεδρος Μπους ονοµάζει «µη-διαπραγµατεύσιµη
αξίωση για ανθρώπινη αξιοπρέπεια».
Το αµερικανικό υπουργείο Εξωτερικών δηµοσίευσε τις πρώτες ετήσιες εκθέσεις για την
κατάσταση των ανθρώπινων δικαιωµάτων ανά τον κόσµο το 1977 κατόπιν εντολής του
Κογκρέσου. Οι εκθέσεις αυτές έχουν αποτελέσει ουσιαστικό στοιχείο της προσπάθειας
των Ηνωµένων Πολιτειών να προωθήσουν το σεβασµό για τα ανθρώπινα δικαιώµατα
διεθνώς. Για σχεδόν τρεις δεκαετίες οι εκθέσεις αυτές χρησιµεύουν ως σηµείο αναφοράς
και βάση για κοινή δράση κυβερνήσεων, οργανώσεων και ατόµων που προσπαθούν να
φέρουν τέλος στην κακοποίηση και να ενδυναµώσουν τη δυνατότητα των κρατών να
προστατεύουν τα θεµελειώδη δικαιώµατα του των ανθρώπων.
Η προάσπιση διεθνώς των ανθρώπινων δικαιωµάτων δεν είναι µια προσπάθεια επιβολής
ξένων αξιών σε πολίτες άλλων κρατών ή ανάµειξης στα εσωτερικά τους. Η Οικουµενική
∆ιακήρυξη ζητά από «κάθε άτοµο και κάθε όργανο της κοινωνίας... να προωθεί το
σεβασµό αυτών των δικαιωµάτων και ελευθεριών, και να εξασφαλίσει µε ενεργά µέσα σε
εθνικό και διεθνές επίπεδο την οικουµενική και αποτελεσµατική αναγνώριση και
εφαρµογή τους...».
Ο Πρόεδρος Μπους έχει αναλάβει την δέσµευση οι Ηνωµένες Πολιτείες να εργάζονται
µε άλλες δηµοκρατίες καθώς και µε άτοµα καλής θέλησης σε όλα τα µέρη του κόσµου
για να επιτύχουν έναν ιστορικό και µακροπρόθεσµο στόχο: «το τέλος της τυραννίας στον
κόσµο».
Βεβαίως, παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωµάτων και κακή εφαρµογή των κανόνων
της δικαιοσύνης είναι δυνατόν να συµβούν, και συµβαίνουν, ακόµη και σε δηµοκρατικές
χώρες. ∆εν υπάρχει κυβερνητικό σύστηµα χωρίς ψεγάδι. Οι συνθήκες των ανθρώπινων
δικαιωµάτων στις δηµοκρατίες διεθνώς ποικίλουν ευρέως, και αυτές οι εκθέσεις
αντανακλούν το γεγονός αυτό. Ειδικότερα, χώρες που έχουν δηµοκρατία ή οποία όµως
δεν έχει βαθειές ρίζες και έχουν λιγοστούς πλουτοπαραγωγικούς πόρους, µπορεί να
υστερούν κατά πολύ όσον αφορά τις σοβαρές υποχρεώσεις τους προς τους πολίτες,
περιλαµβανοµένου και του σεβασµού των ανθρώπινων δικαιωµάτων. Η µετάβαση στη
δηµοκρατία µπορεί να συνοδεύεται από ταραχές και στρεβλώσεις. Η εκτεταµένη
διαφθορά µπορεί να καθυστερεί την δηµοκρατική ανάπτυξη, να στρεβλώσει τη δικαστική
διαδικασία, και να υποσκάψει την εµπιστοσύνη του λαού. Παρ’όλ’ αυτά, οι χώρες µε
δηµοκρατικό πολίτευµα προστατεύουν πολύ καλύτερα τους λαούς τους απέναντι στις
παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωµάτων από ό,τι οι µη δηµοκρατικές χώρες.
Ο δρόµος των Ηνωµένων Πολιτειών προς την ελευθερία και δικαιοσύνη για όλους τους
πολίτες, ήταν µακρύς και δύσκολος, και ακόµα δεν έχει ολοκληρωθεί. Αλλά µε τα
χρόνια, οι ανεξάρτητες εξουσίες του κράτους, τα ελεύθερα µέσα ενηµέρωσης, η ανοιχτή
µας προσέγγιση προς τον κόσµο και, πάνω απ’όλα, το πολιτικό θάρρος του ανυπόµονου
Αµερικανού πατριώτη, µας βοηθούν να εξακολουθούµε να πιστεύουµε στα θεµελιώδη
ιδεώδη της πατρίδας µας και τις διεθνείς µας υποχρεώσεις για την εφαρµογή των
ανθρώπινων δικαιωµάτων.
Οι εκθέσεις αυτές προσφέρουν µια βάση αντικειµενικών δεδοµένων µε την οποία
µπορούµε να συγκρίνουµε την πρόοδο που παρατηρείται στον τοµέα των ανθρώπινων
δικαιωµάτων και να αναγνωρίζουµε τις προκλήσεις που παραµένουν. Οι εκθέσεις
εξετάζουν το βαθµό στον οποίο κάθε χώρα εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της κατά τη
διάρκεια του έτους 2005 αλλά δεν προβαίνουν σε συγκρίσεις µεταξύ των χωρών. Αν και
η έκθεση για κάθε χώρα αφορά µόνο τη χώρα αυτή, συγκριτικές παρατηρήσεις είναι
δυνατόν να γίνουν. Έξι γενικές παρατηρήσεις που στηρίζονται σε παραδείγµατα από
συγκεκριµένες χώρες αναφέρονται παρακάτω. Τα παραδείγµατα αυτά είναι ενδεικτικά
και δεν εξαντλούν το θέµα.
Καταρχήν, οι χώρες στις οποίες η εξουσία συγκεντρώνεται στα χέρια ηγετών που
δεν λογοδοτούν, τείνουν να είναι αυτές που παραβιάζουν πιο συστηµατικά τα
ανθρώπινα δικαιώµατα σε ολόκληρο τον κόσµο. Τα κράτη αυτά µπορεί να είναι
κλειστά, ολοκληρωτικά συστήµατα που υποβάλλουν τους πολίτες τους σε ολοκληρωτική
στέρηση των βασικών τους δικαιωµάτων, είτε απολυταρχικά συστήµατα στα οποία η
άσκηση βασικών δικαιωµάτων είναι σοβαρά περιορισµένη.
Το 2005 η Λαϊκή ∆ηµοκρατία της Κορέας (Βόρεια Κορέα) συνέχισε να αποτελεί µια από
τις πιο αποµονωµένες χώρες του κόσµου. Το συστηµατικά καταπιεστικό καθεστώς
συνέχισε να ελέγχει σχεδόν όλες τις πλευρές της ζωής των πολιτών, στερώντας τους την
ελευθερία έκφρασης, θρησκείας, τύπου, τις ελευθερίες του συνέρχεσθαι και
συνεταιρίζεσθαι, την ελευθερία µετακίνησης, καθώς και τα εργατικά δικαιώµατα. Το
∆εκέµβριο του 2005 το καθεστώς προχώρησε σε µεγαλύτερη αποµόνωση ζητώντας
µεγαλύτερη µείωση της παρουσίας διεθνών µη-κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ) στη
χώρα.
Στη Μπούρµα, όπου υπάρχει δικτατορία, οι υποσχέσεις για δηµοκρατική µεταρρύθµιση
και σεβασµό των ανθρώπινων δικαιωµάτων συνέχισαν να αποτελούν προκάλυµµα βίας
και καταπίεσης. Η καταναγκαστική εργασία, η εµπορία ανθρώπων, η στρατολόγηση
παιδιών-στρατιωτών, και οι θρησκευτικές διακρίσεις παρέµειναν σοβαρά προβλήµατα.
Η συνεχιζόµενη κακοµεταχείριση του πληθυσµού από το στρατό περιλάµβανε
συστηµατική χρήση βιασµών, βασανιστηρίων, εκτελέσεων, και αναγκαστικών
εκτοπισµών πολιτών που ανήκαν σε εθνικές µειονότητες. Το καθεστώς συνέχισε να
ασκεί απόλυτο έλεγχο µέσω παρακολούθησης, παρενόχλησης, και φυλάκισης πολιτικών
ακτιβιστών, περιλαµβανοµένου του ηγέτη της αντιπολίτευσης και βραβευµένου µε
Νόµπελ Ουνγκ Σαν Σου Κυί, ο οποίος παρέµεινε υπό κράτηση κατ’οίκον χωρίς την
απαγγελία κατηγοριών.
Το 2005 η ήδη χαµηλή επίδοση της κυβέρνησης του Ιράν στον τοµέα των ανθρώπινων
δικαιωµάτων και της δηµοκρατίας χειροτέρευσε. Στις προεδρικές εκλογές του Ιουνίου
περίπου χίλιοι εγγεγραµένοι υποψήφιοι (περιλαµβανοµένων όλων των υποψήφιων
γυναικών) τέθηκαν αυθαίρετα εκτός της εκλογικής αναµέτρησης από το Συµβούλιο
Κηδεµονίας της χώρας. Ο νεοεκλεγείς σκληροπυρηνικός πρόεδρος αρνήθηκε την ύπαρξη
του Ολοκαυτώµατος και ζήτησε τον αφανισµό του Ισραήλ. Υπό τη διακυβέρνηση των
κληρικών και του προέδρου επιδεινώθηκαν οι συνθήκες κράτησης των εκατοντάδων
πολιτικών κρατουµένων, επιβλήθηκαν επιπλέον περιορισµοί στην ελευθερία του τύπου,
και συνεχίστηκε ο περιορισµός των κοινωνικών και πολιτικών ελευθεριών.
Συνεχίστηκαν τα περιστατικά σοβαρών παραβιάσεων, όπως οι εκτελέσεις µε συνοπτικές
διαδικασίες, σοβαρές παραβιάσεις των θρησκευτικών ελευθεριών, διακρίσεις βάσει
εθνότητας και θρησκείας, εξαφανίσεις, η εξωδικαστική εξτρεµιστική βία, και η χρήση
βασανιστηρίων και άλλων µορφών ατιµωτικής µεταχείρισης.
Στη Ζιµπάµπουε η κυβέρνηση συνέχισε τη σταθερή της επίθεση κατά της ανθρώπινης
αξιοπρέπειας και βασικών ελευθεριών, θέτοντας υπό αυστηρότερο έλεγχο την κοινωνία
των πολιτών και τις ΜΚΟ για τα ανθρώπινα δικαιώµατα, και επηρεάζωντας ανέντιµα τα
αποτελέσµατα των βουλευτικών εκλογών του Μαρτίου. Μέλη της αντιπολίτευσης
έπεσαν θύµατα κακοποίησης, περιλαµβανοµένων βασανιστηρίων και βιασµών. Νέες
συνταγµατικές τροπολογίες επέτρεψαν στην κυβέρνηση να περιορίσει την έξοδο των
πολιτών από τη χώρα, µετέφεραν στην κυβέρνηση τους τίτλους ιδιοκτησίας όλης της γης
που ανακατανεµήθηκε µε βάση το πρόγραµµα απόκτησης γης, και αφαίρεσαν το
δικαίωµα να προσβάλει κάποιος δικαστικά τις διαδικασίες απόκτησης γης. Η
Επιχείρηση Αποκατάστασης της Τάξης που οργάνωσε η κυβέρνηση, η οποία ξεκίνησε µε
σκοπό την κατεδάφιση κατοικιών και επιχειρήσεων φερόµενων ως παράνοµων, εκτόπισε
ή κατέστρεψε τα µέσα συντήρησης περισσότερων από 700 χιλιάδων ανθρώπων και
επιβάρυνε επιπλέον την ήδη αδύναµη και περιορισµένη οικονοµία της χώρας.
Στην Κούβα το καθεστώς συνέχισε να ελέγχει όλες τις πλευρές της ζωής µέσω του
κοµµουνιστικού κόµµατος και µαζικών οργανώσεων ελεγχόµενων από το κράτος. Το
καθεστώς κατέπνιξε αιτήµατα για δηµοκρατική µεταρρύθµιση, όπως το Σχέδιο Βαρελά,
το οποίο πρότεινε εθνικό δηµοψήφισµα. Οι αρχές συνέλαβαν, έθεσαν υπό κράτηση,
επέβαλαν πρόστιµα, και απείλησαν ακτιβιστές του σχεδίου Βαρελά. Η κυβέρνηση
συνέχισε να έχει υπό κράτηση τουλάχιστον 333 πολιτικούς κρατούµενους και
προφυλακισµένους.
Οι επιδόσεις της Κίνας στον τοµέα των ανθρώπινων δικαιωµάτων παρέµειναν αρνητικές,
και η κυβέρνηση συνέχισε να διαπράττει σοβαρές παραβιάσεις. Όσοι τάχθηκαν δηµόσια
εναντίον των πολιτικών επιλογών ή απόψεων της κινεζικής κυβέρνησης, ή
διαµαρτυρήθηκαν κατά της κυβερνητικής εξουσίας αντιµετώπισαν παρενόχληση,
κράτηση, και φυλάκιση από την κυβέρνηση και τις αρχές ασφαλείας. Η διατάραξη της
δηµόσιας τάξης και οι διαδηλώσεις µε αίτηµα την αποζηµίωση ανθρώπων που είχαν
αδικηθεί αυξήθηκαν σηµαντικά, και ορισµένες φορές καταστάλθηκαν βιαίως. Βασικά
µέτρα για την αύξηση των αρµοδιοτήτων της δικαστικής εξουσίας και τον περιορισµό
της αυθαιρεσίας της αστυνοµίας και των δυνάµεων ασφαλείας καθυστέρησαν.
Συνεχίστηκαν οι περιορισµοί στα µέσα ενηµέρωσης και στο διαδίκτυο. Η καταπίεση
µειονοτήτων συνεχίστηκε µε αµείωτο ρυθµό, ιδιαίτερα των Ουιγούρων και Θιβετιανών.
Υιοθετήθηκαν νέες ρυθµίσεις σχετικές µε θρησκευτικά θέµατα µε βάση τις οποίες
επεκτάθηκε ή νοµική προστασία ορισµένων δραστηριοτήτων εγγεγραµένων
θρησκευτικών οµάδων, αλλά συνεχίστηκε η καταπίεση µη-εγγεγραµένων θρησκευτικών
οµάδων, όπως και η καταπίεση του πνευµατικού κινήµατος Φαλούν Γκονγκ.
Στη Λευκορωσία ο Πρόεδρος Λουκασένκο και το δικτατορικό καθεστώς συνέχισαν να
σφετερίζονται όλη την εξουσία. Ακτιβιστές υπέρ της δηµοκρατίας – µέλη της
αντιπολίτευσης, ηγέτες ανεξάρτητων εµπορικών συνδικάτων, φοιτητές, και
δηµοσιογράφοι εφηµερίδων, µεταξύ άλλων – τέθηκαν υπό κράτηση, έλαβαν πρόστιµα,
και φυλακίστηκαν επειδή ασκούσαν κριτική στον Λουκασένκο και το καθεστώς του. Η
κυβέρνησή του όλο και περισσότερο χρησιµοποιούσε τους φορολογικούς ελέγχους και
τις νέες προϋποθέσεις εγγραφής ως µέσο για να περιπλέξει ή να αρνηθεί τη δυνατότητα
νόµιµης λειτουργίας σε ΜΚΟ, ανεξάρτητα µέσα ενηµέρωσης, πολιτικά κόµµατα, και
µεονοτικούς και θρησκευτικούς οργανισµούς.
∆εύτερον, τα ανθρώπινα δικαιώµατα και η δηµοκρατία συνδέονται στενά, ενώ και
τα δύο είναι θεµελιώδη στοιχεία για τη µακροπρόθεσµη σταθερότητα και ασφάλεια.
Τα ελεύθερα και δηµοκρατικά κράτη που σέβονται τα δικαιώµατα των πολιτών βοηθούν
στο να τεθούν τα θεµέλια για διαρκή ειρήνη. Σε αντίθεση, κράτη που παραβιάζουν
σοβαρά και συστηµατικά τα ανθρώπινα δικαιώµατα των πολιτών τους συνήθως
αποτελούν απειλή για γειτονικές τους χώρες και τη διεθνή κοινότητα.
Η Μπούρµα είναι ενδεικτικό παράδειγµα. Μόνο εφόσον η Μπούρµα επιστρέψει στη
δηµοκρατική διακυβέρνηση από την οποία αποµακρύνθηκε θα µπορέσει να πραγµατώσει
τα βασικά δικαιώµατα του λαού της. Η χούντα αρνείται να αναγνωρίσει τα
αποτελέσµατα της ιστορικής, ελεύθερης και δίκαιης εκλογικής αναµέτρησης του 1990.
Η βάναυση και καταστροφική κακοδιοίκηση του καθεστώτος έχει προκαλέσει τεράστιες
συµφορές στο λαό της Μπούρµα και προκάλεσε ή επέτεινε αρκετές δυσκολίες για τις
γειτονικές χώρες – µεταξύ άλλων τη διαρροή προσφύγων, την εξάπλωση µεταδοτικών
ασθενειών, και την παράνοµη διακίνηση ναρκωτικών και ανθρώπων. Στις 16
∆εκεµβρίου το Συµβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ διεξήγαγε σηµαντική συζήτηση για την
κατάσταση στη Μπούρµα.
Η Λαϊκή ∆ηµοκρατία της Κορέας αποτελεί ένα ακόµη παράδειγµα. Όταν η χερσόνησος
της Κορέας χωρίστηκε σε δύο κράτη, η Βόρεια Κορέα και η ∆ηµοκρατία της Κορέας
(Νότια Κορέα) βρίσκονταν στο ίδιο περίπου οικονοµικό επίπεδο, ενώ και τα δύο κράτη
είχαν απολυταρχικά καθεστώτα. Η πολιτική και οικονοµική ελευθερία έχει
δηµιουργήσει την διαφορά ανάµεσα στις δύο Κορέες. Σήµερα, οι Βορειοκορεάτες
στερούνται των πιο βασικών ελευθεριών, ενώ το απολυταρχικό καθεστώς είχε ως
αποτέλεσµα να δηµιουργηθούν δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες. Η κυβέρνηση είχε κέρδη σε
ισχυρό νόµισµα µέσω παράνοµων δραστηριοτήτων, όπως η διακίνηση ναρκωτικών, η
παραχάραξη νοµισµάτων και άλλων αγαθών όπως τα τσιγάρα, και το λαθρεµπόριο. Η
Πιονγιάνγκ δεν έχει ανταποκριθεί στο επανειληµµένο κάλεσµα της διεθνούς κοινότητας
να εγκαταλείψει τα πυρηνικά της προγράµµατα
Η κυβέρνηση του Ιράν συνέχισε να αγνοεί την επιθυµία του ιρανικού λαού για υπεύθυνη
και υπόλογη διακυβέρνηση. Συνέχισε, επίσης, την επικίνδυνη πολιτική της επιδιώκοντας
τη δηµιουργία πυρηνικών όπλων, παρέχοντας στήριξη σε τροµοκρατικές οργανώσεις, και
υποστηρίζοντας δηµόσια, και µε αρκετές οµιλίες του νέου προέδρου, την καταστροφή
ενός κράτους-µέλους του ΟΗΕ. Η στέρηση βασικών δικαιωµάτων που επέβαλε το Ιράν
στο λαό του, η ανάµειξή του στο Ιράκ, η στήριξή του προς τη Χεζµπολά, τη Χαµάς, και
άλλες τροµοκρατικές οργανώσεις, και η άρνησή του να συµµετέχει σε εποικοδοµητικό
διάλογο για τα θέµατα αυτά είχαν ως αποτέλεσµα την περαιτέρω αποµόνωση του Ιράν
από την παγκόσµια κοινότητα.
Οµοίως, η κυβέρνηση της Συρίας αγνόησε το διεθνές αίτηµα για σεβασµό των
θεµελιωδών ελευθεριών του λαού της και τερµατισµό της εµπλοκής της σε υποθέσεις
γειτονικών της χωρών. Η Συρία συνέχισε να παρέχει βοήθεια στη Χεζµπολά, τη Χαµάς,
και άλλες παλαιστινιακές ανατρεπτικές οµάδες, και δε συνεργάστηκε πλήρως µε τη
∆ιεθνή Ανεξάρτητη Εξεταστική Επιτροπή του ΟΗΕ για τη δολοφονία του πρώην
πρωθυπουργού του Λιβάνου, αλ Χαρίρι, στη Βυρηττό. Οι εκθέσεις του επικεφαλής της
Επιτροπής κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι τα στοιχεία δείχνουν ανάµειξη των αρχών της
Συρίας στη δολοφονία, και έκαναν σαφές ότι οι Σύριοι αξιωµατούχοι, αν και έδειχναν
διατεθειµένοι να συνεργαστούν, παραπλάνησαν εσκεµµένα τους ερευνητές.
Αντίθετα, στα Βαλκάνια παρατηρήθηκε γενική βελτίωση στον τοµέα των ανθρώπινων
δικαιωµάτων, της δηµοκρατίας, και του κράτους δικαίου τα τελευταία χρόνια, η οποία
είχει ως αποτέλεσµα τη βελτίωση της σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή. Την
εξουσία έχουν κυβερνήσεις που είναι όλο και πιο δηµοκρατικές, περισσότεροι
εγκληµατίες πολέµου αντιµετωπίζουν τη δικαιοσύνη, σηµαντικός αριθµός εκτοπισµένων
έχουν επιστρέψει στα σπίτια τους, οι εκλογές ακολουθούν όλο και περισσότερο τα διεθνή
κριτήρια, και όµορες χώρες εµβαθύνουν τη συνεργασία τους για να επιλύσουν
περιφερειακά προβλήµατα που ανέκυψαν την επαύριο των συγκρούσεων. Πολλές χώρες
της πρώην Γιουγκοσλαβίας σηµείωσαν προόδο οδηγώντας σε δίκη στα εθνικά άτοµα που
κατηγορούνται για εγκλήµατα πολέµου, γεγονός σηµαντικό για την εθνική συµφιλίωση
και την περιφερειακή σταθερότητα. Στα τέλη του 2005, ωστόσο, δυο από τους πιο
περιζήτητους υπόπτους για εγκλήµατα πολέµου, ο Ράντοβαν Κάρατζιτς και ο Ράτκο
Μλάντιτς, παρέµεναν ασύλληπτοι.
Τρίτον, µερικές από τις σοβαρότερες παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων
διαπράττονται από τις κυβερνήσεις στο πλαίσιο ενδοσυνοριακών και/ή
διασυνοριακών ενόπλων συγκρούσεων. Η προσπάθεια της κυβέρνησης του Σουδάν το
2003 να καταπνίξει µικρής κλίµακας εξέγερση αφρικανών ενόπλων στο Νταρφούρ
οπλίζοντας την πολιτοφυλακή των τζαντζαγουίντ και επιτρέποντάς τους να
καταστρέψουν την περιοχή είχε ως αποτέλεσµα µια άγρια διαµάχη. Το Σεπτέµβριο του
2004 το Υπουργείο Εξωτερικών έκρινε ότι στο Νταρφούρ επιτελέστηκε γενοκτονία.
Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε και το 2005. Μέχρι το τέλος του 2005 τουλάχιστον 70
χιλιάδες πολίτες σκοτώθηκαν, περίπου δύο εκατοµµύρια εκτοπίσθηκαν λόγω των
συγκρούσεων, και περισσότεροι από 200 χιλιάδες πρόσφυγες κατέφυγαν στο γειτονικό
Τσαντ. Στο Νταρφούρ πραγµατοποιήθηκαν εκτεταµένα και συστηµατικά βασανιστήρια,
όπως επίσης βία εναντίον των γυναικών, περιλαµβανοµένων βιασµών ως εργαλείο του
πολέµου. Υπήρξαν αναφορές ότι γυναίκες οδηγήθηκαν µε τα πόδια στην έρηµο η τύχη
των οποίων παραµένει άγνωστη. Η Ολοκληρωµένη Συµφωνία Ειρήνης που υπεγράφη
από τη Σουδανική κυβέρνηση και το Κίνηµα Απελευθέρωσης του Σουδανικού Λαού
άνοιξε το δρόµο για την υιοθέτηση συντάγµατος τον Ιούλιο, και τη συγκρότηση
κυβέρνησης εθνικής ενότητας µέχρι τη διενέργεια εκλογών το 2009. Η Αφρικανική
Ένωση ανέπτυξε επτά χιλιάδες στρατιώτες στο Νταρφούρ όπου η παρουσία τους
βοήθησε να αντιµετωπισθεί εν µέρει η βία. Στο τέλος του 2005 οι επιθέσεις των
υποστηριζόµενων από την κυβέρνηση τζαντζαγουίντ σε βάρος πολιτών συνεχίζονταν.
Η κακή επίδοση του Νεπάλ στον τοµέα των ανθρώπινων δικαιωµάτων χειροτέρευσε. Η
κυβέρνηση συνέχισε να διαπράττει πολλές σοβαρές παραβιάσεις, τόσο κατά τη διάρκεια
όσο και µετά την άρση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης την περίοδο Φεβρουαρίου-
Απριλίου, µε αποτέλεσµα την κατάργηση της ισχύος όλων των θεµελιωδών ανθρώπινων
δικαιωµάτων, εκτός της επανεξέτασης του νόµιµου της κράτησης. Σε πολλές
περιπτώσεις η κυβέρνηση αγνόησε αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου σχετικά µε την
νοµιµότητα προσωποκράτησης και συχνά ξανασυνέλαβε ηγέτες πολιτικών κοµµάτων και
µαθητικών κινηµάτων. Οι µαοϊστές επαναστάτες επίσης συνέχισαν να βασανίζουν, να
σκοτώνουν, να βοµβαρδίζουν, να στρατολογούν παιδιά, να επιδίδονται σε απαγωγές, να
εκβιάζουν, και να επιβάλλουν δια της βίας το κλείσιµο σχολείων και επιχειρήσεων.
Η πολιτική κρίση στην Ακτή Ελεφαντοστού, που συνέχισε να διαιρεί τη χώρα, οδήγησε
σε περισσότερρες παραβιάσεις το 2005 όπως βιασµούς, βασανιστήρια, και
εξωδικαστικές εκτελέσεις από κυβερνητικές και ανταρτικές δυνάµεις ασφαλείας.
Υπήρξαν λιγότερες αναφορές για στρατολόγηση παιδιών από τους αντάρτες, και πολλά
αφέθηκαν ελεύθερα. Η βία και οι απειλές χρήσης βίας εναντίον της αντιπολίτευσης
συνεχίστηκαν. Παρά τις συνεχιζόµενες προσπάθειες της διεθνούς κοινότητας και της
Αφρικανικής Ένωσης, η πολιτική διαδικασία για την εδραίωση ενός συµµετοχικού
συστήµατος διακυβέρνησης καθυστέρησε. Μέχρι το τέλος Σεπτεµβρίου είχε γίνει πολύ
µικρή προετοιµασία για τις εκλογές που ήταν προγραµµατισµένες για τις 30 Οκτωβρίου,
και ο αφοπλισµός της οµάδας ανταρτών Νέα ∆ύναµη δεν είχε αρχίσει. Στις 6 Οκωβρίου
η Αφρικανική Ένωση αποφάσισε να παρατείνει τη θητεία του Προέδρου Λωράν Γκάµπο
µέχρι και για ένα χρόνο.
Στην Τσετσενία και αλλού στη βόρεια περιοχή του Καυκάσου, οµοσπονδιακές δυνάµεις
και φιλικές προς τη Μόσχα τσετσενικές δυνάµεις πραγµατοποίησαν παραβιάσεις που
περιλαµβάνουν βασανιστήρια, εκτελέσεις µε συνοπτικές διαδικασίες, εξαφανίσεις, και
αυθαίρετες κρατήσεις. Τσετσένοι παραστρατιωτικοί φιλικοί προς τη Μόσχα κατά
καιρούς εµφανίζονται να ενεργούν ανεξάρτητα από την ρωσική διοικητική δοµή, και δεν
υπήρξε ένδειξη ότι οι οµοσπονδιακές αρχές κατέβαλαν αποτελεσµατικές προσπάθειες να
τους περιορίσουν ή να τους τιµωρήσουν για σοβαρές παραβιάσεις. Αντικυβερνητικές
δυνάµεις επίσης συνέχισαν να διαπράττουν τροµοκρατικές βοµβιστικές επιθέσεις και
σοβαρές παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωµάτων στο Βόρειο Καύκασο. Βία και
παραβιάσεις συνεχίστηκαν το 2005 σε ολόκληρη την περιοχή όπου επικρατούσε κλίµα
διαφθοράς και απουσίας του νόµου.
Η περιοχή των Μεγάλων Λιµνών της κεντρικής Αφρικής που περιλαµβάνει τη
∆ηµοκρατία του Κογκό, τη Ρουάντα, το Μπουρούντι, και την Ουγκάντα µαστίζεται από
εµφύλιο πόλεµο, µεγάλης κλίµακας εθνοτική βία, και σοβαρές παραβιάσεις των
ανθρώπινων δικαιωµάτων για διάστηµα µεγαλύτερο των 10 ετών. Παρ’όλα αυτά υπήρξε
συγκριτικά λιγότερη βία µέσα στο 2005, και η κατάσταση των ανθρώπινων δικαιωµάτων
βελτιώθηκε σηµαντικά, ενθαρρύνοντας δεκάδες χιλιάδες προσφύγων, κυρίως από το
Μπουρούντι, να επιστρέψουν στις εστίες τους. Το Μπουρούντι ολοκλήρωσε την
τετραετή µεταβατική διαδικασία του, και υπήρξε ιστορική εκλογική πρόοδος στο Κογκό.
Οι κυβερνήσεις στην περιοχή των Μεγάλων Λιµνών πραγµατοποίησαν σηµαντική
πρόοδο στην απενεργοποίηση χιλιάδων παιδιών-στρατιωτών από τις στρατιωτικές τους
δυνάµεις καθώς και τις δάφορες οµάδες ανταρτών. Την ίδια στιγµή, διάφορες ένοπλες
οµάδες µε έδρα το ανατολικό Κογκό συνέχισαν να αποσταθεροποιούν την περιοχή και να
ανταγωνίζονται η µία την άλλη για στρατηγικούς και φυσικούς πόρους παρά τις
επιχειρήσεις του στρατού του Κογκό που είχαν την υποστήριξη του ΟΗΕ µε στόχο τη
διάλυση των ένοπλων οµάδων στη χώρα. Χιλιάδες αντάρτες από τη Ρουάντα, την
Ουγκάντα και το Μπουρούντι, περιλαµβανοµένων ανταρτών από τη Ρουάντα που
πραγµατοποίησαν τη γενοκτονία του 1994, συνέχισαν να αντιστέκονται στις κυβερνήσεις
τους, να επιτίθενται σε πολίτες στο Κογκό, και να επιδίδονται σε σοβαρές παραβιάσεις
ανθρωπίνων δικαιωµάτων κυρίως γυναικών και παιδιών. Οι κυβερνήσεις της Ρουάντα
και της Ουγκάντα αναφέρθηκε ότι συνέχισαν να προµηθεύουν παράνοµα όπλα σε
ένοπλες οµάδες που λειτουργούσαν και επιδίδονταν σε παραβιάσεις ανθρωπίνων
δικαιωµάτων στο Ανατολικό Κογκό.
Στην Κολοµβία υπήρξαν παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων που σχετίζονται µε τη
εσωτερική ένοπλη διαµάχη που διαρκεί 41 χρόνια. Όµως η συνδυασµένη στρατιωτική
επιθετική προσπάθεια της κυβέρνησης εναντίον των ένοπλων οµάδων και η
συνεχιζόµενη απενεργοποίηση των παραστρατιωτικών οµάδων οδήγησε σε µείωση των
θανατώσεων και απαγωγών. Η Κολοµβία, επίσης, ξεκίνησε µια τετραετή διαδικασία για
την εφαρµογή νέου ποινικού κώδικα. Η ατιµωρησία, όµως, κυρίως αξιωµατούχων που
κατηγορήθηκαν για παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων στο παρελθόν, καθώς και
ορισµένων στρατιωτικών που συνεργάσθηκαν µε τις παραστρατιωτικές οµάδες
παρέµεινε µεγάλο πρόβληµα.
Τέταρτον, σε µέρη όπου η κοινωνία των πολιτών και τα ανεξάρτητα µέσα
ενηµέρωσης βρίσκονται υπό πολιορκία, βασικές ελευθερίες έκφρασης,
επικοινωνίας, και του συνέρχεσθαι υποσκάπτονται. Μια δυναµική κοινωνία των
πολιτών και ανεξάρτητα µέσα ενηµέρωσης βοηθούν στη δηµιουργία συνθηκών υπό τις
οποίες τα ανθρώπινα δικαιώµατα ευδοκιµούν µε την αυξηµένη συνειδητοποίηση των
πολιτών σχετικά µε τα δικαιώµατά τους, τη δηµοσιοποίηση των καταχρήσεων, τις πιέσεις
για µεταρρυθµίσεις, και µε το να καθίστανται οι κυβερνήσεις υπόλογες.
Οι κυβερνήσεις πρέπει να υπερασπίζονται – όχι να καταστρατηγούν – την ειρηνική
άσκηση των ελευθεριών των µέσων ενηµέρωσης και της κοινωνίας των πολιτών ακόµη
και αν δεν συµφωνούν µε τις απόψεις και τις πράξεις τους. Περιορισµοί που
επιβάλλονται µε νόµο στη άσκηση τέτοιων ελευθεριών µπορούν να δικαιολογηθούν µόνο
στο βαθµό που συµπλέουν µε τις υποχρεώσεις µιας χώρας στην εφαρµογή των
ανθρώπινων δικαιωµάτων, και δεν είναι απλώς προφάσεις για τον περιορισµό των
δικαιωµάτων αυτών.
Όταν κράτη χρησιµοποιούν το νόµο ως πολιτικό όπλο ή εργαλείο για καταπίεση κατά
της κοινωνίας των πολιτών και των µέσων ενηµέρωσης, τότε κυβερνούν µε το νόµο αντί
να κυβερνούν σε κράτος δικαίου. Το κράτος δικαίου λειτουργεί ως έλεγχος στην
εξουσία του κράτους, δηλαδή είναι ένα σύστηµα που σχεδιάστηκε για να προστατεύει τα
ανθρώπινα δικαιώµατα των ατόµων από την εξουσία του κράτους. Στην αντίθετη
περίπτωση, η διακυβέρνηση µε το νόµο ως εργαλείο µπορεί να αποτελεί κατάχρηση
εξουσίας, δηλαδή, τη χρήση του νόµου και του δικαστικού συστήµατος για τη διατήρηση
της εξουσίας των κυβερνώντων επί των κυβερνωµένων.
Το 2005 ένας ανησυχητικός αριθµός χωρών σε ολόκληρο τον κόσµο εισήγαγαν ή
επιλεκτικά εφήρµοσαν νόµους εναντίον των µέσων ενηµέρωσης και των ΜΚΟ. Για
παράδειγµα:
Η κυβέρνηση της Καµπότζης χρησιµοποίησε υπάρχοντες νόµους περί συκοφαντικής
δυσφήµισης προκειµένου να εκφοβίσει, να συλλάβει, και να ασκήσει διώξεις εναντίον
εκείνων που της ασκούσαν κριτική και µελών της αντιπολίτευσης κατά τη διάρκεια του
έτους.
Η Κίνα αύξησε τους περιορισµούς στα µέσα ενηµέρωσης και στο διαδίκτυο, κάτι που
οδήγησε σε δύο γνωστές συλλήψεις.
Η κυβέρνηση της Ζιµπάµπουε συνέλαβε άτοµα που ασκούσαν κριτική στον πρόεδρο
Μουγκάµπε, παρενόχλησε και έθεσε υπό αυθαίρετη κράτηση δηµοσιογράφους, έκλεισε
µια ανεξάρτητη εφηµερίδα, διέλυσε διαδηλωτές δια της βίας και συνέλαβε και έθεσε υπό
κράτηση ηγέτες της αντιπολίτευσης και υποστηρικτές τους.
Στη Βενεζουέλα νέοι νόµοι περί συκοφαντικής δυσφήµισης και περιεχοµένου
ηλεκτρονικών µέσων ενηµέρωσης, σε συνδυασµό µε νόµιµη παρενόχληση και
εκφοβισµό είχαν ως αποτέλεσµα περιορισµούς στην ελευθερία του τύπου και κλίµα
αυτολογοκρισίας. Συνέχισαν να υπάρχουν αναφορές ότι εκπρόσωποι και υποστηρικτές
της κυβέρνησης εκφόβισαν και απείλησαν µέλη της αντιπολίτευσης, αρκετές ΜΚΟ
ανθρώπινων δικαιωµάτων, και άλλες οµάδες της κοινωνίας των πολιτών. Μερικές ΜΚΟ
επίσης εξέφρασαν κατηγορίες ότι η κυβέρνηση χρησιµοποίησε τη δικαστική εξουσία
προκειµένου να επιβάλει περιορισµούς στην πολιτική αντιπολίτευση.
Στη Λευκορωσία η κυβέρνηση Λουκασένκο ενέτεινε την καταπίεση οµάδων της
αντιπολίτευσης και επέβαλε νέους περιορισµούς στην κοινωνία των πολιτών. Υπήρξαν
συλλήψεις που έγιναν µε πολιτικά κριτήρια, αρκετές ανεξάρτητες εφηµερίδες έκλεισαν,
η λειτουργία άλλων παρεµποδίστηκε, και ΜΚΟ υπέστησαν παρενοχλήσεις.
Στη Ρωσία επιδροµές σε γραφεία ΜΚΟ, γραφειοκρατικά προβλήµατα, εκφοβισµός
ηγετών και προσωπικού ΜΚΟ, και προβλήµατα βίζας για αλλοδαπούς εργαζόµενους σε
ΜΚΟ είχαν αρνητικό αντίκτυπο – όπως είχε και η αποδοχή ενός περιοριστικού νόµου –
στη λειτουργία των ΜΚΟ. Το Κρεµλίνο, επίσης, έλαβε µέτρα µε στόχο να περιορίσει τις
κριτικές φωνές στα µέσα ενηµέρωσης. Η κυβέρνηση µείωσε την ποικιλοµορφία των
ηλεκτρονικών µέσων ενηµέρωσης, ειδικότερα στην τηλεόραση, την κύρια πηγή
πληροφόρησης για την πλειοψηφία των Ρώσων. Μέχρι το τέλος του 2005 όλοι οι
ανεξάρτητοι τηλεοπτικοί σταθµοί εθνικής εµβέλειας είχαν περιέλθει στη δικαιοδοσία είτε
του κράτους είτε οργανισµών φιλικών προς το κράτος.
Πέµπτον, οι δηµοκρατικές εκλογές από µόνες τους δεν εξασφαλίζουν το σεβασµό
στα ανθρώπινα δικαιώµατα, αλλά µπορούν να θέσουν µια χώρα στο δρόµο των
µεταρρυθµίσεων και να θέσουν τις βάσεις για τη θεσµοποίηση της προστασίας των
ανθρώπινων δικαιωµάτων. Οι δηµοκρατικές εκλογές είναι, όµως, ορόσηµα µιας
µακράς πορείας εκδηµοκρατισµού. Είναι απαραίτητες για τη δηµιουργία υπεύθυνων
κυβερνήσεων και κυβερνητικών θεσµών που θα εφαρµόζουν τον νόµο και θα
ανταποκρίνονται στις ανάγκες των πολιτών.
Στο Ιράκ το 2005 ήταν έτος µεγάλης προόδου για τη δηµοκρατία, τα δηµοκρατικά
δικαιώµατα και την ελευθερία. Υπήρξε σταθερή ανάπτυξη ΜΚΟ και άλλων ενώσεων
που προωθούν τα ανθρώπινα δικαιώµατα. Στις εκλογές της 30ης Ιανουαρίου σηµειώθηκε
ένα τεράστιο βήµα προόδου προς την κατεύθυνση της ενδυνάµωσης των κυβερνητικών
θεσµών για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωµάτων και της ελευθερίας σε µια
χώρα της οποίας η ιστορία στιγµατίστηκε από µερικές από τις χειρότερες καταχρήσεις σε
βάρος των ανθρώπινων δικαιωµάτων στο πρόσφατο παρελθόν. Στο δηµοψήφισµα της
15ης Οκτωβρίου και τις εκλογές της 15ης ∆εκεµβρίου οι Ιρακινοί ψηφοφόροι υιοθέτησαν
µόνιµο σύνταγµα και εξέλεξαν τα µέλη του νέου νοµοθετικού σώµατος της χώρας, του
Συµβουλίου των Αντιπροσώπων. Με τον τρόπο αυτό παγίωσαν τους δηµοκρατικούς
θεσµούς που προσφέρουν το πλαίσιο για ένα δηµοκρατικό µέλλον. Μολονότι οι
ιστορικής σηµασίας εκλογές και οι νέοι θεσµοί δηµοκρατικής διακυβέρνησης
προσφέρουν µια δοµή για πραγµατική πρόοδο, η ζωή των πολιτών και ο κοινωνικός
ιστός παρέµειναν υπό ισχυρή πίεση από την εκτεταµένη βία που κατά κύριο λόγο
προκαλείται από επαναστατικά και τροµοκρατικά στοιχεία. Επιπλέον, στοιχεία
φανατικών παραστρατιωτικών και δυνάµεις ασφαλείας συχνά έδρασαν ανεξάρτητα από
την κυβερνητική εξουσία. Η κυβέρνηση όµως, έθεσε και ακολούθησε µια νοµική και
εκλογική διαδικασία που βασίζεται στο σεβασµό των πολιτικών δικαιωµάτων.
Μολονότι στερήθηκαν τα βασικά τους ανθρώπινα δικαιώµατα για χρόνια, οι Αφγανοί το
2005 συνέχισαν να επιδεικνύουν το κουράγιο και την αφοσίωσή τους σε ένα µέλλον µε
ελευθερία και σεβασµό των ανθρώπινων δικαιωµάτων. Η 18η Σεπτεµβρίου είναι ηµέρα
ορόσηµο: τότε έγιναν οι πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές µετά περίπου από τρεις
δεκαετίες. Οι γυναίκες ψήφισαν µε ενθουσιασµό στις εκλογές στις οποίες υπήρχαν 582
γυναίκες υποψήφιες. Εξήντα οκτώ γυναίκες εξελέγησαν στην κάτω βουλή σε έδρες που
είχαν δεσµευθεί για γυναίκες από το σύνταγµα του 2004. ∆έκα επτά από τις εξήντα
οκτώ γυναίκες θα είχαν εκλεγεί από µόνες τους και χωρίς τη δέσµευση των θέσεων.
Στην άνω βουλή δέκα επτά από τις τριάντα τέσσερις έδρες οι βουλευτές των οποίων
διορίζονται από τον πρόεδρο, δόθηκαν σε γυναίκες. Τα Επαρχιακά Συµβούλια εξέλεξαν
επιπλέον πέντε από σύνολο 22 υποψηφίων γυναικών. Οι κοινοβουλευτικές εκλογές της
18ης Σεπτεµβρίου πραγµατοποιήθηκαν παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση αγωνιζόταν να
επεκτείνει τον έλεγχό της στα επαρχιακά κέντρα λόγω της συνεχιζόµενης ανασφάλειας
και της βίαιης αντίστασης σε ορισµένες περιοχές.
Στην Ουκρανία υπήρξαν σηµαντικές βελτιώσεις στον τοµέα του σεβασµού των
ανθρώπινων δικαιωµάτων µετά την Πορτοκαλί Επανάσταση που οδήγησε στην εκλογή
νέας κυβέρνησης που ανταποκρινόταν στη λαϊκή θέληση. Το 2005 υπήρξε αυξηµένη
υποχρέωση λογοδοσίας των αστυνοµικών, και τα µέσα ενηµέρωσης κέρδισαν σηµαντικό
βαθµό ανεξαρτησίας. Οι επεµβάσεις στην ελευθερία του συνέρχεσθαι σταµάτησαν σε
µεγάλο βαθµό, και οι περισσότεροι περιορισµοί στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι
καταργήθηκαν. Μεγάλη ποικιλία εγχώριων και διεθνών οργανώσεων ανθρώπινων
δικαιωµάτων, επίσης, λειτούργησαν κατά κύριο λόγο χωρίς κυβερνητικές
παρενοχλήσεις.
Η Ινδονησία, η πολυπληθέστερη χώρα µε µουσουλµανική πλειοψηφία, πραγµατοποίησε
σηµαντική πρόοδο στην ενδυνάµωση της αρχιτεκτονικής του δηµοκρατικού της
συστήµατος. Μετά από σειρά ιστορικής σηµασίας τοπικών εκλογών, οι Ινδονήσιοι
κατάφεραν για πρώτη φορά να εκλέξουν άµεσα τους ηγέτες τους σε επίπεδο πόλης,
νοµού, περιφέρειας. Η κατάσταση του σεβασµού των ανθρώπινων δικαιωµάτων
βελτιώθηκε µολονότι σηµαντικά προβλήµατα και σοβαρές παραβιάσεις ανθρώπινων
δικαιωµάτων συνεχίσθηκαν. Η κεφαλαιώδους σηµασίας Συµφωνία Ειρήνευσης της 15ης
Αυγούστου µε το Κίνηµα για ένα Ελεύθερο Άτσεχ έθεσε τέλος σε µια ένοπλη σύγκρουση
δεκαετιών. Η κυβέρνηση, επίσης, ξεκίνησε τη Συνέλευση των Παπούα και πήρε µέτρα
προς την κατεύθυνση της εφαρµογής του Ειδικού Νόµου για την Αυτονοµία των Παπούα
του 2001.
Ο Λίβανος σηµείωσε σηµαντική πρόοδο προς την κατεύθυνση του τερµατισµού της 29-
χρονης στρατιωτικής κατοχής από τη Συρία και την επανάκαµψη της εθνικής κυριαρχίας
υπό δηµοκρατικά εκλεγµένο κοινοβούλιο. Όµως, η συνεχιζόµενη Συριακή επιρροή
παρέµεινε πρόβληµα.
Η Λιβερία εισήλθε στη διεθνή δηµοκρατική αρένα µε ένα δραµατικό βήµα
αποµάκρυνσης από ένα βίαιο παρελθόν προς την κατεύθυνση ενός δηµοκρατικού
µέλλοντος. Στις 23 Νοεµβρίου η Έλεν Τζόνσον Σίρληφ κηρύχθηκε νικήτρια των
πολυκοµµατικών προεδρικών εκλογών, και έγινε η πρώτη γυναίκα εκλεγµένη αρχηγός
κράτους στην Αφρική, σηµειώνοντας ένα ορόσηµο στην µετάβαση της χώρας από τον
εµφύλιο πόλεµο στη δηµοκρατία. Η µεταβατική κυβέρνηση σε γενικές γραµµές
σεβάστηκε τα ανθρώπινα δικαιώµατα των πολιτών της και πήρε νοµοθετικά µέτρα που
ενδυναµώνουν τα ανθρώπινα δικαιώµατα. Παρ’όλα ταύτα, οι καταχρήσεις της
αστυνοµίας, η επίσηµη διαφθορά, και άλλα προβλήµατα συνέχισαν να υπάρχουν και
επιδεινώθηκαν λόγω των επιπτώσεων από τον 14ετή εµφύλιο πολέµο, όπως οι
κατεστραµένες υποδοµές και η εκτεταµένη φτώχεια και ανεργία.
Έκτον, η πρόοδος στις δηµοκρατικές µεταρυθµίσεις και τα ανθρώπινα δικαιώµατα
δεν είναι ούτε γραµµική ούτε εγγυηµένη. Μερικά κράτη ακόµη έχουν αδύναµους
θεσµούς δηµοκρατικής διακυβέρνησης, και συνεχίζουν να αγωνίζονται. Άλλα δεν έχουν
ακόµη προσαρµοστεί πλήρως στις δηµοκρατικές διαδικασίες. Τα βήµατα προς τα
εµπρός µπορεί να επηρεασθούν αρνητικά από παρατυπίες. Μπορεί να υπάρξουν
σοβαρές παλινδροµήσεις. ∆ηµοκρατικά εκλεγµένες κυβερνήσεις δεν κυβερνούν πάντοτε
δηµοκρατικά όταν αναλάβουν την εξουσία.
Το 2005 πολλές χώρες που δεσµεύθηκαν να παραγµατοποιήσουν δηµοκρατικές
µεταρυθµίσεις σηµείωσαν πρόοδο. Άλλες παλινδρόµησαν.
Η επίδοση της ∆ηµοκρατίας της Κυργιζίας στον τοµέα των ανθρώπινων δικαιωµάτων
βελτιώθηκε σηµαντικά µετά την αλλαγή ηγεσίας µεταξύ Μαρτίου και Ιουλίου, µολονότι
συνέχισαν να υπάρχουν προβλήµατα. Ο πρόεδρος Ακάγιεφ εγκατέλειψε τη χώρα όταν
διαδηλωτές της αντιπολίτευσης κατέλαβαν το κεντρικό κυβερνητικό κτίριο στην
πρωτεύουσα προκειµένου να διαµαρτυρηθούν για τις µη έντιµες εκλογές. Η προεδρικές
εκλογές του Ιουλίου και οι κοινοβουλευτικές εκλογές του Νοεµβρίου σηµείωσαν πρόοδο
σε µερικούς τοµείς σε σύγκριση µε προηγούµενες εκλογές. Όµως, οι συνταγµατικές
µεταρρυθµίσεις καθυστέρησαν και η διαφθορά παρέµεινε σοβαρό πρόβληµα.
Στον Ισηµερινό το κοινοβούλιο αποµάκρυνε τον δηµοκρατικά εκλεγµένο πρόεδρο
Λούσιο Γκουτιέρες τον Απρίλιο κατόπιν µεγάλης κλίµακας διαµαρτυρίες και την
δηµόσια απόσυρση της στήριξης της ηγεσίας του στρατού και της αστυνοµίας. Ο
αντιπρόεδρος Αλφρέντο Παλάσιο διεδέχθη τον Γκουτιέρες, και εκλογές
προγραµµατίσθηκαν για το 2006.
Μολονότι η µεταβατική κυβέρνηση της ∆ηµοκρατίας του Κογκό ανέβαλε τις γενικές
εκλογές για το 2006, η χώρα είχε το πρώτο δηµοκρατικό της δηµοψήφισµα µετά από 40
χρόνια. Οι ψηφοφόροι ενέκριναν µε εξαιρετικά µεγάλη πλειοψηφία νέο σύνταγµα, παρά
τις κάποιες παρατυπίες στο δηµοψήφισµα.
Τον Ιούνιο το κοινοβούλιο της Ουγκάντα ενέκρινε αµφιλεγόµενη τροπολογία που ήρε
τον περιορισµό στις προεδρικές θητείες, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο για τον πρόεδρο
Μουσεβένι να επιδιώξει τρίτη θητεία. Οι πολίτες, όµως, ψήφισαν σε εθνικό
δηµοψήφισµα να υιοθετήσουν σύστηµα πολυκοµµατικής διακυβέρνησης, και το
κοινοβούλιο τροποποίησε τους εκλογικούς νόµους ώστε να περιληφθεί το κόµµα της
αντιπολίτευσης στις εκλογές και στην κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση της Αιγύπτου τροποποίησε το σύνταγµά της προκειµένου να επιτρέψει τις
πρώτες προεδρικές πολυκοµµατικές εκλογές τον Σεπτέµβριο. ∆έκα πολιτικά κόµµατα
δήλωσαν υποψηφίους και η προεκλογική περίοδος χαρακτηρίσθηκε από έντονη δηµόσια
συζήτηση και µεγαλύτερη πολιτική συνειδητοποίηση και συµµετοχή. Η συµµετοχή των
ψηφοφόρων υπήρξε περιορισµένη, όµως, και υπήρξαν αξιόπιστες αναφορές περί
εκτεταµένης νοθείας κατά τη διάρκεια των εκλογών. Ο προεδρικός υποψήφιος Αϋµάν
Νουρ, αφού ήρθη η κοινοβουλευτική του ασυλία τον Ιανουάριο, καταδικάστηκε τον
∆εκέµβριο για πλαστογραφία σε φυλάκιση πέντε χρόνων µετά από εξάµηνη δίκη που δεν
ανταποκρίθηκε στα βασικά διεθνή πρότυπα. Τον Νοέµβριο και τον ∆εκέµβριο στις
κοινοβουλετικές εκλογές σηµείωσαν σηµαντικά κέρδη οι εκτός νόµου Μουσουλµάνοι
Αδελφοί. Οι εκλογές αυτές στιγµατίσθηκαν από υπερβολική χρήση βίας από τις
δυνάµεις ασφαλείας, χαµηλή συµµετοχή των ψηφοφόρων, και νοθεία. Η κυβέρνηση
αρνήθηκε να δεχθεί διεθνείς παρατηρητές στις προεδρικές και στις κοινοβουλευτικές
εκλογές. Το Εθνικό Συµβούλιο Ανθρώπινων ∆ικαιωµάτων, που θεσµοθετήθηκε από το
Αιγυπτιακό Κοινοβούλιο, εξέδωσε την πρώτη του ετήσια έκθεση, περιγράφοντας µε
ειλικρίνεια τις παραβιάσεις της κυβέρνησης.
Κατά τη διάρκεια των κοινοβουλευτικών εκλογών τον Μάϊο στην Αιθιοπία, διεθνείς
παρατηρητές σηµείωσαν αρκετές παρατυπίες και εκφοβισµό ψηφοφόρων. ∆εκάδες
διαδηλωτών που διαδήλωναν για τις εκλογές σκοτώθηκαν από τις δυνάµεις ασφαλείας.
Οι αρχές έθεσαν σε κράτηση, ξυλοκόπησαν, και σκότωσαν µέλη της αντιπολίτευσης,
εργαζοµένους σε ΜΚΟ, εθνοτικές µειονότητες, και εκπροσώπους του τύπου.
Οι κοινοβουλευτικές εκλογές του Νοεµβρίου στο Αζερµπαϊτζάν, µολονότι σηµείωσαν
σηµαντική πρόοδο σε ορισµένους τοµείς, δεν συµβάδιζαν µε αρκετά διεθνή πρότυπα.
Υπήρξαν πολλές αξιόπιστες αναφορές ότι τοπικοί άρχοντες επενέβησαν στη διαδικασία
των προεκλογικών εκστρατειών και έκαναν καταχρήσεις κυβερνητικών πόρων, επέβαλαν
περιορισµούς στο δικαίωµα του συνέρχεσθαι, έκαναν χρήση δυσανάλογης βίας εκ
µέρους της αστυνοµίας προκειµένου να παρεµποδίσουν προεκλογικές συγκεντρώσεις,
και έκαναν απάτες και σηµαντικές παρατυπίες στην καταµέτρηση των ψήφων και των
εκλογικών καταλόγων. Μέχρι τώρα, οι συµπληρωµατικά µέτρα που ελήφθηκαν µέσω
της διαδικασίας ενστάσεων ως προς τις εκλογές, δεν αντιµετώπισαν πλήρως τα
προβλήµατα της εκλογικής διαδικασίας.
Το Καζακστάν σηµείωσε βελτίωση στην προεκλογική περίοδο για τις προεδρικές
εκλογές του ∆εκεµβρίου, αλλά σε γενικές γραµµές δεν σθµµορφώθηκε µε τά διεθνή
πρότυπα για ελεύθερες και δίκαιες εκλογές. Το Γραφείο ∆ηµοκρατικών Θεσµών και
Ανθρώπινων ∆ικαιωµάτων του Οργανισµού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην
Ευρώπη σηµείωσε σηµαντικούς περιορισµούς στον πολιτικό λόγο που απαγόρευαν
ορισµένα είδη κριτικής στον πρόεδρο, άνιση πρόσβαση στα µέσα ενηµέρωσης για
ανεξάρτητους υποψηφίους και υποψηφίους της αντιπολίτευσης, καθώς και βίαιες
παρεµβάσεις στις προεκλογικές συγκεντρώσεις της αντιπολίτευσης. Νοµοθεσία που
ψησίστηκε το 2005, ειδικότερα ο νόµος περί εξτρεµισµού, τροποποιήσεις περί εθνικής
ασφάλειας και περί εκλογικού νόµου, φαλκίδευσαν την νοµική προστασία των
ανθρώπινων δικαιωµάτων και επεξέτειναν τις εξουσίες της εκτελεστικής εξουσίας έτσι
ώστε να εκδίδει κανονισµούς και να ελέγχει την κοινωνία των πολιτών και τα µέσα
ενηµέρωσης. Το συνταγµατικό δικαστήριο, όµως, έκρινε ως αντισυνταγµατικό ένα
περιοριστικό νόµο περί ΜΚΟ.
Η ήδη κακή επίδοση του Ουζµπεκιστάν στον τοµέα των ανθρώπινων δικαιωµάτων
χειροτέρεψε σηµαντικά το 2005. Μια βίαια στάση το Μάϊο στην πόλη Αντιτζόν οδήγησε
σε ασύµµετρη χρήση βίας εκ µέρους των αρχών. Ακολούθησε κύµα καταπιεστικών
µέτρων από την κυβέρνηση που κυριάρχησε µέχρι το τέλος του χρόνου. Η στάση άρχισε
µετά από σειρά ειρηνικών διαµαρτυριών σε ένδειξη συµπαράστασης σε επιχειρηµατίες
που δικάζονταν την περίοδο Φεβρουαρίου Μαΐου για Ισλαµικό εξτρεµισµό. Τη νύχτα
της 12-13ης Μαΐου άγνωστοι έκλεψαν όπλα από στρατιωτική φρουρά, εισέβαλαν στην
φυλακή της πόλης όπου εκρατούντο οι κατηγορούµενοι, σκότωσαν αρκετούς σκοπούς
και απελευθέρωσαν εκατοντάδες φυλακισµένους, µεταξύ των οποίων και τους
κατηγορούµενους. Στη συνέχεια κατέλαβαν το περιφερειακό διοικητικό κτίριο και
συνέλαβαν οµήρους. Στις 13 Μαΐου, σύµφωνα µε µαρτυρίες αυτοπτών, κυβερνητικές
δυνάµεις πυροβόλησαν αδιακρίτως εναντίον πλήθους ανάµεσα στο οποίο ήταν άοπλοι
πολίτες, κάτι που προκάλεσε εκατοντάδες θανάτους. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση
παρενόχλησε, ξυλοκόπησε, και φυλάκισε δεκάδες υπέρµαχους των ανθρώπινων
δικαιωµάτων, δηµοσιογράφους, και άλλους που εξέφραζαν άποψη για τα γεγονότα, και
καταδίκασε πολλούς άλλους σε ποινές φυλάκισης σε δίκες που δεν πληρούσαν τα διεθνή
πρότυπα. Η κυβέρνηση ανάγκασε δια της βίας πολλές εγχώριες και διεθνείς ΜΚΟ να
κλείσουν και περιόρισε σηµαντικά εκείνες που συνέχισαν τη λειτουργία τους.
Στη Ρωσία συνεχίστηκαν οι προσπάθειες να συγκεντρωθεί εξουσία στο Κρεµλίνο και να
κατευθύνεται η δηµοκρατία από την κορυφή προς τα κάτω. Προς αυτή την κατεύθυνση
το Κρεµλίνο κατήργησε την απ’ ευθείας εκλογή κυβερνητών και εισήγαγε το µέτρο του
διορισµού από τον πρόεδρο και έγκρισης από το νοµοθετικό σώµα. Στη σηµερινή Ρωσία
όπου ο έλεγχος της εξουσίας είναι αδύναµος στην καλύτερη περίπτωση, το σύστηµα
αυτό περιορίζει την ευθύνη της κυβέρνησης προς τους ψηφοφόρους και συγκεντρώνει
ακόµη περισσότερες αρµοδιότητες στην εκτελεστική εξουσία. Επιπλέον τροπολογίες
στις τροπολογίες στο νόµο περί πολιτικών κοµµάτων που εισάγονται µε διακηρυγµένο
σκοπό να ενδυναµώσουν τα πολιτικά κόµµατα σε ολόκληρη την επικράτεια
µακροπρόθεσµα, µπορούν στην πραγµατικότητα να µειώσουν τη δυνατότητα των
κοµµάτων της αντιπολίτευσης να ανταγωνισθούν στις εκλογές. Αυτή η τάση, σε
συνδυασµό µε τους περιορισµούς στα µέσα ενηµέρωσης, ένα ενδοτικό κοινοβούλιο, τη
διαφθορά και την επιλεκτικότητα στην εφαρµογή του νόµου, τις πολιτικές πιέσεις στη
δικαιοσύνη και την παρενόχληση ορισµένων ΜΚΟ, είχαν ως αποτέλεσµα τη διάβρωση
της ευθύνης των ηγετών της κυβέρνησης έναντι του λαού.
Η επίδοση του Πακιστάν στον τοµέα των ανθρώπινων δικαιωµάτων συνέχισε να είναι
κακή, παρά τη διακηρυγµένη δέσµευση του προέδρου Μουσάραφ για µετάβαση στη
δηµοκρατία και «πεφωτισµένη µετριοπάθεια». Περιορισµοί στην ελευθερία
µετακίνησης, έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι, και της θρησκείας παρέµειναν σε ισχύ. Η
πρόοδος στον εκδηµοκρατισµό ήταν περιορισµένη. Κατά τη διάρκεια εκλογών για
τοπικές κυβερνήσεις το 2005, διεθνείς και εγχώριοι παρατηρητές βρήκαν σοβαρές
παραλείψεις, όπως παρακώλυση της διαδικασίας από πολιτικά κόµµατα που είχε
αντίκτυπο στα αποτελέσµατα των εκλογών σε ορισµένα τµήµατα της χώρας. Η
αστυνοµία έθεσε υπό περιορισµό περίπου 10 χιλιάδες ακτιβιστές του Πακιστανικού
Λαϊκού Κόµµατος τον Απρίλιο, πριν από την άφιξη του συζύγου της Μπεναζίρ Μπούτο,
Ασίφ Αλί Ζαρντάρι, για συµµετοχή σε συγκέντρωση υπέρ του ίδιου. Οι δυνάµεις
ασφαλείας προέβησαν σε δολοφονίες καθ’υπέρβαση των καθηκόντων τους, παραβίασαν
νόµιµες διαδικασίες, και έκαναν αυθαίρετες συλλήψεις και βασανιστήρια. Η διαφθορά
ήταν διάχυτη στην κυβέρνηση και την αστυνοµία, και η κυβέρνηση κατέβαλε µόνο
µικρές προσπάθειες για να την καταπολεµήσει. Αξιωµατούχοι των σωµάτων ασφαλείας
που προέβησαν σε παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων γενικά είχαν de facto νοµική
ασυλία.
Παρά τη σκληρή πραγµατικότητηα και τα µεγάλα εµπόδια, υπάρχει µια αυξανόµενη
διεθνώς απαίτηση για µεγαλύτερη προσωπική και πολιτική ελευθερία και διάδοση των
δηµοκρατικών αρχών. Για παράδειγµα, στο χώρο της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής και
Βορείου Αφρικής, γίνεται αντιληπτό τα τελευταία χρόνια ότι έχει αρχίσει ένας πολιτικός
πλουραλισµός, πραγµατοποιούνται εκλογές που δεν είχαν γίνει ποτέ στο παρελθόν,
δηµιουργούνται καινούργια πλαίσια προστασίας των γυναικών και των µειονοτήτων, και
υπάρχει λαϊκό αίσθηµα για ειρηνικές και δηµοκρατικές αλλαγές.
Στη ∆ιεθνή Συνάντηση για το Μέλλον που έγινε το Νοέµβριο του 2005 στη Μάναµα του
Μπαχρέην, συµµετείχαν 40 ηγέτες από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών από 16
χώρες της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής και της Βορείου Αφρικής καί Υπουργοί
Εξωτερικών. Οι ηγέτες αυτοί καθόρισαν µια σειρά προτεραιότητες µε ιδιαίτερη έµφαση
στο κράτος δικαίου, τη διαφάνεια, τα ανθρώπινα δικαιώµατα, και την ανάδειξη και
ενδυνάµωση των γυναικών. Ανάµεσα στους αντιπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών
ήταν και εκπρόσωποι από το ∆ιάλογο για ∆ηµοκρατική Βοήθεια οι οποίοι παρουσίασαν
τα αποτελέσµατα του διαλόγου και των συνοµιλιών που έγιναν κατά τη διάρκεια του
έτους ανάµεσα σε ηγέτες της κοινωνίας των πολιτών και τους κυβερνητικούς τους
οµολόγους για τα κρίσιµα θέµατα των εκλογικών µεταρρυθµίσεων και της ανάπτυξης
νόµιµων πολιτικών κοµµάτων. Το δίκτυο του ∆ιαλόγου για ∆ηµοκρατική Βοήθεια
διογκούται διαρκώς και περιλαµβάνει στις τάξεις του εκατοντάδες ηγετικές
φυσιογνωµίες από την περιοχή της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής.
Για την µεγαλύτερη υποστήριξη των µεταρρυθµιστικών προσπαθειών στην περιοχή,
ιδρύθηκε στην προαναφερόµενη διεθνή διάσκεψη το ΄Ιδρυµα για το Μέλλον µε σκοπό
την παροχή απευθείας υποστήριξη στην κοινωνία των πολιτών, και ένα Ταµείο για το
Μέλλον µε σκοπό τη στήριξη των επενδύσεων στην περιοχή. Το επίπεδο και το βάθος
της συµµετοχής της κοινωνίας των πολιτών στη ∆ιάσκεψη για το Μέλλον υπήρξε
ιστορικό και θετικό, και δηµιούργησε σηµαντικό προηγούµενο για ειλικρινή διάλογο και
συνεργασία µεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και των κυβερνήσεων σε θέµατα
πολιτικής µεταρρύθµισης.
Η ∆ιάσκεψη για το Μέλλον δεν αποτελεί παρά έναν από τους πολλούς µηχανισµούς
µέσω των οποίων οι Ηνωµένες Πολιτείες, τα υπόλοιπα µέλη της οµάδας G-8, και
περιφερειακές κυβερνήσεις υποστηρίζουν την εθνική διάθεση κρατών για µεταρρύθµιση
στην περιοχή της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής.
Το αυξανόµενο παγκόσµιο αίτηµα για σεβασµό των ανθρώπινων δικαιωµάτων και
δηµοκρατία που αντανακλούν οι εκθέσεις αυτές δεν είναι αποτέλεσµα απρόσωπων
διεργασιών κάποιας διαλεκτικής επεξεργασίας, ή αποτέλεσµα ενορχηστρωµένων
προσπαθειών ξένων κυβερνήσεων. Θα έλεγε κάποιος ότι το αίτηµα αυτό εκπηγάζει από
την ισχυρή επιθυµία του ατόµου να ζει σε συνθήκες αξιοπρέπειας και ελευθερίας, όπως
επίσης και από το προσωπικό θάρρος και την επιµονή όλων εκείνων των ανδρών και
γυναικών – ανεξαρτήτως ηλικίας και κοινωνίας – που υπηρετούν την ελευθερία και
θυσιάζονται γι’αυτή.

EΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΤΕΗΤ ΝΤΗΠΑΡΤΜΕΝΤ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
2005
ΕΛΛΑ∆Α
Η Ελλάδα είναι συνταγµατική δηµοκρατία µε πολυκοµµατικό Κοινοβούλιο και
πληθυσµό περίπου 11 εκατοµµύρια. Τον Μάρτιο του 2004 το κόµµα της Νέας
∆ηµοκρατίας κέρδισε την πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών στη Βουλή των
Ελλήνων µε ελεύθερες και δίκαιες κοινοβουλευτικές εκλογές, και ο Κωνσταντίνος
Καραµανλής έγινε πρωθυπουργός. Οι πολιτικές αρχές σε γενικές γραµµές διατήρησαν
αποτελεσµατικό έλεγχο των δυνάµεων ασφαλείας.
Η κυβέρνηση σε γενικές γραµµές σεβάστηκε τα ανθρώπινα δικαιώµατα των πολιτών της
χώρας, αλλά υπήρξαν προβλήµατα σε ορισµένα σηµεία. Αναφέρθηκαν οι παρακάτω
παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων:
• Κακοµεταχείριση από δυνάµεις ασφαλείας, κυρίως παράνοµων µεταναστών και
Ρόµα
• Υπερπληθυσµός και κακές συνθήκες σε µερικές φυλακές
• Κράτηση µεταναστών χωρίς έγγραφα ταυτοποίησης σε κακές συνθήκες
• Περιορισµοί στην ελευθερία του συνέρχεσθαι εθνικών µειονοτήτων
• Περιορισµοί στην ελευθερία του λόγου
• Περιορισµοί και διοικητικές δυσκολίες σε βάρος µελών µη-ορθοδόξων
θρησκευτικών οµάδων
• Κράτηση και απέλαση ασυνόδευτων παιδιών ή παιδιών µεταναστών που
αποχωρίστηκαν από τους γονείς τους, περιλαµβανοµένων και όσων ζητούν
άσυλο
• Ενδο-οικογενειακή βία κατά των γυναικών
• Παράνοµη διακίνηση και εµπορία ανθρώπων
• ∆ιακρίσεις εναντίον εθνικών µειονοτήτων και Ρόµα
• Εξαιρετικά υποβαθµισµένες συνθήκες διαβίωσης για τους Ρόµα
• Ανεπαρκής πρόσβαση των παιδιών Ρόµα στα σχολεία
• Εκµετάλλευση παιδιών σε µη παραδοσιακές εργασίες

ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΤΟΜΕΑΣ 1 Σεβασµός για την Ακεραιότητα του Ατόµου,
συµπεριλαµβανοµένων των κάτωθι ελευθεριών:
α. Αυθαίρετη και Παράνοµη Αφαίρεση Ζωής
∆εν υπήρξαν αναφορές για αυθαίρετη ή παράνοµη αφαίρεση ζωής εκ µέρους της
κυβέρνησης ή κρατικών υπαλλήλων.
Μέχρι το τέλος του έτους οι αρχές δεν είχαν προβεί σε κάποια ενέργεια για το θάνατο
Αλβανού µετανάστη µετά από ξυλοδαρµό από κάποιον που είχε αναγνωρισθεί ως
αστυνοµικός. Επίσης, δεν είχε ορισθεί δικάσιµος για δύο αστυνοµικούς που
κατηγορούνται για το θάνατο κάποιου που δεν σταµάτησε για συνήθη έλεγχο της
τροχαίας στην Κρήτη το 2003.
Τον Μάρτιο το Εφετείο ανέστειλε την 13ετή ποινή φυλάκισης αστυνοµικού για το
θάνατο Ρόµα που δεν σταµάτησε για συνήθη έλεγχο της τροχαίας το 2001. Η κοινότητα
των Ρόµα διαµαρτυρήθηκε για την αναστολή της ποινής και επίσηµα και µε
διαδηλώσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων καταστράφηκε αστικό λεωφορείο.
Η δίκη συνοριοφύλακα που κατηγορείται για αθρωποκτονία εξ αµελείας Αλβανού που
προσπάθησε να εισέλθει παράνοµα στη χώρα το 2003 παρέµεινε εκκρεµής µέχρι τέλος
του έτους. Η δίκη του αστυνοµικού σε πρώτο βαθµό είχε ορισθεί για τον Φεβρουάριο
αλλά µαταιώθηκε όταν το δικαστήριο έκρινε την κλήτευση άκυρη. Το Συµβούλιο
Πληµµελειοδικών µείωσε τις κατηγορίες σε πληµµέληµα.
Οκτώ µετανάστες έχασαν τη ζωή τους και δύο άλλοι τραυµατίσθηκαν σοβαρά κατά τη
διάρκεια του έτους σε ναρκοπέδια κατά µήκος των συνόρων µε την Τουρκία.
Τον ∆εκέµβριο 15 µέλη της τροµοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέµβρη» που κρίθηκαν
ένοχοι και καταδικάστηκαν το 2003 για περισσότερα από 2.500 εγκλήµατα µεταξύ των
οποίων και ανθρωποκτονίες, παρουσιάσθηκαν στο δικαστήριο για να δικαστεί η έφεσή
τους. Το δικαστήριο άρχισε να εκδικάζει την υπόθεση προς το τέλος του έτους.
β. Εξαφανίσεις
∆εν υπήρξαν αναφορές εξαφανίσεων µε πολιτικά κίνητρα.
γ. Βασανιστήρια και ΄Αλλες Μορφές Βάναυσης, Απάνθρωπης ή Εξευτελιστικής
Συµπεριφοράς ή Τιµωρίας
Ο νόµος απαγορεύει τα βασανιστήρια και άλλες απάνθρωπες ή εξευτελιστικές
συµπεριφορές ή τιµωρίες. Εντούτοις, οι δυνάµεις ασφαλείας κατά διαστήµατα
κακοποίησαν άτοµα, ιδιαίτερα παράνοµους µετανάστες και Ρόµα (βλέπε Τοµέα 5).
∆ιεθνείς Οργανώσεις και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) προστασίας
ανθρώπινων δικαιωµάτων κατ’ επανάληψη ισχυρίστηκαν ότι παράνοµοι µετανάστες και
πρόσφυγες υφίστανται βία εκ µέρους συνοριακών φρουρών και λιµενικών όταν
συλλαµβάνονται να εισέρχονται στη χώρα παράνοµα. Βίαιη συµπεριφορά
παρατηρήθηκε επίσης όταν δυνάµεις δίωξης λαθροµετανάστευσης προσπάθησαν να
εµποδίσουν την αναχώρηση από τη χώρα µεταναστών προς άλλες χώρες της Ευρωπαικής
Ένωσης (ΕΕ).
Μέχρι το τέλος του έτους δεν είχαν δηµοσιοποιηθεί τα αποτελέσµατα της έρευνας
σχετικά µε την περίπτωση δύο πολιτών που ισχυρίσθηκαν τον Αύγουστο του 2004 ότι
αστυνοµικοί τους ξυλοκόπησαν στον Πύργο της Πελοπονήσου κατά τη διάρκεια ελέγχου
στοιχείων ταυτότητας. Παροµοίως, δεν ανακοινώθηκαν αποτελέσµατα σχετικά µε
ισχυρισµούς ότι τρεις αξιωµατικοί των ενόπλων δυνάµεων κακοµεταχειρίστηκαν και
ξυλοκόπησαν δέκα παράνοµους µετανάστες σε ένα µικρό νησί του Αιγαίου το
Σεπτέµβριο του 2004.
Μέχρι το τέλος του έτους δεν είχε ορισθεί η ηµεροµηνία της δίκης δύο αστυνοµικών που
κατηγορούνται ότι τον ∆εκέµβριο υπέβαλαν οµάδα Αφγανών, που είχαν ζητήσει άσυλο,
σε τεχνικές ανάκρισης που κατά δήλωση περιείχαν βασανιστήρια. ∆εν υπήρξε εξέλιξη
ούτε στην µήνυση εναντίον τριών αστυνοµικών ούτε στην διοικητική έρευνα της
αστυνοµίας σχετικά µε τις καταγγελίες δύο µαθητών γυµνασίου στην Καλαµάτα ότι
ξυλοκοπήθηκαν από την Αστυνοµία το 2003 κατά τη διάρκεια συνήθους ελέγχου
στοιχείων ταυτότητας. Επίσης, δεν υπήρξε εξέλιξη στην περίπτωση δύο Βρετανών
πολιτών οι οποίοι ισχυρίσθηκαν ότι ξυλοκοπήθηκαν από αστυνοµικούς το 2003 ούτε
στην περίπτωση τριών µεταναστών οι οποίοι ισχυρίσθηκαν ότι αστυνοµικοί τους
υπέβαλαν σε βασανιστήρια όταν προσπάθησαν να επιστρέψουν στην Αλβανία.
Σε γράµµα στο Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης που δηµοσιοποιήθηκε τον Ιανουάριο, ο
αναπληρωτής συνήγορος του πολίτη για τα ανθρώπινα δικαιώµατα σηµείωσε αρκετά
µεγάλο αριθµό παραλείψεων και ουσιαστικών ελλείψεων στην έρευνα σχετικά µε τον
βασανισµό από την αστυνοµία του Νιγηριανού πολίτη Τζόζεφ Οκέκε και τον ισχυρισµό
περί ξυλοδαρµού και βασανισµού του Γιάννη Παπακώστα σε αστυνοµικό τµήµα κοντά
στην Αθήνα. Ο αναπληρωτής συνήγορος του πολίτη κάλεσε την αστυνοµία να
επαναξιολογήσει την αναφορά της για την περίπτωση του Οκέκε ισχυριζόµενος ότι η
διαδικασία είχε εµφανή λάθη όσον αφορά στην εκτίµηση και αξιολόγηση των
διαθέσιµων στοιχείων. Μέχρι το τέλος του έτους η υπόθεση αυτή εκκρεµούσε στο
Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων για παραβίαση του άρθρου της
Ευρωπαϊκής Συνθήκης Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων που απαγορεύει τα βασανιστήρια και
την απάνθρωπη και εξευτελιστική µεταχείριση ή τιµωρία.
Τον ∆εκέµβριο το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επέβαλε στην
κυβέρνηση να καταβάλει 12.000 δολλάρια (10.000 Ευρώ) σε καθένα από δύο Ρόµα για
απάνθρωπη συµπεριφορά από την αστυνοµία στο Μεσολόγγι το 1998. Σύµφωνα µε τα
εγκληµατολογικά εργαστήρια η αστυνοµία ξυλοκόπησε βάναυσα τους δύο άνδρες κατά
τη διάρκεια της ανάκρισης µετά τη σύλληψή τους για υποτιθέµενη διαρρήξη περίπτέρου.
Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο απεφάνθη ότι η χώρα έχει παραβιάσει την Ευρωπαϊκή
Συνθήκη Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων επειδή δεν είχε διενεργήσει αποτελεσµατική έρευνα
για το συµβάν µε πιθανά ρατσιστικά κίνητρα, κάτι που αποτελεί παραβίαση των
διατάξεων εναντίον των φυλετικών διακρίσεων.
Τον ∆εκέµβριο το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων κατεδίκασε την
κυβέρνηση να πληρώσει πρόστιµο 18.000 δολλαρίων (15.000 Ευρώ) επειδή δεν είχε
διενεργήσει αποτελεσµατική έρευνα για τον πυροβολισµό και σοβαρό τραυµατισµό
άοπλου πολίτη από αστυνοµικούς το 1995. Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων
∆ικαιωµάτων άσκησε κριτική στις αρχές για την αδυναµία τους να εξακριβώσουν την
ταυτότητα όλων των αστυνοµικών που ενεπλάκησαν στον πυροβολισµό και τραυµατισµό
του ατόµου αυτού.
Η αστυνοµία υπέβαλε σε κακή µεταχείριση Ρόµα µε µεγαλύτερη συχνότητα από άλλες
µειονοτικές οµάδες. Μετανάστες, µεταξύ των οποίων Αλβανοί, κατηγόρησαν επίσης την
αστυνοµία για κακοµεταχείριση (βλέπε Τοµέα 5).
Συνθήκες σε Κέντρα Κράτησης και Φυλακές
Οι συνθήκες στις φυλακές παρέµειναν σκληρές εξαιτίας του γεγονότος ότι βρισκόταν
υπό κράτηση πολύ µεγαλύτερος αριθµός φυλακισµένων από αυτόν που επέτρεπε η
χωρητικότητά τους, και επειδή οι εγκαταστάσεις είναι παλιές. Τον ∆εκέµβριο το
Υπουργείο ∆ικαιοσύνης δήλωσε ότι ο συνολικός αριθµός των φυλακισµένων ήταν 9.984,
ενώ η συνολική χωρητικότητα των φυλακών είναι 5.584 άτοµα. Προφυλακισµένοι
εκρατούντο µαζί µε µερικούς καταδικασµένους που ανέµεναν την εκδίκαση της
υπόθεσής τους στις φυλακές του Κορυδαλλού.
Κατά την επίσκεψή της την περίοδο Αυγούστου – Σεπτεµβρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή
για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων εξέτασε τη µεταχείριση ατόµων υπό κράτηση από
την αστυνοµία, και ειδικότερα σε κέντρα κράτησης παράνοµων µεταναστών στο
ανατολικό Αιγαίο και τη Θράκη. Η αποστολή επισκέφθηκε φυλακές, κρατητήρια,
αστυνοµικά τµήµατα, κέντρα κράτησης παράνοµων µεταναστών, και ψυχιατρικά
νοσοκοµεία. Τα ευρήµατά της δεν είχαν δηµοσιοποιηθεί µέχρι το τέλος του έτους.
Οι συνθήκες στα κέντρα κράτησης παράνοµων µεταναστών παρέµειναν σκληρές, ειδικά
για γυναίκες σε κέντρα κράτησης στην Αθήνα (βλέπε Τοµέα 2.δ). Ο αναπληρωτής
συνήγορος του πολίτη για τα ανθρώπινα δικαιώµατα σηµείωσε στην ετήσια έκθεσή του
ότι τα κέντρα κράτησης αλλοδαπών υπό απέλαση αποτελούν «προσβολή στην
ανθρώπινη αξιοπρέπεια.» Η ∆ιεθνής Αµνηστία ανέφερε τον Οκτώβριο ότι οι συνθήκες
κράτησης αλλοδαπών «σε ορισµένες περιπτώσεις ισοδυναµούν µε σκληρή, απάνθρωπη,
και εξευτελιστική µεταχείριση», και ότι ο υπερβολικός αριθµός κρατουµένων σε χώρους
για λιγότερους κρατούµενους συνέχισε να αποτελεί σοβαρό πρόβληµα.
Τον Ιούνιο πολίτης που είχε συλληφθεί για κατοχή χασίς απεβίωσε µε τις χειροπέδες στα
χέρια στο κέντρο κράτησης της αστυνοµίας στην Πτολεµαΐδα στη βόρεια Ελλάδα, αφού
πρώτα έβαλε φωτιά στο στρώµα στο κελί του.
Πειθαρχικά µέτρα επιβλήθηκαν στο τέλος Σεπτεµβρίου σε βάρος δύο αστυνοµικών
κατόπιν καταγγελίας ότι ενόχλησαν τέσσερις Μουσουλµάνους κατά τη διάρκεια της
προσευχής τους στο κρατητήριο της αστυνοµίας στον Ασπρόπυργο.
Τοπικοί και διεθνείς παρατηρητές ανθρωπίνων δικαιωµάτων δήλωσαν ότι η κυβέρνηση
δεν τους επιτρέπει συστηµατικά να επισκέπτονται αστυνοµικά κρατητήρια για
παράνοµους µετανάστες και φυλακές. ∆ιεθνείς παρατηρητές ανθρωπίνων δικαιωµάτων
ανέφεραν λιγότερα προβλήµατα στη λήψη άδειας για τέτοιες επισκέψεις από τοπικούς
παρατηρητές ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Η ∆ιεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού είχε
πρόγραµµα τακτικών επισκέψεων σε φυλακές. Ανεξάρτητες οργανώσεις που ήθελαν να
αναζητήσουν για θύµατα παράνοµης εµπορίας προσώπων είχαν ανεπαρκή πρόσβαση σε
κέντρα κράτησης.
Το Γραφείο του Υπατου Αρµοστή του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ανέφερε τον Ιούνιο ότι
οι συνθήκες στα κέντρα υποδοχής για άτοµα που είχαν καταγραφεί ως αιτούντα άσυλο
είχαν βελτιωθεί αλλά συνέστησε αύξηση της δυναµικότητας από το σηµερινό επίπεδο
που είναι για λιγότερα άτοµα από 1.200, λαµβάνοντας υπ΄όψιν ότι υπήρξαν περισσότερες
από 5.000 αιτήσεις για άσυλο µέσα στο χρόνο. Η Υπατη Αρµοστεία του ΟΗΕ για τους
Πρόσφυγες ζήτησε ειδικότερα να αυξηθεί η δυναµικότητα τών χώρων και να βελτιωθούν
οι συνθήκες στα κέντρα για ασυνόδευτα παιδιά και παιδιά που αποχωρίστηκαν από τις
οικογένειές τους. Μέχρι το τέλος του έτους βελτιώθηκε ή δυναµικότητα κέντρων για
ασυνόδευτα παιδιά που ανήκουν σε ΜΚΟ και λειτουργούν µε χρηµατοδότηση από το
Ευρωπαϊκό Συµβούλιο για τους Πρόσφυγες και από την κυβέρνηση.
δ. Αυθαίρετη Σύλληψη και Κράτηση
Το Σύνταγµα απαγορεύει την αυθαίρετη σύλληψη και κράτηση. Ωστόσο, κατά τη
διάρκεια του έτους, η αστυνοµία διεξήγαγε ευρείας έκτασης επιχειρήσειςσκούπα και
προέβη σε προσωρινή κράτηση µεγάλου αριθµού ξένων, συχνά κάτω από άθλιες
συνθήκες, ενώ ερευνούσε το καθεστώς παραµονής τους στη χώρα. Αντίθετα µε το
παρελθόν, δεν υπήρξαν αναφορές κράτησης αλλοδαπών για αόριστο χρονικό διάστηµα
χωρίς δικαστική απόφαση.
Ρόλος της Αστυνοµίας και των Σωµάτων Ασφάλειας
Οι αστυνοµικές δυνάµεις είναι υπεύθυνες για την εφαρµογή του νόµου και την τήρηση
της τάξης και υπάγονται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης. Το
Λιµενικό Σώµα είναι υπεύθυνο για την εφαρµογή του νόµου στα χωρικά ύδατα και
υπάγεται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Εµπορικής Ναυτιλίας. Τα σώµατα ασφαλείας
σε γενικές γραµµές υπήρξαν αποτελεσµατικά. Όµως, η αστυνοµία δεν ανταποκρίθηκε
επαρκώς και δεν απέτρεψε επιθέσεις από ιδιότυπους «αντι-ιµπεριαλιστές» αναρχικούς, οι
οποίοι έδρασαν ατιµώρητοι, ειδικά στο κέντρο της Αθήνας, και χρησιµοποίησαν βόµβες
µολότωφ και βόµβες από γκαζάκια για να επιτεθούν εναντίον υλικών στόχων,
κυβερνητικών γραφείων, στόχων που εκπροσωπούν «∆υτικά συµφέροντα», και την
αστυνοµία (βλέπε Τοµείς 1.ε και 3).
Η διαφθορά στην αστυνοµία υπήρξε πρόβληµα. Η µονάδα εναντίον της διαφθοράς
Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης, το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων, διερεύνησε
καταγγελίες για καταχρήσεις, αλλά οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων και
καταπολέµησης της εµπορίας ανθρώπων ισχυρίστηκαν ότι πρέπει να δοθεί υψηλότερη
προτεραιότητα. στις προσπάθειες κατά της διαφθοράς.
Το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων έλαβε αρκετά πειθαρχικά µέτρα, όπως απολύσεις
και προσωρινές παύσεις αστυνοµικών και υπαλλήλων που είχαν ανάµειξη σε υποθέσεις
διαφθοράς, που κυρίως αφορούσαν πλαστογράφηση εγγράφων και δωροδοκίες. Κατά τη
διάρκεια του 2004 υποβλήθηκαν εγγράφως 325 αναφορές στο εν λόγω Γραφείο. Οι
περισσότερες από τις αναφορές αυτές αφορούσαν παράβαση καθήκοντος, έκδοση
ψευδών βεβαιώσεων, κατάχρηση εξουσίας, διαφθορά, παραβάσεις σχετικά µε όπλα και
εκρηκτικά, παράνοµη απελευθέρωση ατόµων που ήταν σε αστυνοµική κράτηση,
µαστροπεία, και διάφορες άλλες παραβάσεις που αφορούσαν στη διαδικασία του νόµου
περί αλλοδαπών. Το 2004 το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων είχε υποβάλει µηνύσεις
κατά 75 αστυνοµικών, 20 δηµοσίων υπαλλήλων και 78 πολιτών.
Το Φεβρουάριο ο διοικητής αστυνοµικού τµήµατος στου Χαριλάου, της Θεσσαλονίκης
συνελήφθη επειδή εδωροδοκείτο σε µηνιαία βάση από ιδιοκτήτη εστιατορίου. Ο
διοικητής του τµήµατος µηνύθηκε για εκβίαση, απάτη, και παράνοµη κατοχή όπλων.
Μέχρι το τέλος του έτους δεν είχε ορισθεί ηµεροµηνία της δίκης του.
Ο τύπος και ΜΚΟ ισχυρίστηκαν ότι οι ποινές για διαφθορά ή κατάχρηση εξουσίας από
την αστυνοµία ήταν πολύ επιεικείς και αποθάρρυναν τους πολίτες από το να µηνύουν
την αστυνοµία. Ο µικρός αριθµός δικαστικών διώξεων για την τιµωρία αστυνοµικής
αυθαιρεσίας ενισχύει αυτή την άποψη.
Το Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης διενήργησε τακτική εκπαίδευση σε θέµατα σχετικά µε
διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας για να αντιµετωπίσει τα προβλήµατα αυτά.
Σύλληψη και Κράτηση
Η νοµοθεσία απαιτεί την ύπαρξη εντάλµατος σύλληψης, εκτός από τις περιπτώσεις
σύλληψης επ’ αυτοφώρω απαγορεύει την αυθαίρετη σύλληψη. Οι αρχές σεβάστηκαν
γενικώς αυτές τις διατάξεις. Σύµφωνα µε το νόµο, η αστυνοµία υποχρεούται να φέρει
τους συλληφθέντες ή τους κρατούµενους ενώπιον του αρµόδιου εισαγγελέα εντός 24
ωρών. Ο εισαγγελέας υποχρεούται να εκδώσει ένταλµα κράτησης ή να διατάξει την
αποφυλάκιση εντός τριών ηµερών, εκτός και αν ειδικές συνθήκες επιβάλλουν την
παράταση της κράτησης για διάστηµα δύο επιπλέον ηµερών. Προβλέπεται η δυνατότητα
πληρωµής εγγύησης από κατηγορούµενους και κρατούµενους για κακουργήµατα, εκτός
εάν ο εισαγγελέας αποφασίσει ότι η καταβολή εγγύησης δεν διασφαλίζει την παρουσία
του κατηγορούµενου στο δικαστήριο ή ότι ο κατηγορούµενος είναι ύποπτος φυγής ή
αποτελεί απειλή για την κοινωνία. Ο δικαστής µπορεί να επιβάλει επιπλέον
περιοριστικούς όρους, όπως να διατάξει την διαµονή του κατηγορουµένου σε
συγκεκριµένη διεύθυνση ή να επιβάλει απαγόρευση εξόδου από τη χώρα. Η απόφαση
για καταβολή εγγύησης µπορεί να ληφθεί και από τον ανακριτή µε τη σύµφωνη γνώµη
του εισαγγελέα. Οι κατηγορούµενοι έχουν δικαίωµα να έχουν δικηγόρο να τους
εκπροσωπεί. Σε περιπτώσεις κακουργηµάτων ο δικηγορικός σύλλογος προσφέρει
δωρεάν νοµικές υπηρεσίες µέσω δικηγόρων-µελών του σε κατηγορουµένους που
αποδεδειγµένα δεν µπορούν να πληρώσουν δικηγόρο.
Οι κατηγορούµενοι που προσάγονται σε δίκη την επόµενη της τέλεσης πληµµελήµατος
είναι δυνατόν να δικάζονται άµεσα µε τη διαδικασία του αυτόφωρου. Μολονότι τα
νοµικά δικαιώµατα, συµπεριλαµβανοµένης της παρουσίας δικηγόρου, προστατεύονται
και κατοχυρώνονται και στις δίκες επ΄αυτοφώρω τα µικρά χρονικά περιθώρια σε αυτές
τις δίκες περιόρισαν τη δυνατότητα των κατηγορούµενων να προετοιµάσουν επαρκώς
την υπεράσπισή τους. Οι κατηγορούµενοι έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν αναβολή
για να προετοιµάσουν την υπεράσπισή τους, αλλά το δικαστήριο δεν υποχρεούται να την
παράσχει. Η διαδικασία του αυτόφωρου εφαρµόσθηκε σε λιγότερο από 10% των
περιπτώσεων όπου µπορούσε να εφαρµοσθεί.
Σύµφωνα µε έκθεση του αναπληρωτή Συνηγόρου του πολίτη, η αστυνοµία µετέφερε
πολίτες σε κρατητήρια για αυθαίρετη διακρίβωση στοιχείων, χρησιµοποιώντας
προσβλητική γλώσσα και απειλές χρήσης βίας, και πραγµατοποίησε σωµατικούς
ελέγχους δηµόσια. Η έκθεση ανέφερε ότι η αστυνοµία έκανε ελέγχους σε άτοµα
ανάλογα µε τη φυλή, το χρώµα, την εθνικότητα, ή την παρουσία τους σε περιοχές
υψηλής εγγληµατικότητας.
Το ∆εκέµβριο ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου διέταξε έρευνα σχετικά µε τις
καταγγελίες 28 Πακιστανών που διαµένουν στην Ελλάδα ότι τον Ιούλιο άτοµα που
ισχυρίσθηκαν ότι ήταν αστυνοµικοί τους απήγαγαν, τους φόρεσαν κουκούλες, τους
κράτησαν για διαστήµατα µέχρι επτά ηµερών σε µυστική τοποθεσία και τους ανέκριναν.
Ένας από τους καταγγέλοντες επίσης ισχυρίσθηκε ότι ξυλοκοπήθηκε. Ο Υπουργός
∆ηµόσιας Τάξης ανέφερε ότι περίπου πέντε χιλιάδες ξένοι που διαµένουν στην Ελλάδα
ανακρίθηκαν νόµιµα µετά τις τροµοκρατικές ενέργειες στο Λονδίνο και ότι κανείς δεν
υπέστη κακοµεταχείριση. Η έρευνα συνεχιζόταν στο τέλος του έτους.
Ενώ µέλη της Εκκλησίας του Θεού των Αγίων των Τελευταίων Ηµερών καθώς και των
Μαρτύρων του Ιεχωβά ανέφεραν δυσκολίες όπως παρενόχληση και κράτηση από την
αστυνοµία λόγω του νόµου που απαγορεύει τον προσηλυτισµό, εν τούτοις σηµείωσαν
σηµαντική βελτίωση κατά τη διάρκεια του έτους σε σχέση µε αυτά τα προβλήµατα
(βλέπε Τοµέα 2.γ).
∆εν υπήρξαν αναφορές για πολιτικούς κρατούµενους.
Το ανώτερο επιτρεπόµενο χρονικό όριο προφυλάκισης είναι 18 µήνες για κακούργηµα
και εννέα µήνες για πληµµέληµα. ∆ικηγόροι κατηγορουµένων υποστηρίζουν ότι το
διάστηµα της προφυλάκισης είναι υπερβολικά µεγάλο και ότι γίνεται αντικείµενο
κατάχρησης από τους δικαστές. Το δικαστικό συµβούλιο έχει τη δυνατότητα να διατάξει
την απελευθέρωση προφυλακισµένων µε ή χωρίς εγγύηση ενώ εκκρεµεί η δίκη.
Σύµφωνα µε στοιχεία του Υπουργείου ∆ικαιοσύνης οι προφυλακισµένοι αποτελούσαν το
30 % του συνολικού αριθµού των κρατουµένων, συµβάλλοντας έτσι στο φαινόµενο
υπερπληθυσµού των φυλακών.
ε. Άρνηση ∆ίκαιης ∆ηµόσιας ∆ίκης
Η νοµοθεσία προβλέπει την ύπαρξη ανεξάρτητης δικαιοσύνης, και η κυβέρνηση γενικά
σεβάστηκε στην πράξη αυτόν τον κανόνα. Η δικαιοσύνη υπέστη επιρροές και κρίθηκε
ως ανεπαρκής από τοΕυρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων. Κατά τη
διάρκεια του έτους ορισµένοι δικαστές ήταν υπό έρευνα ή αποµακρύνθηκαν από τη θέση
τους λόγω κατηγοριών σχετικών µε διαφθορά (βλ. Τοµέα 3). Η δικαιοσύνη υπήρξε
επιεικής προς αναρχικούς που κρίθηκαν ένοχοι βίαιων πράξεων, δίνοντάς τους, για
παράδειγµα, ποινές φυλάκισης µε αναστολή αντί για κανονικές ποινές φυλάκισης ή
παραδειγµατικά πρόστιµα (βλ. Τοµέα 1.δ).
Το δικαστικό σύστηµα αποτελείται από τρία επίπεδα αστικών δικαστηρίων (πρωτοδικείο,
εφετείο, και ανώτατο δικαστήριο), και τρία επίπεδα ποινικών δικαστηρίων (πρωτοδικείο,
που χωρίζεται σε πληµµελειοδικείο και κακουργοδικείο, εφετείο, και ανώτατο
δικαστήριο), διορισµένους δικαστές, εισαγγελικό σύστηµα, και δίκες από πολυµελή
δικαστήρια.
∆ιαδικασίες ∆ιεξαγωγής ∆ίκης
Η νοµοθεσία προβλέπει το δικαίωµα σε δίκαιη δίκη και η ανεξάρητη δικαιοσύνη γενικά
σεβάστηκε αυτό το δικαίωµα. Οι δίκες είναι δηµόσιες και χρησιµοποιούνται ένορκοι.
Οι κατηγορούµενοι έχουν το δικαίωµα να είναι παρόντες και να συµβουλεύονται
δικηγόρο εγκαίρως. Στην περίπτωση άπορων κατηγορούµενων που αντιµετωπίζουν
σοβαρές ποινικές κατηγορίες, παρέχεται συνήγορος υπεράσπισης µε έξοδα δηµοσίου. Οι
κατηγορούµενοι µπορούν να κάνουν ερωτήσεις και κατ’αντιπαράσταση εξέταση σε
µάρτυρες, και να παρουσιάσουν µάρτυρες και αποδεικτικά στοιχεία για την υπεράσπισή
τους. Οι κατηγορούµενοι και οι συνήγοροί τους έχουν πρόσβαση σε αποδεικτικά
στοιχεία σχετικά µε την υπόθεσή τους που βρίσκονται στην κατοχή του κράτους. Οι
κατηγορούµενοι απολαµβάνουν το τεκµήριο της αθωότητας και έχουν δικαίωµα να
ασκήσουν έφεση.
Κατηγορούµενοι που δεν µιλούν Ελληνικά έχουν το δικαίωµα να ζητήσουν διορισµό
διερµηνέα από το δικαστήριο. Σύµφωνα µε αρκετές ενώσεις µεταναστών στην Αθήνα, οι
χαµηλές αµοιβές για τέτοιες υπηρεσίες συχνά έχουν ως αποτέλεσµα την κακή ποιότητα
µεταφραστών. Αλλοδαποί κατηγορούµενοι που έκαναν χρήση τέτοιων διερµηνέων
εξέφρασαν συχνά παράπονα δεν καταλάβαιναν τη διαδικασία της δίκης τους. Οι
κατηγορούµενοι συχνά δεν πληροφορούνταν για τα δικαιώµατά τους κατά τη διάρκεια
της σύλληψης σε γλώσσα κατανοητή σε αυτούς. Αρκετοί εξέφρασαν παράπονα ότι δεν
τους είχε επιδειχθεί το Πληροφοριακό ∆ελτίο της Ελληνικής Αστυνοµίας που αναγράφει
τα δικαιώµατα των κρατουµένων σε αρκετές γλώσσες, και ότι υποχρεώθηκαν να
υπογράψουν δια της βίας ασυµπλήρωτα έγγραφα που στη συνέχεια χρησιµοποιήθηκαν
για την απέλασή τους.
Το Μάιο το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων κατεδίκασε την
κυβέρνηση να καταβάλει σε άτοµο που προσέφυγε σε αυτό 18 χιλιάδες δολάρια (περίπου
15 χιλιάδες ευρά) ως αποζηµίωση λόγω αδικαιολόγητα µεγάλης διάρκειας ποινικής
διαδικασίας στην οποία υπεβλήθη. Το δικαστήριο σηµείωσε ότι η εκδίκαση υπόθεσης
για δυσφήµηση και προσβολή είχε διαρκέσει σχεδόν τέσσερα χρόνια κι εννέα µήνες, και
έκρινε ότι η διάρκεια της διαδικασίας αυτής ήταν υπερβολική και µη συµβατή µε τα
κριτήρια ευλόγου διάρκειας που έχει θέσει το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρώπινων
∆ικαιωµάτων. Το δικαστήριο έκρινε επίσης οµόφωνα ότι παραβιάστηκε το άρθρο που
προβλέπει το τεκµήριο της αθωότητας.
Πολιτικοί κρατούµενοι
∆εν υπήρξαν αναφορές για την ύπαρξη πολιτικών κρατουµένων.
στ. Αυθαίρετη Παραβίαση της Ιδιωτικής Ζωής, Οικιακού Ασύλου, ή Προσωπικού
Απορρήτου
Η νοµοθεσία απαγορεύει την παραβίαση του ιδιωτικού ασύλου και τις έρευνες άνευ
εντάλµατος και ο νόµος επιτρέπει την παρακολούθηση των προσωπικών επικοινωνιών
µόνον υπό αυστηρό δικαστικό έλεγχο. Παρά ταύτα, οι διατάξεις αυτές δεν έγιναν πάντα
σεβαστές στην πράξη.
Τουρκόφωνοι και Σλαβόφωνοι ακτιβιστές παραπονέθηκαν για συνεχή αστυνοµική
παρακολούθηση. Η αστυνοµία πραγµατοποίησε τακτικές επιχειρήσεις και έρευνες σε
περιοχές όπου κατοικούσαν Ρόµα για υποτιθέµενη παρουσία ποινικώς υπόπτων,
ναρκωτικών, και όπλων. Οι τοπικές αρχές απείλησαν να εκδιώξουν Ρόµα από
καταυλισµούς κατά την διάρκεια του έτους. (βλ. Τοµέα 5).
ΤΟΜΕΑΣ 2: Σεβασµός Πολιτικών Ελευθεριών, περιλαµβανοµένων:
α. Ελευθερία Λόγου και Τύπου
Η νοµοθεσία προβλέπει την ελευθερία λόγου και τύπου, και η κυβέρνηση γενικά
σεβάστηκε αυτά τα δικαιώµατα στην πράξη. Παρά ταύτα, νοµικοί περιορισµοί στην
ελευθερία του λόγου συνέχισαν να υφίστανται. Ο νόµος απαγορεύει την έκθεση σε
κίνδυνο ή διατάραξη των φιλικών σχέσεων µε ξένες χώρες, τη διάδοση ψευδών
πληροφοριών και φηµών που ενδέχεται να δηµιουργήσουν ανησυχία και φόβο στους
πολίτες ή να διαταράξουν τις διεθνείς σχέσεις της χώρας, να προκαλέσουν αντιπαλότητα
και διχασµό µεταξύ των πολιτών ή να οδηγήσουν στη διασάλευση της ειρήνης και σε
πράξεις βίας. Σπανιότατα, πάντως, έγινε επίκληση αυτών των απαγορεύσεων. Στις
περισσότερες περιπτώσεις δυσφήµησης οι κατηγορούµενοι αφέθησαν ελεύθεροι µε
εγγύηση µέχρι την εκδίκαση της έφεσης χωρίς να εκτίσουν ποινή φυλάκισης.
Μέχρι το τέλος του έτους δεν είχαν γίνει γνωστά τα αποτελέσµατα έρευνας του
Υπουργείου Εµπορικής Ναυτιλίας σχετικά µε τις καταγγελίες δύο ξένων δηµοσιογράφων
που υποστήριζαν ότι το Λιµενικό Σώµα τους συνέλαβε και τους χτύπησε όταν
προσπάθησαν να κινηµατογραφήσουν µια περιοχή κάτω από ειδικά µέτρα ασφαλείας
κατά τη διάρκεια των Ολυµπιακών Αγώνων.
Υπήρξε πληθώρα ανεξάρτητων εφηµερίδων και περιοδικών. Σατιρικές εφηµερίδες καθώς
και εφηµερίδες που υποστήριζαν αντιπολιτευτικές θέσεις επέκριναν την κυβέρνηση σε
καθηµερινή βάση. Μέλη εθνοτικών, θρησκευτικών και γλωσσικών µειονοτήτων
δηµοσίευαν υλικό εν γένει ελεύθερα, συχνά στη µητρική τους γλώσσα.
Η νοµοθεσία προβλέπει ότι το κράτος ασκεί «άµεσο έλεγχο» στο ραδιόφωνο και την
τηλεόραση και έχει καθιερώσει όρια ιδιοκτησίας των ραδιοτηλεοπτικών συχνοτήτων. Το
Υπουργείο Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενηµέρωσης έχει την τελική δικαιοδοσία στην
έκδοση ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών αδειών, ενώ το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό
Συµβούλιο (ΕΣΡ) έχει συµβουλευτικό ρόλο.
Ανεξάρτητοι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθµοί ήταν σε λειτουργία και εξέφρασαν
πληθώρα απόψεων µε µικρούς κυβερνητικούς περιορισµούς Οι κρατικοί σταθµοί είχαν
την τάση να δίνουν έµφαση στις απόψεις της κυβέρνησης αλλά επίσης παρείχαν
αντικειµενική ενηµέρωση πάνω στα προγράµµατα και τις θέσεις άλλων πολιτικών
κοµµάτων. Τηλεοπτικά προγράµµατα στην Τουρκική γλώσσα ήσαν ευρέως διαθέσιµα
µέσω δορυφόρου στη Θράκη.
Η νοµοθεσία επιτρέπει την κατάσχεση, µε εντολή εισαγγελέα, εκδόσεων που
προσβάλλουν τον Πρόεδρο, τη Χριστιανοσύνη «ή οποιαδήποτε άλλη γνωστή θρησκεία»,
περιέχουν αισχρά άρθρα, συνηγορούν υπέρ της βίαιης ανατροπής του πολιτικού
συστήµατος, ή αποκαλύπτουν πληροφορίες στρατιωτικής και αµυντικής φύσης. ∆εν
υπήρξαν τέτοιου είδους κατασχέσεις κατά τη διάρκεια αυτού του έτους.
Το Φεβρουάριο ένας καλλιτέχνης του ∆ιαδικτύου που δηµιούργησε µια σατιρική
ιστοσελίδα µε τίτλο «Βρώµικες ∆ουλειές στην Ελλάδα», η οποία περιέγραφε τη
διαφθορά στη διαδικασία προσλήψεων στο δηµόσιο, συνελήφθη για διαδικτυακή απάτη,
και η αστυνοµία κατάσχεσε τον υπολογιστή, τις σηµειώσεις του και άλλα αντικείµενα. Ο
καλλιτέχνης αφέθηκε ελεύθερος µε εγγύηση µετά από τρεις ηµέρες.
Τον Απρίλιο εφετείο της Αθήνας ανέτρεψε την εξάµηνη ποινή φυλάκισης µε αναστολή
για βλασφηµία η οποία είχε επιβληθεί τον Ιανουάριο στον Αυστριακό συγγραφέα ενός
κόµικ που µεταφράστηκε και επωλείτο στη χώρα, και που οι αρχές θεώρησαν ότι
προσβάλλει τη χριστιανική πίστη. Το 2003 η αστυνοµία είχε κατασχέσει περίπου 50
αντίτυπα αυτού του κόµικ από βιβλιοπωλεία.
Τον Ιούνιο ένας επιµελητής εκθέσεων σε κρατική πινακοθήκη αθωώθηκε από κατηγορίες
για βλασφηµία. Το 2003 είχε επιτρέψει την έκθεση Βελγικού έργου που θεωρήθηκε ότι
προσβάλλει την Ορθόδοξη πίστη.
Τον Αύγουστο µια τοπική εφηµερίδα στη Βόρεια Ελλάδα άσκησε λογοκρισία σε άρθρο
σχετικά µε την αντιπαράθεση ως προς την Σλαβόφωνη διάλεκτο, η οποία αναφερόταν ως
«Μακεδονική», το οποίο επρόκειτο να δηµοσιευθεί σε τακτική στήλη. Το Ευρωπαϊκό
Γραφείο για τις Ολιγώτερο Χρησιµοποιούµενες Γλώσσες και το Ελληνικό
Παρατηρητήριο των Συµφωνιών του Ελσίνκι εξέφρασαν ανησυχία για την άρνηση της
εφηµερίδας να δηµοσιεύσει το άρθρο.
Το ∆εκέµβριο το Συµβούλιο Επικρατείας ανέτρεψε απόφαση του ΕΣΡ το Νοέµβριο η
οποία επέβαλε το κλείσιµο του ραδιοφωνικού σταθµού Best 92.6 για προγράµµατα που
θεωρούσε ότι ήταν «χαµηλής ποιότητας».
Η κυβέρνηση δεν επέβαλε περιορισµούς στην ακαδηµαϊκή ελευθερία.
β. Ελευθερία του ∆ικαιώµατος περί του Συνέρχεσθαι και Συνεταιρίζεσθαι Ειρηνικά
Ελευθερία του Συνέρχεσθαι
Η νοµοθεσία προβλέπει την ελευθερία του συνέρχεσθαι και η κυβέρνηση γενικά
σεβάσθηκε αυτό το δικαίωµα στην πράξη.
Ελευθερία του Συνεταιρίζεσθαι
Η νοµοθεσία προβλέπει την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι. Ωστόσο, τα δικαστήρια
συνέχισαν να θέτουν νοµικούς περιορισµούς στην ονοµασία συλλόγων που αφορούν
εθνοτικές µειονότητες.
Το Φεβρουάριο το Ανώτατο ∆ικαστήριο ανακοίνωσε την απόρριψη της έφεσης της
Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης, διατηρώντας την απόφαση του 1983 κατώτερου
δικαστηρίου που όριζε τη διάλυση της ένωσης επειδή χρησιµοποιούσε το επίθετο
«Τουρκική» στον τίτλο της. Το ίδιο δικαστήριο απέρριψε αίτηση για εγγραφή του
Πολιτιστικού Συλλόγου Τούρκων Γυναικών της Ροδόπης για τον ίδιο λόγο. Η απόφαση
του ανώτατου δικαστηρίου έδωσε τέλος στην 20ετή δικαστική διαµάχη για την
αναγνώριση της Τουρκικής Ένωσης, η οποία ήταν αναγνωρισµένη νοµικά από το 1927
έως το 1983. Η Τουρκική Ένωση Ξάνθης και ο Πολιτιστικός Σύλλογος Ροδόπης
υπέβαλαν αίτηση επανόρθωσης στο ECHR, αλλά δεν είχε ληφθεί απόφαση µέχρι το
τέλος του έτους.
γ. Θρησκευτικές Ελευθερίες
Ο νόµος προβλέπει την ελευθερία του θρησκεύµατος. Εν τούτοις, µη Ορθόδοξες οµάδες
αντιµετώπισαν κατά διαστήµατα διοικητικά εµπόδια ή νοµικούς περιορισµούς.
Η νοµοθεσία ορίζει την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού (Ελληνική
Ορθοδοξία) ως την «επικρατούσα» θρησκεία. Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία άσκησε
σηµαντική πολιτική και οικονοµική επιρροή. Η κυβέρνηση υποστήριξε οικονοµικά την
Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, και επιπλέον κατέβαλε τους µισθούς και µέρος των
δαπανών δύο επίσηµων θρησκευτικών Μουσουλµάνων ηγετών στη Θράκη.
Η κυβέρνηση, λόγω του καθεστώτος της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας ως
επικρατούσης θρησκείας, αναγνωρίζει εν τοις πράγµασι το κανονικό της δίκαιο.
Προνόµια και νοµικά δικαιώµατα που παρέχονται στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν
παρέχονται και σε άλλες αναγνωρισµένες θρησκείες. Αξιωµατούχοι της Ορθοδόξου
Εκκλησίας αρνήθηκαν να συνοµιλήσουν µε θρησκευτικές οµάδες που θεώρησαν
βλαπτικές για τους Ορθόδοξους πιστούς, και ζήτησαν από τα µέλη τους να αποφεύγουν
τους πιστούς αυτών των θρησκευµάτων.
Αρκετά θρησκευτικά δόγµατα ανέφεραν δυσκολίες στις συναλλαγές τους µε τις αρχές σε
σειρά διοικητικών θεµάτων, όπως να αποκτήσουν αναγνώριση ως «γνωστή θρησκεία»,
να ανανεώσουν βίζες ως θρησκευτικοί λειτουργοί, να στο άνοιξουν νέους ευκτηρίους
οίκους, και να µεταφέρουν ευκτήριους οίκους από ένα κτήριο σε άλλο κτήριο.
∆εν υπάρχει επίσηµος µηχανισµός αναγνώρισης µιας θρησκείας ως «γνωστή θρησκεία».
Η αναγνώριση χορηγείται έµµεσα µε την υποβολή και τη χορήγη άδειας «ευκτηρίου
οίκου» από το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων. Με νόµο το Υπουργείο
µπορεί να στηρίξει την απόφασή του να χορηγήσει άδεια στην γνώµη του τοπικού
Μητροπολίτη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Κάποια θρησκεύµατα είχαν προβλήµατα όταν
προσπάθησαν να αποκτήσουν τέτοιες άδειες.
Σύµφωνα µε το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων, οι αιτήσεις για νέους
ευκτηρίους οίκους είναι πολλές και εγκρίνονται κατά πάγια διαδικασία σε
ανεγνωρισµένες θρησκείες. Μέλη της Εκκλησίας της Σαϊεντολογίας δεν έχουν καταφέρει
να λάβουν άδεια ή να ανεγείρουν έναν ευκτήριο οίκο. Μια οµάδα που ασπάζεται την
αρχαία πολυθεϊστική ελληνική θρησκεία έκανε δύο φορές αίτηση τα τελευταία τρία
χρόνια για άδεια ευκτήριου οίκου, αλλά έως το τέλος του 2005 δεν είχε ακόµα λάβει
επίσηµη απάντηση στις αιτήσεις της. Υπήρχαν ακόµα ενώπιον του Συµβουλίου της
Επικρατείας τρεις εκκρεµείς υποθέσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά σχετικά µε τη
νοµιµόµητα της λειτουργίας οίκων λατρείας στη Χαλκιδική και τις Σέρρες. Επίσης, µη
Ορθόδοξες θρησκευτικές οµάδες πρέπει να υποβάλουν πολλές και µακροσκελείς
αιτήσεις στις αρχές για θέµατα όπως άδεια για να µεταφέρουν έναν ευκτήριο οίκο σε
µεγαλύτερo χώρο.
Το Μάιο του 2004, ένας πρώην Ελληνορθόδοξος ιερέας που έγινε ιερέας της
Μακεδονικής Ορθοδόξης Εκκλησίας καταδικάστηκε σε τρίµηνη φυλάκιση, ποινή η
οποία στη συνέχεια ανεστάλη, επειδή τελούσε θρησκευτική λειτουργία χωρίς να έχει
άδεια ευκτηρίου οίκου. ΄Εκανε έφεση κατά της επιβληθείσας ποινής, αλλά το δικαστήριο
δεν είχε εκδόσει απόφαση έως το τέλος του 2005.
Αν και η βουλή ενέκρινε το 2000 νοµοσχέδιο που επέτρεπε την ανέγερση του πρώτου
Ισλαµικού πολιτισµικού κέντρου και τεµένους στην περιοχή της Αθήνας, η
ανοικοδόµηση δεν είχε ξεκινήσει µε το τέλος του 2005. Ως αποτέλεσµα, οι
Μουσουλµάνοι στην Αθήνα συνέχιζαν να συγκεντρώνονται σε δεκάδες σε ανεπίσηµους
χώρους προσευχής και εξαναγκάζονταν να ταξιδεύουν στη Θράκη για επίσηµες γαµήλιες
τελετές και κηδείες γιατί δεν υπήρχαν επίσηµοι Μουσουλµάνοι κληρικοί εκτός Θράκης.
Στους Μουσουλµάνους έχει δοθεί το καθεστώς της επίσηµης µειονότητας στη Θράκη,
και η κυβέρνηση επιλέγει για τη συγκεκριµένη περιοχή δύο επίσηµους Μουσουλµάνους
θρησκευτικούς ηγέτες, τους Μουφτήδες. Αν και µερίδα της κοινότητας αποδέχτηκε τους
δύο επίσηµα διορισµένους Μουφτήδες, µερικοί Μουσουλµάνοι, µε την κάλυψη της
Τουρκίας, «εξέλεξαν» δύο διαφορετικούς Μουφτήδες. Στο παρελθόν, τα δικαστήρια
επανειληµµένα καταδίκασαν έναν από τους «εκλεγµένους» Μουφτήδες για αντιποίηση
αρχής του επίσηµου Μουφτή. Εν τούτοις, η εκτέλεση της ποινής αυτής ανεστάλη, και
ήταν σε εκκρεµότητα µε το τέλος του 2005.
Μη Ορθόδοξοι πολίτες ισχυρίστηκαν ότι αντιµετώπισαν περιορισµούς στην
επαγγελµατική τους ανέλιξη στις ΄Ενοπλες ∆υνάµεις, την Αστυνοµία, την Πυροσβεστική
και στο ∆ηµόσιο εξαιτίας των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.
Συγκεκριµένα, ο νόµος απαγορεύει τον προσηλυτισµό και προβλέπει ότι οι θρησκευτικές
τελετουργίες απαγορεύεται να διαταράσσουν τη δηµόσια τάξη και να προσβάλουν τα
χρηστά ήθη. Η Αστυνοµία διεξήγαγε αυθαίρετους ελέγχους διακρίβωσης στοιχείων
ταυτότητας, και συνέλαβε και φυλάκισε Μορµόνους και µέλη των Μαρτύρων του
Ιεχωβά, συνήθως ύστερα από δική της παρακολούθηση ή µετά από διαµαρτυρίες ότι
επιδίδοντο σε προσηλυτισµό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η Αστυνοµία έθεσε υπό
περιορισµό τα εν λόγω άτοµα για αρκετές ώρες και στη συνέχεια τα άφησε ελεύθερα
χωρίς να σχηµατίσει δικογραφία εναντίον τους. Ορισµένα άτοµα ανέφεραν ότι η
Αστυνοµία δεν τους επέτρεψε να καλέσουν τους δικηγόρους τους, και ότι υπέστησαν
φραστικές επιθέσεις για τις θρησκευτικούς τους πεποιθήσεις. Παρ’όλα αυτά, οι
προσηλυτίζοντες ανέφεραν ότι υπήρξε σηµαντική βελτίωση εντός του 2005 λόγω
καλύτερης εκπαίδευσης και ενηµέρωσης των αστυνοµικών.
Αρκετές ξένες θρησκευτικές οµάδες, συµπεριλαµβανόµενων των Προτεσταντών και των
Μορµόνων, εξακολούθησαν να αναφέρουν δυσκολίες στην ανανέωση της βίζας των
ιερέων και των θρησκευτικών τους λειτουργών. Ο µεταναστευτικός νόµος που
ψηφίστηκε τον Αύγουστο προβλέπει µία καινούργια κατηγορία βίζας για θρησκευτικούς
λειτουργούς.
Το µάθηµα των θρησκευτικών είναι υποχρεωτικό για όλους τους Ελληνες Ορθοδόξους
µαθητές στην πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια εκπαίδευση, αλλά όχι για τους µη
Ορθόδοξους µαθητές. Σε κάποια κείµενα θρησκευτικών βιβλίων εγκεκριµένων από το
κράτος υπήρχαν υποτιµητικές παρατηρήσεις για µη Ορθόδοξα δόγµατα. Λόγω του ότι
τα σχολεία δεν επιτηρούσαν τους µη Ορθόδοξους µαθητές κατά τη διάρκεια του
µαθήµατος των θρησκευτικών, οι γονείς των παιδιών αυτών παραπονέθηκαν ότι στην
ουσία τα παιδιά τους υποχρεώθηκαν να παρακολουθήσουν το µάθηµα των θρησκευτικών
για ορθόδοξα παιδιά. Στη Θράκη, η κυβέρνηση επιδότησε δηµόσια σχολεία για τη
Μουσουλµανική µειονότητα και δύο Κορανικά σχολεία. Τουρκόφωνοι ακτιβιστές
επέκριναν την ποιότητα της παιδείας που παρέχεται στα µειονοτικά σχολεία και την
κρατικώς επιχορηγούµενη Παιδαγωγική Ακαδηµία όπου εκπαιδεύονται δάσκαλοι και
καθηγητές για αυτά τα σχολεία.
Κοινωνική κακοµεταχείριση και διακρίσεις
Μέλη µη Ορθοδόξων δογµάτων ανέφεραν περιπτώσεις κοινωνικών διακρίσεων, όπως
στην περίπτωση Ορθοδόξων επισκόπων οι οποίοι προειδοποιούσαν ενορίτες να µη
επισκέπτονται τον κλήρο ή µέλη των δογµάτων αυτών, ή στην περίπτωση που επίσκοποι
ζήτησαν από την Αστυνοµία να συλάβει ιεραποστόλους για προσήλυτισµό. Κάποιες µη
Ορθόδοξες θρησκευτικές κοινότητες αντιµετώπισαν δυσκολίες στην επικοινωνία µε
επισήµους λειτουργούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και ισχυρίστηκαν ότι η στάση της
Ορθόδοξης Εκκλησίας προς τις θρησκείες τους διόγκωσε την έλλειψη κοινωνικής ανοχής
προς τη θρησκεία τους. Εν τούτοις, µε εξαίρεση τον αυξανόµενο Μουσουλµανικό
πληθυσµό, τα περισσότερα µέλη µη Ορθοδόξων δογµάτων θεώρησαν ότι έχουν
ενσωµατωθεί ικανοποιητικά στην κοινωνία.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εξέδωσε έναν κατάλογο θρησκευτικών οµάδων
περιλαµβανόµενων των Μορµόνων, των Μαρτύρων του Ιεχωβά, των Ευαγγελιστών
Προτεσταντών, των Σαϊεντολόγων, των Μπαχάι, καθώς και άλλων οµάδων που η ίδια
θεωρεί αιρετικές και βλαπτικές.
Η Εβραϊκή κοινότητα απαριθµεί περίπου 5.000 χιλιάδες µέλη. Ο αντισηµιτισµός
συνέχισε να υφίσταται, ιδιαίτερα στον εξτρεµιστικό τύπο. Οι µεγάλης κυκλοφορίας
εφηµερίδες καθώς και οι πολίτες συχνά δεν έκαναν σαφή διαχωρισµό µεταξύ της
κριτικής τους για το Ισραήλ και των σχολίων για τους Εβραίους. Το 2004, η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή κατά του Ρατσισµού και της Μισαλλοδοξίας, το Κέντρο Βίζενταλ, το Ελληνικό
Παρατηρητήριο των Συµφωνιών του Ελσίνκι, και η Συµµαχία κατά της ∆υσφήµισης
άσκησαν κριτική στον Τύπο επειδή δηµοσίευσαν αντισηµιτικές ιστορίες και
γελοιογραφίες σε αρκετές περιπτώσεις.
Οι βανδαλισµοί Εβραϊκών µνηµείων µειώθηκαν. Στο τέλος του έτους η Αστυνοµία δεν
είχε ακόµα ανακαλύψει τους δράστες που βεβήλωσαν τα µνηµεία του Ολοκαυτώµατος
στην Κοµοτηνή και τη Θράκη το 2004, και στα Ιωάννινα το 2003. ΄Ετσι, οι υποθέσεις
αυτές παρέµειναν ανοικτές. Ακροδεξιές οµάδες, όπως η Χρυσή Αυγή, έγραψαν
αντισηµιτικά συνθήµατα και τα υπέγραψαν µε τα δικά τους σύµβολα και ονόµατα των
οργανώσεών τους σε διάφορα σηµεία, όπως για παράδειγµα στην Εθνική Οδό Αθηνών-
Κορίνθου, πλησίων των Κεντρικών κτιρίων των ∆ικαστηρίων της Αθήνας, στην
Κηφισιά, καθώς και στην Τήνο. Κάποια σχολικά βιβλία περιείχαν αρνητικές αναφορές
στους Ρωµαιοκαθολικούς, στους Εβραίους, στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και άλλους.
Βιβλιοπωλεία πουλούσαν και είχαν στις βιτρίνες τους αντισηµιτικά βιβλία, µεταξύ των
οποίων «Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών».
Οι διαπραγµατεύσεις µεταξύ της Εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης και της
κυβέρνησης συνεχίζονταν µε το τέλος του 2005 προκειµένου να βρεθεί αποδεκτός
τρόπος αποκατάστασης του κοιµητηρίου της κοινότητας που απαλλοτριώθηκε µετά από
την καταστροαφή του κατά το Ολοκαύτωµα. Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο, που είναι
δηµόσιο ίδρυµα, έχει κτιστεί πάνω στο απαλλοτριωµένο κοιµητήριο.
Ηγετικά στελέχη της Εβραϊκής κοινότητας καταδίκασαν αντισηµιτικά προγράµµατα
µικρών τηλεοπτικών σταθµών, αλλά οι αρµόδιες αρχές δεν µήνυσαν αυτούς τους
τηλεοπτικούς σταθµούς πολλοί από τους οποίους δεν έχουν άδεια λειτουργίας.
Τον Οκτώβριο, η κυβέρνηση συµµετείχε και πάλι στην οργάνωση σεµιναρίου για την
έννοια και τη σηµασία του Ολοκαυτώµατος. Το σεµινάριο αυτό έγινε υπό την αιγίδα του
υπουργείου Παιδείας και συµµετείχαν 150 εκπαιδευτικοί καθώς και φοιτητές
παιδαγωγικών σχολών του Πανεπιστηµίου της Αθήνας. Σκοπός του ήταν η εξέταση
τρόπων για τη διδασκαλία του Ολοκαυτώµατος στην δευτεροβάθµια εκπαίδευση.
Επίσης, τον Οκτώβριο, έγινε ανάλογο σεµινάριο στη Θεσσαλονίκη για δασκάλους της
πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης. Το Νοέµβριο, η Οµάδα Εργασίας για τη ∆ιεθνή Συνεργασία,
΄Ερευνα και Μνήµη του Ολοκαυτώµατος ενέκρινε την ένταξη της χώρας στον οργανισµό
αυτό ως πλήρες µέλος. Η Ελλάδα ήταν συνδεδεµένο µέλος για αρκετά χρόνια.
Η χώρα τίµησε την Ηµέρα Μνήµης του Ολοκαυτώµατος στις 27 Ιανουαρίου στη
Θεσσαλονίκη, από όπου προέρχονταν τα περισσότερα θύµατα του Ολοκαυτώµατος. Το
υπουργείο Παιδείας διένειµε εκπαιδευτικό υλικό στα σχολεία σχετικά µε την ιστορία του
Ολοκαυτώµατος.
Για µια πιο λεπτοµερή ανάλυση οι ενδιαφερόµενοι µπορούν να ενηµερώνονται από την
∆ιεθνή ΄Εκθεση περί Θρησκευτικών Ελευθεριών 2005.
δ. Ελευθερία Κίνησης εντός της Χώρας, Ταξίδια στο Εξωτερικό, Μετανάστευση, και
Επαναπατρισµός.
Ο νόµος προβλέπει για την ελεύθερη διακίνηση ή εγκατάσταση εντός της χώρας καθώς
και την ελεύθερη είσοδο και έξοδο τόσο των Ελλήνων όσο και των µη Ελλήνων
υπηκόων. Γενικώς, η κυβέρνηση σεβάστηκε αυτά τα δικαιώµατα στην πράξη. Ο νόµος
απαγορεύει την υποχρεωτική εξορία, και η κυβέρνηση δεν έκανε χρήση της.
Ο νόµος επιτρέπει στην κυβέρνηση να αφαιρεί την υπηκοότητα από άτοµα που
προβαίνουν σε πράξεις που εξυπηρετούν τα συµφέροντα ξένης χώρας αντιβαίνοντας τα
συµφέροντα της ίδιας της χώρας τους. Αν και ο νόµος ισχύει για όλους τους πολίτες
ανεξαρτήτως εθνότητας, επιβλήθηκε σε όλες πλην µιας των περιπτώσεων κατά ατόµων
που αυτοπροσδιορίστηκαν ως µέλη της «Μακεδονικής µειονότητας». Η κυβέρνηση δεν
αποκάλυψε τον αριθµό αυτών των περιπτώσεων, αλλά θεωρείται ότι ήταν µικρός, και δεν
υπήρξαν αναφορές νέων περιπτώσεων κατά τη διάρκεια του έτους. Πολίτες µε διπλή
υπηκοότητα που έχασαν την υπηκοότητά µε αυτές τις διατάξεις δεν τους επετράπη να
εισέλθουν στη χώρα κάνοντας χρήση του διαβατηρίου της δεύτερης εθνικότητας.
Ακτιβιστές κατήγγειλαν ότι σε αρκετούς εκπατρισµένους «Σλαβοµακεδόνες» των οποίων
τα ονόµατα υπήρχαν σε «µαύρη λίστα» δεν επετράπη η είσοδος στη χώρα.
Το υπουργείο Εσωτερικών ανέφερε στη Βουλή το Μάιο ότι 46.638 Μουσουλµάνοι από
τη Θράκη και τα ∆ωδεκάννησα έχασαν την Ελληνική υπηκοότητα όταν έφυγαν από τη
χώρα από µεταξύ των ετών 1955 και 1998. Ο νόµος που επέτρεπε την αφαίρεση της
υπηκοότητας καταργήθηκε το 1988, και οι «απάτριδες» κάτοικοι µπορούν να
επανακτήσουν την υπηκοότητά τους µε την προϋπόθεση ότι ζουν στην Ελλάδα.
Σύµφωνα µε το υπουργείο Εξωτερικών υπήρχαν 64 άτοµα που είχαν στην κατοχή τους
πιστοποιητικά που εκδόθηκαν από κρατικές υπηρεσίες και τους χαρακτήριζαν
«απάτριδες». Κατά το τέλος του έτους το υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι
εκκρεµούσαν 55 αιτήσεις για ανάκτηση υπηκοότητας µέσω της διαδικασίας
πολιτογράφησης. Ακτιβιστής της Μουσουλµανικής µειονότητας ανέφερε ότι δεκάδες
απάτριδων ατόµων είχαν υποβάλει αιτήσεις κατά τη διάρκεια του έτους για την
ανάκληση της διοικητικής πράξης µε την οποία τους είχε αφαιρεθεί η υπηκοότητα, µία
εναλλακτική και λιγότερη δαπανηρή µέθοδος για την ανάκτηση της υπηκοότητάς των.
Με το κλείσιµο του έτους, οι αποφάσεις για τις αιτήσεις αυτές δεν είχαν εκδοθεί.
Εξαιτίας σοβαρών γραφειοκρατικών προβληµάτων στη διαδικασία νοµιµοποίησης των
µεταναστών, πολλοί ξένοι βρισκόντουσαν σε ηµι-νόµιµο καθεστώς (είχε λήξει η άδειά
τους, αλλά είχαν υποβάλει αίτηση για ανανέωση ή είχαν δικαίωµα ανανέωσης, αλλά δεν
είχε µπει η σφραγίδα στο διαβατήριό τους) και µπορούσαν να απελαθούν ύστερα από
επιχειρήσεις σκούπα της αστυνοµίας. Τον Αύγουστο ψηφίστηκε ένας καινούργιος
µεταναστευτικός νόµος που προβλέπει τη νοµιµοποίηση των παράνοµων µεταναστών οι
οποίοι µπορούσαν να αποδείξουν µε βίζα ή µε την κατοχή αριθµού φορολογικού
µητρώου ότι είχαν εισέλθει στη χώρα πριν από τις 31 ∆εκεµβρίου 2004. Μετανάστες και
οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων ισχυρίστηκαν ότι από ένα συνολικό αριθµό
περίπου 450 χιλιάδων παράνοµων µεταναστών µόνο λίγες χιλιάδες µετανάστες είχαν
νοµιµοποιηθεί επιτυχώς µε το νέο νόµο στο τέλος του έτους, είτε επειδή πολλοί
µετανάστες δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις νόµιµης εισόδου στη χώρα ή λόγω της
αυστηρής εφαρµογής των διατάξεων του νόµου. Η κυβέρνηση έδωσε παράταση για την
υποβολή αιτήσεων για νοµιµοποίηση έως 28 Φεβρουάριου 2006.
Προστασία προσφύγων
Ο νόµος προβλέπει την παροχή ασύλου ή καθεστώτος ασύλου σύµφωνα µε τη Σύµβαση
των Ηνωµένων Εθνών του 1951 αναφορικά µε το Καθεστώς περί Προσφύγων και το
Πρωτόκολλο του 1967. Εν τούτοις, η κυβέρνηση δεν έχει σε µεγάλο βαθµό εφαρµόσει
Προεδρικό ∆ιάταγµα του 1999 που ευθυγράµµιζε το νόµο µε τα πρότυπα της Υπατης
Αρµοστείας για τους Πρόσφυγες του Οργανισµού των Ηνωµένων Εθνών σχετικά µε τις
διαδικασίες παροχής ασύλου. Στην πράξη, η κυβέρνηση προσέφερε κάποια προστασία
κατά της απέλασης προσώπων σε χώρες όπου υπήρχε φόβος διώξεων. Αν και η Υπατη
Αρµοστεία των Ηνωµένων Εθνών παρετήρησε µια προσπάθεια από πλευράς κυβέρνησης
για µια πιο ρεαλιστική και ανθρωπιστική προσέγγιση στο θέµα των προσφύγων κατά τη
διάρκεια του έτους, σε συνεργασία µε το Ελληνικό Συµβούλιο Προσφύγων, το Συνήγορο
του Πολίτη, και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισµού, εξέφρασε παρ΄όλα αυτά
την ανησυχία της για το γεγονός ότι χορηγήθηκε άσυλο σε πολύ λίγους αιτούντες. Κατά
τη διάρκεια των πρώτων 10 µηνών του έτους η κυβέρνηση χορήγησε καθεστώς
πρόσφυγα σε 23 από 7.633 αιτήσαντες και ανθρωπιστικό καθεστώς σε περίπου 35 άτοµα
στα οποία δεν µπορούσε να δοθεί καθεστώς ασύλου ή πρόσφυγα σύµφωνα µε τη
Συνθήκη του 1951 και το Πρωτόκολλο του 1967. ∆ηλαδή, το συνολικό ποσοστό γενικής
αναγνώρισης ατόµων ως πρόσφυγες ήταν λιγότερο από 2%.
Αν και η κυβέρνηση συνεργάστηκε µε την Υπατη Αρµοστεία για τους Πρόσφυγες των
Ηνωµένων Εθνών και µε άλλες ανθρωπιστικές οργανώσεις για να βοηθήσει πρόσφυγες
και αιτούντες άσυλο, η Υπατη Αρµοστεία και άλλοι εξέφρασαν την ανησυχία τους για
την πολιτική και τις πρακτικές της χώρας σε θέµατα ασύλου, αναφέροντας τις
ανεπαρκείς εγκαταστάσεις υποδοχής προσφύγων, µη ανεπτυγµένο σύστηµα παροχής
κοινωνικής προστασίας σε πρόσφυγες, ελλειπή παροχή συµβουλευτικών κατευθύνσεων
γιά την ενσωµάτωση των προσφύγων και όσων αιτούνται άσυλο, και την έλλειψη
παροχής κατάλληλων υπηρεσιών σε ασυνόδευτους ανήλικους που δυνητικά µπορούσαν
να είναι αιτούντες άσυλο. Τον Ιούνιο, η Υπατη Αρµοστεία κυκλοφόρησε τις θέσεις της
για το θέµα της προστασίας των προσφύγων µε 25 προτάσεις για την κυβέρνηση σχετικά
µε τη βελτίωση της δυναµικότητας των κέντρων υποδοχής προσφύγων και των
συνθήκων διαβίωσης, την παροχή νοµικών συµβουλών, την προστασία παιδιών που
αιτούνται άσυλο, γυναικών, καθώς των θυµάτων παράνοµης διακίνησης ατόµων. Τον
Οκτώβριο, ο Συνήγορος του Πολίτη αναφέρθηκε µε έµφαση τόσο στην ανεπάρκεια του
νόµου για τη κράτηση και απέλαση ανήλικων ξένων υπηκόων, συµπεριλαµβανόµενων
ατόµων που αιτούνται άσυλο, όσο και στην έλλειψη υποδοµών και υπηρεσιών για το
χειρισµό ανήλικων κρατουµένων που προσπάθησαν να εισέλθουν στη χώρα παράνοµα ή
ζήτησαν άσυλο.
Μέχρι το τέλος του χρόνου δεν είχε εκδικαστεί η υπόθεση δύο αστυνοµικών οι οποίοι
είχαν κατηγορηθεί ότι είχαν υποβάλει µία οµάδα 40-60 Αφγανών αιτούντων άσυλο σε
ανακριτικές µεθόδους που συµπεριελάµβαναν βασανιστήρια τον ∆εκέµβριο του 2004.
Οι συνθήκες κράτησης για παράνοµους µετανάστες και αιτούντες άσυλο ήταν πολλές
φορές µή ικανοποιητικές. Τον Σεπτεµβριο ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός περιέγραψε τις
συνθήκες στο κέντρο κράτησης της Σάµου ως σκληρές, λόγω του µεγάλου αριθµού
κρατουµένων σε χώρο µε µικρότερες δυνατότητες. Τον Οκτώβριο και η ∆ιεθνής
Αµνηστία και το Παρατηρητήριο Συµφωνιών του Ελσίνκι ανεκοίνωσαν ότι οι συνθήκες
ήταν κακές στο κέντρο κράτησης της Χίου, όπου οι κρατούµενοι εφιλοξενούντο σε
µεταλλικά κοντέηνερ. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων ανέφεραν επίσης ότι η
διατροφή και η ιατρική περίθαλψη και η παροχή ζεστού νερού δεν ήταν επαρκείς σε
µερικά κέντρα κράτησης. Βελτίωση σηµειώθηκε σε µερικά κέντρα στην περιοχή του
Εβρου, αλλά σε αυτή την περιοχή συνεχίστηκε επίσης η χρήση παλαιών γεωργικών
αποθηκών ως κέντρων κράτησης αλλοδαπών.
ΤΟΜΕΑΣ 3 Σεβασµός Πολιτικών ∆ικαιωµάτων:
Το δικαίωµα των Πολιτών να Αλλάζουν την
Κυβέρνησή τους
Η νοµοθεσία παρέχει στους πολίτες το δικαίωµα να αλλάζουν την κυβέρνησή τους
ειρηνικά, και οι πολίτες άσκησαν αυτό το δικαίωµα µε τακτικές ελεύθερες και δίκαιες
εκλογές που διεξήχθηκαν µε καθολικό δικαίωµα ψήφου.
Εκλογές και Συµµετοχή Πολιτών σε αυτές
Στις πιο πρόσφατες εκλογές, που διεξήχθησαν το Μάρτιο του 2004 και ήταν ελεύθερες
και δίκαιες, το κόµµα της Νέας ∆ηµοκρατίας κέρδισε την πλειοψηφία των εδρών στη
Βουλή. Τα κόµµατα της αντιπολίτευσης είχαν πλήρη ελευθερία και πρόσβαση στα µέσα
µαζικής ενηµέρωσης.
Εκπρόσωποι των Ρόµα ανέφεραν ότι οι τοπικές αρχές µερικές φορές τους στέρησαν το
δικαίωµα της ψήφου αρνούµενοι να τους εγγράψουν στους εκλογικούς καταλόγους.
Πολλοί Ρόµα είχαν δυσκολίες ως προς το να εκπληρώσουν τις προϋποθέσεις για να
θεωρηθούν µόνιµοι κάτοικοι ενός δήµου και να εγγραφούν στους εκλογικούς
καταλόγους. Υπήρξαν ορισµένες καταγγελίες ότι η κυβέρνηση παρενόχλησε το Κόµµα
του Ουράνιου Τόξου, ένα µικρό πολιτικό κόµµα στο οποίο συµµετείχαν σλαβόφωνοι
ακτιβιστές, πριν από τις εκλογές του 2004.
Η ψήφος είναι υποχρεωτική για όλους τους πολίτες άνω των 18 ετών, σύµφωνα µε την
νοµοθεσία. Υπάρχουν όµως πολλές περιπτώσεις στις οποίες οι πολίτες µπορούν να
απαλλαγούν από την υποχρέωση της ψήφου, και η κυβέρνηση δεν επέβαλε καµία
κύρωση σε αυτούς που δεν ψήφισαν.
Στο σύνολο των 300 εδρών του κοινοβουλίου, γυναίκες κατείχαν 38 έδρες, ενώ υπήρχε 1
γυναίκα µεταξύ των 19 Υπουργών της κυβέρνησης. Το σύστηµα ποσόστωσης απαιτεί το
30% των υποψηφίων για τις δηµοτικές και νοµαρχιακές εκλογές να είναι γυναίκες. Στα
τρία ανώτερα δικαστήρια της χώρας υπήρχαν 14 γυναίκες µεταξύ 61 δικαστών του
Συµβουλίου Επικρατείας, 28 γυναίκες µεταξύ 59 δικαστών του Ανώτατου ∆ιοικητικού
∆ικαστηρίου, και 3 γυναίκες µεταξύ 62 δικαστών του Αρείου Πάγου.
Ένα µέλος της Μουσουλµανικής µειονότητας κατέλαβε µια από τις 300 έδρες της
Βουλής. ∆εν υπήρχαν µέλη µειονότητων σε θέσεις Υπουργών.
Ο διορισµένος από την κυβέρνηση περιφερειάρχης της Ανατολικής Μακεδονίας και
Θράκης έχει τη θεσπισµένη ευθύνη να ελέγχει αν εφαρµόζονται τα δικαιώµατα που
προβλέπονται για τη Μουσουλµανική µειονότητα στη Θράκη, ενώ το Υπουργείο
Εξωτερικών διατηρεί σηµαντικό συµβουλευτικό ρόλο.
Κυβερνητική ∆ιαφθορά και ∆ιαφάνεια
Η διαφθορά αποτέλεσε πρόβληµα. ∆ιεθνείς ΜΚΟ, οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων
και οργανώσεις κατά της εµπορίας ανθρώπων ανέφεραν ότι η καταπολέµηση της
διαφθοράς θα έπρεπε να είναι πιο ψηλά στις προτεραιότητες της κυβέρνησης.
∆ηµοσκοπήσεις έδειξαν επίσης την ύπαρξη µιας ευρείας αντίληψης στην κοινή γνώµη
για διαφθορά στη νοµοθετική και δικαστική εξουσία. Αµοιβαίες κατηγορίες για
διαφθορά µεταξύ των πολιτικών κοµµάτων αποτέλεσαν καθηµερινό φαινόµενο της
πολιτικής ζωής.
Μέχρι το τέλος του έτους τουλάχιστον 13 δικαστές είχαν καθαιρεθεί, 9 είχαν παυθεί
προσωρινά από τα καθήκοντά τους, 2 είχαν προφυλακιστεί και διωχθεί µε κατηγορίες για
ξέπλυµα χρήµατος και δωροδοκία, σε 17 είχαν ασκηθεί ποινικές διώξεις, και είχε
ξεκινήσει η διαδικασία επιβολής πειθαρχικών κυρώσεων για 40 δικαστές για κατηγορίες
σχετικές µε διαφθορά. Τον Οκτώβριο ο υφυπουργός Εθνικής Οικονοµίας και
Οικονοµικών παραιτήθηκε λόγω κατηγοριών για διαφθορά.
Το Σύνταγµα κατοχυρώνει το δικαίωµα στη συγκέντρωση, λήψη, και διάδοση
πληροφοριών και συγκεκριµένα προβλέπει το δικαίωµα πρόσβασης σε πληροφορίες που
έχει η κυβέρνηση. Η νοµοθεσία περί ελευθερίας της πληροφόρησης προβλέπει ότι κάθε
ενδιαφερόµενος, µετά από γραπτή αίτηση, µπορεί να έχει πρόσβαση σε διοικητικά
έγγραφα, εκτός αν το έγγραφο αφορά στην ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή τρίτου
προσώπου ή αν υπάρχει παραβίαση του εµπιστευτικού χαρακτήρα του εγγράφου κάτω
από ειδικές διατάξεις. Η διοικητική αρχή µπορεί να αρνηθεί να παράσχει το έγγραφο
που ζητάται αν αυτό αναφέρεται στις συζητήσεις του Υπουργικού Συµβουλίου ή αν η
παροχή του εγγράφου µπορεί να παρεµποδίσει σηµαντικά την έρευνα δικαστικών,
αστυνοµικών, ή στρατιωτικών αρχών σχετικά µε την διάπραξη εγκλήµατος ή διοικητική
παράβαση. Η πληροφόρηση είναι ελεύθερη.
ΤΟΜΕΑΣ 4 Κυβερνητική Στάση Σχετικά µε Έρευνες ∆ιεθνών και
Εθνικών µη-Κυβερνητικών Οργανώσεων για
Ισχυρισµούς Παραβιάσεων Ανθρώπινων ∆ικαιωµάτων
Πολλές εγχώριες και διεθνείς ΜΚΟ ανθρώπινων δικαιωµάτων λειτούργησαν γενικά
χωρίς περιορισµούς, ερευνώντας και δηµοσιεύοντας τα συµπεράσµατά τους για
υποθέσεις ανθρώπινων δικαιωµάτων στη χώρα. Το επίπεδο συνεργασίας, ωστόσο, της
κυβέρνησης µε τις Ελληνικές ΜΚΟ είχε διάφορες διακυµάνσεις.
Ορισµένες έλαβαν οικονοµική ενίσχυση από την κυβέρνηση, ενώ άλλες δεν είχαν καµία
επίσηµη ή ανεπίσηµη συνεργασία µε την κυβέρνηση. Τον Απρίλιο κυβερνητικοί
αξιωµατούχοι κατηγόρησαν ορισµένες ΜΚΟ ότι διόγκωναν τις εκτιµήσεις τους για τον
αριθµό θυµάτων εµπορίας στη χώρα σε µια προσπάθεια να «εκβιάσουν την κυβέρνηση
για παροχή υψηλότερων επιχορηγήσεων από το Υπουργείο Εξωτερικών». Η κυβέρνηση
δεν παρείχε επίσηµες ούτε ανεπίσηµες εκτιµήσεις για τον αριθµό των θυµάτων εµπορίας
στη χώρα. Η κυβέρνηση είχε συνήθως καλή συνεργασία µε διεθνείς ΜΚΟ για τα
ανθρώπινα δικαιώµατα, και κατέβαλε προσπάθεια να λάβει τις υποδείξεις τους υπ’ όψιν
της.
Ο Ειδικός Ερευνητής του ΟΗΕ για την Πώληση Παιδιών, Παιδική Πορνεία και Παιδική
Πορνογραφία µετά από επίσκεψή του στη χώρα στις 8-14 Νοεµβρίου, κάλεσε την
κυβέρνηση να καλλιεργήσει µια πιο αποτελεσµατική σχέση συνεργασίας µε τις ΜΚΟ,
«προκειµένου να αναγνωριστούν τα παιδιά ως προτεραιότητα για τη χώρα πέρα από
πολιτικές, θεσµικές, και ιδεολογικές διαφωνίες». Κάλεσε επίσης την κυβέρνηση να
ορίσει έναν κεντρικό φορέα υπεύθυνο για θέµατα των παιδιών, να βελτιώσει τους
θεσµούς για την προστασία ασυνόδευτων ανηλίκων, παιδιών του δρόµου, και παιδιών
θυµάτων εµπορίας, και να ολοκληρώσει τη διµερή συµφωνία µε την Αλβανία για τον
επαναπατρισµό παιδιών. Συνέστησε να λάβει το κράτος συγκεκριµένα µέτρα για τη
βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των Ρόµα και να προσφέρει στα παιδιά Ρόµα
εναλλακτικές επιλογές διαβίωσή τους από την εργασία στους δρόµους και την πορνεία.
Πρότεινε επίσης τη δηµιουργία συµβουλευτικής επιτροπής µε την συµµετοχή της
κοινωνίας των πολιτών και του κράτους, η οποία θα συντονίζει τις πολιτικές που
αφορούν στα παιδιά, καθώς και τη δηµιουργία κοινής Ελληνο-Αλβανικής Επιτροπής για
την διερεύνηση της υπόθεσης της «εξαφάνισης» παιδιών από ένα ίδρυµα µεταξύ 1998
και 2003 (βλ. Τοµέα 5). Ο ειδικός ερευνητής αποκάλεσε τις ΜΚΟ «απαραίτητο
κεφάλαιο» για την εφαρµογή αυτών των µέτρων.
Στις 29 Νοεµβρίου η κυβέρνηση, ο ∆ιεθνής Οργανισµός Μετανάστευσης (IOM), και 12
ΜΚΟ υπέγραψαν µνηµόνιο συνεργασίας για την καταπολέµηση της παράνοµης
διακίνησης και εµπορίας ανθρώπων και την παροχή βοήθειας στα θύµατα, η οποία
προβλέπεται να τεθεί σε εφαρµογή µέσα στο 2006.
Η νοµοθεσία προβλέπει την ύπαρξη ανεξάρτητου Συνηγόρου του Πολίτη, το γραφείο του
οποίου παρείχε αποτελεσµατική βοήθεια σε πολίτες που επιθυµούσαν να αναφέρουν
προβλήµατα σχετικά µε τα ανθρώπινα δικαιώµατα και τις θρησκευτικές ελευθερίες. Οι
πόροι αυτού του φορέα ήταν επαρκείς για την λειτουργεία του, και το έργο του
αναγνωρίστηκε ευρέως. Είχε ρόλο µεσολαβητή σε διαµάχες µεταξύ ιδιωτών και
δηµόσιας διοίκησης, και ανέλαβε δράση στην υπεράσπιση και την προώθηση των
δικαιωµάτων των παιδιών. Υπήρξαν πέντε αναπληρωτές Συνήγοροι, οι οποίοι
ασχολήθηκαν αντίστοιχα µε τα ανθρώπινα δικαιώµατα, τα δικαιώµατα των παιδιών, τις
σχέσεις πολίτη-κράτους, την υγεία και την κοινωνική πρόνοια, και την ποιότητα ζωής.
Το τµήµα ανθρώπινων δικαιωµάτων έλαβε 1.860 αιτήµατα το 2004, εκ των οποίων 681
ήταν σε εκκρεµότητα τον Ιανουάριο. Στα προβλήµατα που αναφέρθηκαν
περιλαµβάνονταν η εκπαίδευση της µειονότητας στη Θράκη, το θέµα των «απάτριδων
ατόµων» (βλ. Τοµέα 2.δ), καταγγελίες σχετικά µε διατάξεις για απόκτηση άδειας
παραµονής και εργασίας µετανάστων και αιτούντων άσυλο.
Η Εθνική Επιτροπή Ανθρώπινων∆ικαιωµάτων, η οποία χρηµατοδοτείται από την
κυβέρνηση, αποτελεί αυτόνοµη οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώµατα που λειτουργεί
ανεξάρτητα και χωρίς κανένα κυβερνητικό ή κοµµατικό έλεγχο, ή επιρροή. Η Επιτροπή
αυτή είναι το συµβουλευτικό όργανο της κυβέρνησης σε θέµατα προστασίας των
ανθρώπινων δικαιωµάτων και έχει επαρκείς οικονοµικούς πόρους. Συνεργάσθηκε
αποτελεσµατικά µε την κυβέρνηση στην προώθηση νοµοθεσίας για την προστασία των
ανθρώπινων δικαιωµάτων. Κατά τη διάρκεια του χρόνου, εξέδωσε εκθέσεις και
συστάσεις σχετικά µε προβλήµατα στον τοµέα των ανθρώπινων δικαιωµάτων, που
περιελάµβαναν θέµατα ισότητας φύλων και θετικών διακρίσεων για γυναίκες, και για
ζητήµατα προσφύγων. Η επιτροπή έκρινε τον Φεβρουάριο ότι ο νόµος που ενσωµατώνει
στην ελληνική νοµοθεσία τις αποφάσεις της ΕΕ για το Ευρωπαϊκό ένταλµα σύλληψης
αντικρούει στις συνταγµατικές προβλέψεις για τη δικαιοσύνη και την προστασία του
ιδιωτικού βίου. ∆εν υπήρξε απάντηση της κυβέρνησης στις συστάσεις της επιτροπής.
ΤΟΜΕΑΣ 5 ∆ιακρίσεις, ∆ιακρίσεις λόγω Κοινωνικής Θέσης, και
Παράνοµη ∆ιακίνηση και Εµπορία Ανθρώπων
Το Σύνταγµα προβλέπει ότι «όλα τα άτοµα που ζουν στην ελληνική επικράτεια θα
απολαµβάνουν πλήρη προστασία της ζωής, τιµής, και ελευθερίας τους ανεξάρτητα από
εθνικότητα, φυλή, γλώσσα, και θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις». Το Σύνταγµα
προβλέπει επίσης ότι όλοι οι πολίτες είναι ίσοι απέναντι στο νόµο, και ότι άντρες και
γυναίκες έχουν ίσα δικαιώµατα και ίσες υποχρεώσεις. Ο σεβασµός όµως της
κυβέρνησης ως προς αυτά τα δικαιώµατα υπήρξε ασυνεπής στην πράξη. Η βία κατά των
γυναικών και των παιδιών, η εµπορία ανθρώπων, και οι διακρίσεις κατά µειονοτήτων
(ιδιαίτερα Ρόµα) και οµοφυλοφίλων αποτέλεσαν πρόβλήµατα.
Γυναίκες
Η ενδο-οικογενειακή βία, περιλαµβανοµένης της βίας συζύγων συνέχισε να αποτελεί
πρόβληµα. ∆εν υπάρχει ειδικός νόµος που να απαγορεύει την ενδο-οικογενειακή βία.
Ποινική δίωξη όµως για περιπτώσεις βίας µπορεί να ασκηθεί µε βάση τις γενικές
διατάξεις για σωµατικές βλάβες. Η Γενική Γραµµατεία Ισότητας των Φύλων (ΓΓΙΦ), µια
ανεξάρτητη κυβερνητική υπηρεσία, εκτίµησε ότι µόνο ένα ποσοστό 6 –10 % των
θυµάτων κατέφυγαν στην αστυνοµία, και µόνο ένα µικρό µέρος αυτών των
περιστατικών έφθασε στα δικαστήρια. Η ΓΓΙΦ υποστήριξε ότι η αστυνοµία είχε την
τάση να αποθαρρύνει τις γυναίκες να καταγγέλουν περιστατικά ενδο-οικογενειακής βίας
και αντ’αυτού τις ενθάρρυνε να κάνουν προσπάθεια συµβιβασµού. Η ΓΓΙΦ επίσης
υποστήριξε ότι τα δικαστήρια ήσαν επιεική όταν δίκαζαν περιπτώσεις ενδο-
οικογενειακής βίας. Η ΓΓΙΦ σε συνεργασία µε το Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης συνέχισε
την εκπαίδευση αστυνοµικών ως προς τους τρόπους αντιµετώπισης θυµάτων ενδο-
οικογενειακής βίας.
Η ΓΓΙΦ παρείχε συµβουλευτικές υπηρεσίες και υποστήριξη σε θύµατα ενδο-
οικογενειακής βίας. ∆ύο καταφύγια της ΓΓΙΦ για κακοποιηµένες γυναίκες και τα παιδιά
τους στην Αθήνα και τον Πειραιά πρόσφεραν υπηρεσίες, συµπεριλαµβανοµένης νοµικής
και ψυχολογικής βοήθειας. Η ΓΓΙΦ διατηρεί σε 24ωρη λειτουργία τηλεφωνική γραµµή
SOS για κακοποιηµένες γυναίκες. Επίσης, µια µονάδα του Υπουργείου Υγείας και
Πρόνοιας διέθετε τηλεφωνική γραµµή άµεσης ανάγκης, η οποία λειτούργησε ως κέντρο
αναφοράς και παρείχε συµβουλές και ψυχολογική υποστήριξη. Ο δήµος της Αθήνας, η
Εκκλησία της Ελλάδος και διάφορες ΜΚΟ έχουν επίσης καταφύγια για θύµατα ενδο-
οικογενειακής βίας.
Αν και η σεξουαλική επαφή άνευ συναίνεσης αποτελεί έγκληµα σε κάθε περίπτωση, δεν
υπάρχει συγκεκριµένος νόµος για τον συζυγικό βιασµό. Οι ποινές για βιασµούς ήταν
χαµηλές για όσους είχαν συλληφθεί για πρώτη φορά, αλλά αυστηρές για υπότροπους.
Στη διάρκεια των τελευταίων ετών, δεν υπήρξαν υποθέσεις συζυγικού βιασµού στα
δικαστήρια. Σύµφωνα µε το Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης, αναφέρθηκαν 177 περιπτώσεις
βιασµού, µείωση από τις 191 περιπτώσεις το 2004, καθώς επίσης και 71 περιπτώσεις
απόπειρας βιασµού, αύξηση από τις 64 περιπτώσεις το 2004. Ερευνητές εκτίµησαν ότι
6% των βιασµών καταγγέλθηκαν στην αστυνοµία, 1% έφτασε στα δικαστήρια, και
περίπου 1 στους 450 δράστες φυλακίστηκε για πάνω από πέντε χρόνια. Ιατρική,
ψυχολογική, κοινωνική, και νοµική βοήθεια από την κυβέρνηση και ΜΚΟ για θύµατα
κακοποίησης ήταν επίσης διαθέσιµη και για θύµατα βιασµού.
Η πορνεία είναι νόµιµη από την ηλικία των 18 ετών. Τα εκδιδόµενα άτοµα υποχρεούνται
να δηλώνονται στην τοπική νοµαρχία και να φέρουν κάρτα υγείας που ανανεώνεται κάθε
δύο εβδοµάδες. Εκτιµάται ότι λιγότερες από 1.000 γυναίκες ήταν οι νόµιµα εκδιδόµενες,
ενώ περίπου 20.000, οι περισσότερες αλλοδαπές, ήταν παράνοµα εκδιδόµενες. Σύµφωνα
µε ειδικούς, ένας σηµαντικός αριθµός αυτών των γυναικών µπορεί να είναι θύµατα
εµπορίας ανθρώπων (βλέπε Τοµέα 5, Εµπορία Ανθρώπων). Αν και υπήρχαν αναφορές
ότι εκδιδόµενες γυναίκες κακοποιήθηκαν και έπεσαν θύµατα βίας και παρενόχλησης, δεν
υπήρχαν αναφορές ότι οι εκδιδόµενες γυναίκες αποτέλεσαν συγκεκριµένο στόχο βίας και
κακοµεταχείρησης.
Ο νόµος απαγορεύει τη σεξουαλική παρενόχληση. Οι ποινές όµως που επιβάλλονται
είναι επιεικείς. Μέχρι το τέλος του έτους, η κυβέρνηση δεν είχε εφαρµόσει οδηγία της
Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη σεξουαλική παρενόχληση, η οποία παρέχει κατευθυντήριες
γραµµές για κυρώσεις, νοµική διαδικασία και αποζηµίωση των θυµάτων.
Συνδικαλιστικές οργανώσεις ανέφεραν ότι οι µηνύσεις για σεξουαλική παρενόχληση
ήταν πολύ σπάνιες, και ότι µόνο τέσσερις γυναίκες κατέθεσαν τέτοιες µηνύσεις µέσα στα
τελευταία έξι χρόνια. Και στις τέσσερις περιπτώσεις τα δικαστήρια επέβαλαν πολύ
επιεικείς ποινές. Ο δηµόσιος οργανισµός Κέντρο Ερευνών για Θέµατα Ισότητας (ΚΕΘΙ)
ανέφερε ότι η µεγάλη πλειοψηφία γυναικών που έχουν υποστεί σεξουαλική
παρενόχληση στο χώρο εργασίας παραιτήθηκαν από τη δουλειά τους και δεν κατέθεσαν
µηνύσεις. Το ΚΕΘΙ εκτίµησε ότι 30-50% των εργαζοµένων γυναικών και 10% των
εργαζοµένων ανδρών έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας τους.
Ο νόµος προβλέπει ίση αµοιβή για ίση εργασία, αλλά σύµφωνα µε επίσηµες στατιστικές
το 2004 η αµοιβή των γυναικών ανήλθε στο 75,8% της αµοιβής των ανδρών. Μολονότι
σχετικά λίγες γυναίκες κατείχαν ανώτερες θέσεις, οι γυναίκες συνέχισαν να εισέρχονται
σε µεγάλους αριθµούς σε παραδοσιακά ανδροκρατούµενα επαγγέλµατα όπως στους
τοµείς της δικαιοσύνης και της ιατρικής. Οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται στις ηγεσίες
των εργατικών σωµατείων. Σε έκθεση που έξεδωσε το 2004 η Τράπεζα της Ελλάδος
αναφέρεται ότι η ανεργία στις γυναίκες είναι υψηλότερη από εκείνη των ανδρών. Το
ποσοστό µερικής απασχόλησης για τις γυναίκες ήταν 8,1% ενώ για τους άντρες 2,3%.
∆ύο περιφερειακά γραφεία απασχόλησης για γυναίκες στη Θεσσαλονίκη και την Πάτρα
λειτούργησαν µε ευθύνη της ΓΓΙΦ, και πρόσφεραν προγράµµατα επαγγελµατικής
εκπαίδευσης σε άνεργες γυναίκες, προγράµµατα για την ενίσχυση της
επιχειρηµατικότητας, επιδοτήσεις σε γυναίκες που ξεκίνησαν δική τους επιχείρηση,
καθώς και πληροφορίες και συµβουλές σε άνεργες γυναίκες. Με τον ίδιο τρόπο,
λειτούργησαν παιδικοί σταθµοί για να δώσουν τη δυνατότητα σε άνεργες γυναίκες να
παρακολουθήσουν µαθήµατα επαγγελµατικής κατάρτισης και να αναζητήσουν εργασία.
Το Φεβρουάριο το ΚΕΘΙ διοργάνωσε και έθεσε υπό την αιγίδα του διεθνές συνέδριο για
την κοινωνική ενηµέρωση του κοινού για την αξία της συµµετοχής των γυναικών στην
πολιτική, την οικονοµία, και την κοινωνία γενικότερα.
Παιδιά
Η κυβέρνηση ήταν αυστηρά προσηλωµένη στα δικαιώµατα και την πρόνοια για τα
παιδιά.
Η νοµοθεσία προβλέπει ελεύθερη και υποχρεωτική εκπαίδευση για τουλάχιστον εννέα
χρόνια. Σύµφωνα µε την απογραφή του 2001, ποσοστό 99,4 % των παιδιών σχολικής
ηλικίας πήγε σχολείο, και τα περισσότερα παιδιά ολοκλήρωσαν τη δευτεροβάθµια
εκπαίδευση. Ωστόσο, η αποχή από την υποχρεωτική παιδεία υπήρξε σηµαντικό
πρόβληµα για την κοινότητα των Ρόµα. Η έρευνα που διεξήγαγε το κρατικό νοσοκοµείο
Αγλαΐα Κυριακού έδειξε ότι 63% των παιδιών Ρόµα δεν πήγαιναν σχολείο. Υπήρξαν
αναφορές ότι γονείς που δεν ήταν Ρόµα αποµάκρυναν τα παιδιά τους από σχολεία όπου
φοιτούσαν παιδιά Ρόµα, ή προσπάθησαν να εµποδίσουν παιδιά Ρόµα να φοιτήσουν στα
ίδια σχολεία µε τα παιδιά τους. ∆ιεθνείς οργανισµοί και ΜΚΟ εξέφρασαν ανησυχία
σχετικά µε υποτιθέµενη οδηγία του Υπουργείου Παιδείας που εστάλη το Μάιο προς
διευθυντές σχολείων να µην εκδόσουν ενδεικτικά φοιτήσεως στο τέλος του χρόνου σε
µαθητές που ήταν παράνοµοι µετανάστες.
Αγόρια και κορίτσια είχαν ίση πρόσβαση σε ιατροφαρµακευτική βοήθεια.
Υπήρξαν περιστατικά βίας εναντίον παιδιών, ειδικά εναντίον παιδιών του δρόµου. Η
νοµοθεσία απαγορεύει την κακοποίηση παιδιών και προβλέπει ποινές για τους
παραβάτες. Σε γενικές γραµµές, η κυβέρνηση εφάρµοσε αποτελεσµατικά τις διατάξεις
αυτές. Σύµφωνα µε τη UNICEF και εγχώριες ΜΚΟ, η πλειονότητα των παιδιών του
δρόµου (συχνά παιδιά Ρόµα ελληνικής ή αλβανικής καταγωγής) έπεσαν θύµατα
εκµετάλλευσης από µέλη της οικογένειάς τους που τα εξανάγκασαν να εργαστούν στος
δρόµο, συνήθως ζητιανεύοντας ή πουλώντας µικροαντικείµενα.
Οι γάµοι παιδιών δεν ήταν συνηθισµένο φαινόµενο στην ελληνική κοινωνία. Ωστόσο,
ειδικοί στον τοµέα των ανθρώπινων δικαιωµάτων, ο αναπληρωτής Συνήγορος του πολίτη
για τα δικαιώµατα των παιδιών, και εκπρόσωποι της κοινότητας των Ρόµα ανέφεραν ότι
οι γάµοι ανηλίκων ήταν συνηθισµένο φαινόµενο στους περιπλανώµενους Ροµά, που
υπολογίζονται να είναι περίπου µισοί από τους 100 έως 350 χιλιάδες συνολικά Ροµά.
Επιπλέον, υπήρξε περιορισµένος αριθµός γάµων ανηλίκων στη µουσουλµανική
µειονότητα στη Θράκη και την Αθήνα. Οι διορισµένοι από το κράτος µουφτήδες, οι
οποίοι µπορούν να εφαρµόζουν τη Σαρία σε οικογενειακά θέµατα, ανέφεραν ότι δεν
επιτρέπουν το γάµο σε παιδιά κάτω των 15 ετών. Το Νοέµβριο ο επίσηµος µουφτής της
Κοµοτηνής ανέφερε ότι εξέδωσε οδηγία προς τους ιµάµηδες στη Θράκη να µην τελούν
γάµους ανηλίκων. Το Νοέµβριο ο µουφτής αρνήθηκε να δώσει άδεια σε ένα 12χρονο
κορίτσι να παντρευτεί ένα 14χρονο αγόρι. Η κυβέρνηση διαθέτει κέντρα νεολαίας,
συµβουλευτική στήριξη γονέων, και προγράµµατα για την αντιµετώπιση της φτώχειας
και της έλλειψης εκπαίδευσης, παράγοντες που θεωρούνται ότι συµβάλλουν στο
φαινόµενο των γάµων ανηλίκων.
Η νοµοθεσία για την πρόνοια προβλέπει προγράµµατα πρόληψης και θεραπείας
κακοποιηµένων και παραµεληµένων παιδιών. Στόχος της νοµοθεσίας είναι να
διασφαλίσει εναλλακτική οικογενειακή φροντίδα ή την τοποθέτηση σε ίδρυµα.
Οργανώσεις προστασίας για τα δικαιώµατα των παιδιών ισχυρίστηκαν ότι τα κρατικά
ιδρύµατα προσέφεραν ανεπαρκείς και χαµηλής ποιότητος υπηρεσίες στα παιδιά υψηλού
κινδύνου κακοποίησης, λόγω της έλλειψης συντονισµού ανάµεσα στις υπηρεσίες
πρόνοιας και τα δικαστήρια, της ανεπαρκούς χρηµατοδότησης του συστήµατος
πρόνοιας, και της ανεπαρκούς στελέχωσης αυτών των ιδρυµάτων.
Το 2004 η Επιτροπή των Ηνωµένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων εξέφρασε την
ανησυχία της για τα ανεπαρκή µέτρα που είχαν ληφθεί για την προστασία 502 παιδιών
από την Αλβανία, τα οποία παραµένουν αγνοούµενα αφού πρώτα τα είχε περισυλλέξει η
αστυνοµία και είχαν τεθεί υπό κρατική µέριµνα στο ίδρυµα «Αγία Βαρβάρα» την
περίοδο 1998 – 2003. Ύστερα από µήνυση που κατέθεσε το Ελληνικό Παρατηρητήριο
των Συµφωνιών του Ελσίνκι και από προσφυγή της Επιτροπής των Ηνωµένων Εθνών
κατά των Βασανιστηρίων σε εισαγγελική αρχή, τον ∆εκέµβριο του 2004 απαγγέλθηκε
κατηγορία σε µέλη της διοίκησης του ιδρύµατος σε βαθµό κακουργήµατος. Ωστόσο, δεν
αναφέρθηκε καµία εξέλιξη στην υπόθεση στη διάρκεια του έτους. Ο Ειδικός Ερευνητής
του ΟΗΕ για την Πώληση Παιδιών, την Παιδική Πορνεία και Παιδική Πορνογραφία, ο
οποίος επισκέφθηκε τη χώρα το Νοέµβριο, σηµείωσε «ελλείψεις στο σχεδιασµό της
εκπαιδευτικής και κοινωνικής µεθοδολογίας» του ιδρύµατος «Αγία Βαρβάρα».
Υπήρξαν αναφορές ότι η διακίνηση και εµπορία παιδιών κυρίως για εξαναγκασµό σε
εργασία και σεξουαλική εκµετάλλευση αποτέλεσε πρόβληµα (βλέπε Τοµέα 5, Εµπορία
Ανθρώπων, και Τοµέα 6.δ). Το Φεβρουάριο και τον Οκτώβριο η αστυνοµία εξάρθρωσε
δίκτυα παιδικής πορνογραφίας µέσω διαδικτύου. Έξι πολίτες που αναγνωρίσθηκαν ως
µέλη διεθνών δικτύων συνελήφθησαν και τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες βάσει της
νοµοθεσίας για την παιδική πορνογραφία. Το νεοϊδρυθείσα Μονάδα Εγκληµάτων µέσω
του ∆ιαδικτύου της Ελληνικής Αστυνοµίας συνέλαβε 9 άτοµα και σχηµάτισε δικογραφία
κατά 19 άλλων για συµµετοχή σε δίκτυο παιδικής πορνογραφίας µέσω διαδικτύου κατά
τη διάρκεια της συντονισµένης εµπιχείρησης της ΕΕ «Αγνότητα» τον Απρίλιο. Η
µονάδα, η οποία έθεσε ως υψηλή της προτεραιότητα και καταδίωξε σθεναρά την
παιδικής πορνογραφίας, ανέφερε ετήσια αύξηση της τάξεως του 600% στον αριθµό
εγκληµάτων µέσω διαδικτύου.
Τον Ιούνιο η κυβέρνηση, η Υπατη Αρµοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και ο
αναπληρωτής Συνήγορος για τα δικαιώµατα των παιδιών ανακοίνωσαν οδηγίες για την
αντιµετώπιση παιδιών χωρίς γονείς που αιτούνται άσυλο, βάσει αρχών που
συµφωνήθηκαν µεταξύ αυτών των φορέων για την προστασία των παιδιών χωρίς γονείς.
Μεταξύ των 11 λεπτοµερών οδηγιών, περιλαµβάνεται µια η οποία αναφέρει τον διορισµό
«ειδικού προσωρινού κηδεµόνα» αµέσως µόλις ένα παιδί χωρίς γονείς ανευρεθεί και
ζητήσει άσυλο. Ωστόσο, ως το τέλος του χρόνου υπήρχαν προβλήµατα µε την εφαρµογή
των οδηγιών αυτών, και η Υπατη Αρµοστεία για τους Πρόσφυγες, το Ελληνικό
Συµβούλιο για τους Πρόσφυγες, και ο Συνήγορος για τα δικαιώµατα των παιδιών
κάλεσαν την κυβέρνηση να βελτιώσει την προστασία προς τα παιδιά πρόσφυγες, τους
ασυνόδευτους ανήλικους και ιδιαίτερα αυτούς που µπορεί να είναι πιθανοί αιτούντες
άσυλο και τα πιθανά θύµατα εµπορίας, και να ορίσει νόµιµους κηδεµόνες γι’αυτά.
Εµπορία Ανθρώπων
Ο νόµος απαγορεύει την εµπορία ανθρώπων, εντούτοις, η Ελλάδα υπήρξε
διαµετακοµιστικό κέντρο και χώρα προορισµού για ένα σηµαντικό αριθµό γυναικών και
παιδιών, και ένα µικρότερο αριθµό ανδρών που διακινήθηκαν µε σκοπό τη σεξουαλική
εκµετάλλευση και την καταναγκαστική εργασία. Υπήρξαν ισχυρισµοί ότι ορισµένοι
αστυνοµικοί ήσαν αναµεµειγµένοι σε κυκλώµατα εµπορίας ή δωροδοκήθηκαν από
διακινητές.
Σύµφωνα µε το νόµο, η εµπορία ανθρώπων είναι εγκληµατική πράξη. Ο νόµος προβλέπει
φυλάκιση έως 10 έτη και χρηµατικές ποινές περίπου από $12.000 – $60.000 (€10.000-
€50.000) για όσους καταδικάζονται για εµπορία ανθρώπων. Οι ποινές για την εµπορία
παιδιών ήταν αυστηρότερες.
Μέσα στο πρώτο εξάµηνο του έτους η αστυνοµία ανέφερε ότι άσκησε διώξεις σε 162
άτοµα για εγκλήµατα που υπόκεινται στις διατάξεις του νόµου που αφορά στην εµπορία
ανθρώπων, και εντόπισε 79 θύµατα εµπορίας, παρόλο που υπολογίζεται ότι υπήρξαν
πολλά περισσότερα θύµατα κατά την περίοδο αυτή. Τον Ιανουάριο ένας διακινητής
καταδικάστηκε στην Καβάλα σε 12ετή φυλάκιση και χρηµατικό πρόστιµο $63.150
(€52.625). Στο τέλος του έτους είχε αποφυλακιστεί µε εγγύηση.
Υπάρχει µια διυπουργική επιτροπή, η οποία συντονίζει τις προσπάθειες αντιµετώπισης
της εµπορίας ανθρώπων. Κατά τη διάρκεια του έτους η κυβέρνηση συµµετείχε σε
διεθνείς έρευνες σε συνεργασία µε περιφερειακές αρχές, περιλαµβανοµένης της
Πρωτοβουλίας για Συνεργασία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Κύριες χώρες προέλευσης για θύµατα εµπορίας ανθρώπων αποτελούν µεταξύ άλλων η
Νιγηρία, Ουκρανία, Ρωσία, Βουλγαρία, Αλβανία, Μολδαβία, Ρουµανία, και
Λευκορωσία. ∆ιακινήθηκαν επίσης παράνοµα γυναίκες από πολλές άλλες χώρες, και
σύµφωνα µε πληροφορίες σε ορισµένες περιπτώσεις οι γυναίκες αυτές προωθήθηκαν
στην Ιταλία και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, όπως επίσης και στη Μέση
Ανατολή.
Σύµφωνα µε έναν πανεπιστηµιακό παρατηρητή, η παράνοµη διακίνηση γυναικών και
παιδιών για πορνεία στη χώρα µειώθηκε από 20 χιλιάδες θύµατα περίπου το 2003 σε 10
χιλιάδες θύµατα περίπου κατά τη διάρκεια του έτους που καλύπτει η παρούσα έκθεση.
Σύµφωνα µε ανεπίσηµες εκτιµήσεις ΜΚΟ, περίπου 13 µε 14 χιλιάδες θύµατα εµπορίας
βρίσκονται στη χώρα σε κάθε δεδοµένη χρονική στιγµή.
Η παράνοµη διακίνηση των παιδιών υπήρξε πρόβληµα. Τα περισσότερα από τα παιδιά
θύµατα εµπορίας ήταν Ρόµα αλβανικής καταγωγής και ήσαν θύµατα εργασιακής
εκµετάλλευσης, ή νεαράς ηλικίας κορίτσια που έπεσαν θύµατα σεξουαλικής
εκµετάλλευσης Η πλειοψηφία των παιδιών θυµάτων εµπορίας που χρησιµοποιήθηκαν σε
διάφορες εργασίες παρά τη θέλησή τους, ως ζητιάνοι ή για κλοπές, ήταν αλβανικής
καταγωγής. ΜΚΟ ανέφεραν ότι η πρακτική της «ενοικίασης» παιδιών µειώθηκε
δραστικά γιατί είναι ευκολότερο για τους Αλβανούς γονείς να µεταναστεύσουν στη
χώρα. ΜΚΟ, το αντικείµενο της οποίας είναι τα προβλήµατα της παράνοµης διακίνησης
παιδιών, ανέφερε ότι κάποιοι νόµιµοι και παράνοµοι Αλβανοί µετανάστες που διαµένουν
στη χώρα εκµεταλλεύονται τα ίδια τα παιδιά τους.
Συνέχισε να αποτελεί πρόβληµα η στάση της αστυνοµίας δεδοµένου ότι έθεσε υπό
κράτηση ως εγκληµατίες ανήλικους που ήσαν θύµατα εµπορίας στη χώρα ή τους
επαναπατρίζει χωρίς να έχει προηγουµένως διασφαλίσει την κατάλληλη υποδοχή τους
από τις αρχές της πατρίδας τους..
Κάποιες γυναίκες και παιδιά έφτασαν στη χώρα ως «τουρίστες» ή ως παράνοµοι
µετανάστες και παρασύρθηκαν στην πορνεία από ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων υπό
την απειλή της απέλασης. Υπήρξαν αναφορές ότι διακινητές απήγαγαν κάποια θύµατα,
µεταξύ των οποίων και ανήλικους, από τον τόπο κατοικίας τους στο εξωτερικό και τα
µετέφεραν λαθραία στη χώρα, όπου πουλήθηκαν σε ντόπιους προµηθευτές. Υπήρξαν
λιγότερες περιπτώσεις θυµάτων που οι διακινητές είχαν κλείσει παρά τη θέλησή τους σε
διαµερίσµατα, ξενοδοχεία, και νυχτερινά κέντρα, και δεν τα δήλωναν στις αρµόδιες
αρχές υποχρεώνοντάς τα να τους παραδίνουν τα διαβατήριά τους. Ορισµένα θύµατα
ανέφεραν ότι τους δόθηκαν µικροί µισθοί, κινητά τηλέφωνα, και περιορισµένες
ελευθερίες, αλλά σε κάθε περίπτωση εξαναγκάστηκαν, απειλήθηκαν, και έπεσαν θύµατα
κακοµεταχείρησης από τους διακινητές τους.
Πολλοί ακτιβιστές κατά της παράνοµης διακίνησης ανθρώπων ισχυρίστηκαν ότι
ορισµένοι αξιωµατούχοι της αστυνοµίας ήσαν αναµεµιγµένοι σε δίκτυα παράνοµης
διακίνησης, ή δωροδοκούντο από δουλέµπορους και από δίκτυα του οργανωµένου
εγκλήµατος. Το ∆εκέµβριο του 2004 υπεβλήθησαν ποινές µε αναστολή σε τρεις
αστυνοµικούς για τη συµµετοχή τους σε δίκτυο που εκµεταλλευόταν ανήλικα κορίτσια.
Το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου ∆ηµόσιας Τάξης διερεύνησε
κατηγορίες κατά αστυνοµικών αναµεµιγµένων σε υποθέσεις σωµατεµπορίας.
Η έλλειψη ενός αποτελεσµατικού συστήµατος αναγνώρισης και αναφοράς είχε ως
αποτέλεσµα πιθανά θύµατα εµπορίας να απελαθούν χωρίς να έχουν αναγνωρισθεί ως
θύµατα. Μερικά θύµατα διώχθηκαν για παραβάσεις του µεταναστευτικού κώδικα,
ορισµένες φορές µαζί µε τους διακινητές τους. Για να διορθωθεί η κατάσταση, κατά τη
διάρκεια του έτους το κοινοβούλιο ψήφισε έναν µεταναστευτικό νόµο που προβλέπει µια
«περίοδο περισυλλογής» για θύµατα εµπορίας που αντιµετωπίζουν την απέλαση.
Μερικά θύµατα και ΜΚΟ που τους παρείχαν στήριξη, δήλωσαν ότι η ανεπαρκής
προστασία της αστυνοµίας σε θύµατα που ήταν µάρτυρες σε δίκες είχε ως αποτέλεσµα
αυτά τα θύµατα να ζουν µε το φόβο των διακινητών τους.
Κατά τη διάρκεια του έτους η κυβέρνηση εξέδωσε ειδικές άδειες παραµονής και
εργασίας σε θύµατα παράνοµης διακίνησης. Όµως, σύµφωνα µε µαρτυρίες θύµατα
εµπορίας εξακολούθησαν να απελαύνονται. Η κυβέρνηση ανέφερε ότι 22 άδειες
παραµονής είχαν εκδοθεί σε θύµατα εµπορίας µέχρι τον Οκτώβριο.
Αρκετές ΜΚΟ της χώρας ασχολήθηκαν µε τα προβλήµατα της διακίνησης, αλλά τα
µέτρα προστασίας των θυµάτων και οι µηχανισµοί αναφοράς παρέµειναν ανεπαρκείς. Η
κυβέρνηση παρείχε υποστήριξη σε 24ωρη τηλεφωνική γραµµή SOS για θύµατα
εµπορίας, την οποία λειτούργησε µια ΜΚΟ.
Υπήρχαν καταφύγια για θύµατα από ΜΚΟ στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, και τα
Ιωάννινα. Τον Οκτώβριο δύο νέα καταφύγια άνοιξαν στην Αθήνα, ένα καταφύγιο 50
κλινών που λειτουργεί η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος µε την οικονοµική
υποστήριξη της κυβέρνησης, και ένα καταφύγιο 22 κλινών σε χώρο που παρείχε το
Υπουργείο Υγείας. Αρκετά κρατικά καταφύγια άνοιξαν το 2004, αλλά αναγκάστηκαν να
σταµατήσουν τη λειτουργία τους λόγω περικοπών του προϋπολογισµού.
ΜΚΟ διένηµαν έντυπο υλικό σχετικά µε την παράνοµη διακίνηση γυναικών το οποίο
είχε χρηµατοδοτηθεί από το Υπουργείο Εξωτερικών. Το Υπουργείο ∆ηµόσιας Τάξης
τύπωσε ένα φυλλάδιο µε τίτλο «Μάθε Τα ∆ικαιώµατά Σου» σε διάφορες γλώσσες µε
στόχο να ενηµερώσει άτοµα που θα µπορούσαν να είναι θύµατα παράνοµης διακίνησης
για τις πηγές βόηθειας που έχουν στη διάθεσή τους. Η κυβέρνηση υποστήριξε δράσεις
πρόληψης σε χώρες προέλευσης µέσω χρηµατικών παροχών από το Υπουργείο
Εξωτερικών.
Το ∆εκέµβριο ο Υφυπουργός Εξωτερικών συµµετείχε στην Υπερεθνική ∆ράση κατά της
Εµπορίας Παιδιών µε έδρα την Αλβανία, προσφέροντας $600.000 στο πρόγραµµα αυτό
για τα επόµενα τρία χρόνια. Στόχος του προγράµµατος είναι να εντείνει την ενηµέρωση
για την πρόληψη της εµπορίας παιδιών, να παρέχει κοινωνική και εκπαιδευτική βοήθεια
σε παιδιά και οικογένειες που κινδυνεύουν να γίνουν θύµατα εµπορίας, να βοηθήσει σε
περιπτώσεις εθελούσιας επιστροφής, και να επανεντάξει τα παιδιά που διακινήθηκαν
στην Ελλάδα.
Άτοµα µε Αναπηρίες
Ο νόµος προβλέπει ότι τα άτοµα µε αναπηρίες έχουν δικαίωµα να ωφελούνται από µέτρα
τα οποία διασφαλίζουν την αυτοεξυπηρέτησή τους, της επαγγελµατική τους
ενσωµάτωση, και τη συµµετοχή τους στην κοινωνική, οικονική και πολιτική ζωή της
χώρας. ∆εν υπήρξε θεσµοθετηµένη διάκριση κατά των ατόµων µε ειδικές ανάγκες στην
εργασία, την εκπαίδευση, την πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, ή την παροχή άλλων
κρατικών υπηρεσιών. Ο νόµος επιβάλλει την προσβασιµότητα κτιρίων για τα άτοµα µε
ειδικές ανάγκες, αλλά η εφαρµογή του νόµου υπήρξε ανεπαρκής από της αρχές της
χώρας. Τα άτοµα µε ειδικές ανάγκες είχαν τη δυνατότητα πλήρους πρόσβασης µόνο στο
5% των δηµόσιων κτιρίων. Τα περισσότερα κτίρια µε ειδικές ράµπες δεν διέθεταν
ειδικούς ανελκυστήρες και ειδικές τουαλέτες για άτοµα µε ειδικές ανάγκες. Ο
αναπληρωτής Συνήγορος του Πολίτη για θέµατα κοινωνικής πρόνοιας χειρίστηκε
παράπονα σχετικά µε άτοµα µε ειδικές ανάγκες, και ιδιαίτερα σχετικά µε εργασία,
ασφάλιση, και µεταφορά.
Το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας υπολόγισε ότι υπάρχουν 180.000 έως 200.000
παιδιά µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, εκ των οποίων µόνο 18.585 παρακολουθούσαν
σχολείο το 2004 εξαιτίας είτε της έλλειψης ειδικών σχολείων στην περιοχή τους ή την
ανεπαρκή προσβασιµότητα των σχολικών κτιρίων.
Τον Ιούλιο ο αναπληρωτής Συνήγορος του Πολίτη ανέφερε ότι σχεδόν το 60% των
ατόµων µε αναπηρίες δεν είχαν ωφεληθεί από τις προβλέψεις για παροχή ιδιαίτερων
ευκαιριών απασχόλησης τις οποίες δικαιούντο επειδή δεν είχαν σωστή ή επαρκή
πληροφόρηση σχετικά µε τα δικαιολογητικά που έπρεπε να υποβάλλουν, και επειδή ή
ερµηνεία του ίδιου του νόµου ήταν ασαφής . Ο αναπληρωτής Συνήγορος του Πολίτη
δήλωσε ότι η ανεργία ήταν το µεγαλύτερο κοινωνικό πρόβληµα για τα άτοµα µε
αναπηρίες, και συνέστησε στην κυβέρνηση να ετοιµάσει νέα νοµοθεσία ή να βελτιώσει
τους υπάρχοντες νόµους.
Εθνικές/Φυλετικές/Εθνοτικές Μειονότητες
Οι Αλβανοί µετανάστες που αποτελούν περίπου το 5% του πληθυσµού, αντιµετώπισαν
εκτεταµένης κλίµακας κοινωνικές διακρίσεις, αν και εκπρόσωποι της αλβανικής
κοινότητας είπαν ότι τα φαινόµενα αυτά σταδιακά µειώνονται. Οι µετανάστες
κατηγόρησαν την αστυνοµία για σωµατική, λεκτική και άλλου είδους κακοµεταχείρηση.
Οι ίδιοι µετανάστες ανέφεραν ότι ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια αστυνοµικών
επιχειρήσεων-σκούπας για την σύλληψη παράνοµων µεταναστών, αστυνοµικοί τους
κατέσχεσαν και κατέστρεψαν προσωπικά τους έγγραφα. Τα ΜΜΕ απέδωσαν στους
Αλβανούς και τους µετανάστες την άνοδο της εγκληµατικότητας στη χώρα τα τελευταία
χρόνια. Η ∆ιεθνής Αµνηστία, το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συµφωνιών του Ελσίνκι,
και ο αναπληρωτής Συνήγορος για τα ανθρώπινα δικαιώµατα υποστήριξαν ότι παράπονα
για κακοµεταχείρηση Αλβανών από την αστυνοµία απορρίφθηκαν ως αβάσιµα, παρά το
γεγονός ότι τα παράπονα αυτά συνοδεύονταν από έγγραφα όπως βεβαιώσεις κρατικών
νοσοκοµείων για πρόσφατους τραυµατισµούς που εκδόθηκαν αµέσως µετά την
αποφυλάκιση των εναγόντων από αστυνοµικά τµήµατα. Ηγέτες της αλβανικής
κοινότητας ανέφεραν ότι ήταν δύσκολο να αποκτήσει κάποιος υπηκοότητα, ακόµα και
αν πληρούσε όλα τα αντικειµενικά κριτήρια για την απόκτηση υπηκοότητας.
Το Σεπτέµβριο, έκθεση του αναπληρωτή Συνηγόρου για την αστυνοµική βία κατέληξε
ότι η αστυνοµία µετέφερε άτοµα στα κρατητήρια για αυθαίρετο έλεγχο ταυτότητας,
χρησιµοποίησε προσβλητικές εκφράσεις και απειλές βίας, έκανε σωµατικές έρευνες σε
δηµόσιο χώρο, και δεν ενηµέρωσε τους πολίτες για την πρόοδο εσωτερικών ερευνών
παρά µόνο αν κάποιες υποθέσεις είχαν γίνει γνωστές µέσω του τύπου. Η έκθεση βρήκε
ότι η αστυνοµία έκανε αυθαίρετους ελέγχους διακρίβωσης στοιχείων βάσει
στερεοτύπων, επιλέγοντας άτοµα λόγω της φυλής, του χρώµατος, και της εθνικότητάς
τους, ή άτοµα που έτυχε να βρίσκονται σε περιοχές «υψηλής εγκληµατικότητας» (βλ.
Τοµέα 1.δ)
Σε αντίθεση µε το 2004, δεν υπήρξε δηµόσια συζήτηση ή αναφορά στο θέµα «ξένων»
µαθητών που κρατούν την ελληνική σηµαία στις παρελάσεις των εθνικών εορτών.
Η δίκη ένος ατόµου που κατηγορήθηκε για τη δολοφονία Αλβανού µετανάστη µετά από
ποδοσφαιρικό αγώνα το Σεπτέµβριο του 2004, η οποία είχε αρχικά οριστεί για το
Νοέµβριο, αναβλήθηκε. Μέχρι το τέλος του έτους δεν είχε οριστεί νέα δικάσιµος.
Αρκετοί πολίτες αυτοπροσδιορίζονται ως Τούρκοι, Ποµάκοι, Βλάχοι, Ρόµα, Αρβανίτες
(Ορθόδοξοι Χριστιανοί που µιλούν µια αλβανική διάλεκτο), ή «Μακεδόνες» ή
«Σλαβοµακεδόνες». Αν και ορισµένα µέλη αυτών των οµάδων επεδίωξαν να
χαρακτηριστούν ως «µειονότητες» ή «γλωσσικές µειονότητες», άλλοι δεν θεωρούσαν ότι
αυτοί οι προσδιορισµοί τους έκαναν µέλη µιας «µειονότητας». Η κυβέρνηση επίσηµα
αναγνώριζε µόνο τη «Μουσουλµανική µειονότητα» και δεν αναγνώριζε επίσηµα την
ύπαρξη καµιάς αυτόχθονης εθνοτικής οµάδας, κυρίως των σλαβοφώνων, µε τον όρο
«µειονότητα». Η προηγούµενη κυβέρνηση, ωστόσο, υποστήριζε το δικαίωµα κάθε
πολίτη να αυτοπροσδιορίζεται. Κάποια άτοµα που αυτοπροσδιοριζόντουσαν ως µέλη
«µειονότητας» είχαν δυσκολία να εκφράσουν ελεύθερα την εθνική τους ταυτότητα και
την κουλτούρα τους. Η χρήση των όρων «Τούρκος» και «Τούρκικος» απαγορεύεται να
χρησιµοποιείται σε τίτλους οργανισµών, αν και σε ατοµικό επίπεδο πολίτες µπορούν να
αποκαλούν τον εαυτό τους «Τούρκο» (βλ. Τοµέα 2.β). Για τους περισσότερους ΄Ελληνες
οι λέξεις «Τούρκος» και «Τούρκικος» υπονοούν τουρκική ταυτότητα ή πίστη και
αφοσίωση στην Τουρκία, και πολλοί έχουν αντίρρηση να χρησιµοποιούν αυτούς τους
όρους Έλληνες πολίτες τουρκικής καταγωγής.
Η κυβέρνηση και η κοινή γνώµη έκριναν ότι οι µειονότητες καθορίζονται αποκλειστικά
από τη Συνθήκη της Λωζάνης και αντέδρασαν αρνητικά σε κάθε ορισµό «µειονότητας»
µε βάση το µαθηµατικό κριτήριο που αναφέρει µια οµάδα ως «µειονότητα» επιεδή δεν
αποτελεί «πλειοψηφία» ή πλειονότητα ενός συνολικού πλυθησµού.
Η κυβέρνηση δεν αναγνώριζε τη σλαβική διάλεκτο που µιλούν άτοµα στο βορειοδυτικό
µέρος της χώρας ως «µακεδονική», µια γλώσσα διαφορετική από τη βουλγαρική
γλώσσα. Οι περισσότεροι από αυτούς που µιλούν τη διάλεκτο θεωρούν τους εαυτούς
τους ως «ντόπιους». Ένας µικρός αριθµός σλαβόφωνων επέµειναν στη χρήση του όρου
«µακεδονική» γλώσσα, χαρακτηρισµός που προκαλεί ισχυρές αντιδράσεις από τον
ελληνικό πληθυσµό. Μέλη της εν λόγω οµάδας ισχυρίστηκαν ότι η κυβέρνηση
ακολουθούσε πολιτική που είχε στόχο να αποθαρρύνει χρήση της γλώσσας τους.
Στις 20 Οκτωβρίου το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρώπινων ∆ικαιωµάτων κατεδίκασε
την κυβέρνηση να πληρώσει $42.294 (€35.245) στο Κόµµα Ουράνιο Τόξο, για
παραβίαση δύο άρθρων της Συνθήκης Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων, . το δικαίωµα δίκαιης
δίκης και το δικαίωµα της ελευθερίας του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι. Η απόφαση
καταλόγισε ότι η αστυνοµία απέτυχε να λάβει µέτρα για την πρόληψη, ή τον περιορισµό
τουλάχιστον, βίαιων επεισοδείων κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων το 1995, που
υποκινήθηκαν από το δηµοτικό συµβούλιο και τους ιερείς. Κατά τη διάρκεια των
επεισοδείων µέλη του Ουράνιου Τόξου δέχθηκαν επίθεση όταν ανάρτησαν έξω από τα
κεντρικά γραφεία του κόµµατος επιγραφή γραµµένη και στα ελληνικά και στη
«σλαβοµακεδονική» διάλεκτο. Το ECHR απεφάνθη επίσης ότι τα εφτά χρόνια και ένας
µήνας που χρειάστηκαν οι αρχές για τη διερεύνηση της υπόθεσης ήταν υπερβολικά και
παράλογα µεγάλο χρονικό διάστηµα.
Οι Ρόµα συνέχισαν να αντιµετωπίζουν µεγάλες διακρίσεις από την κυβέρνηση και από
την κοινωνία. Τον Απρίλιο του 2004, το Ευρωπαϊκό Κέντρο ∆ικαιωµάτων των Ρόµα
(ERRC) δηµοσίευσε έκθεση σύµφωνα µε την οποία οι Ρόµα υπόκεινται συστηµατικά σε
κακοποίηση από τις αστυνοµικές αρχές, και κακοµεταχείριση όταν τελούν υπό κράτηση,
οτι υφίστανται επίσης συχνές αστυνοµικές επιχειρήσεις και έρευνες στις γειτονιές τους
για τον εντοπισµό υπόπτων εγκληµατικών ενεργειών, ναρκωτικών και όπλων, καθώς και
διακρίσεις στην εκπαίδευση. Έκθεση του 2004 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά του
Ρατσισµού και της Μισαλλοδοξίας τόνισε µε ανησυχία ότι η κατάσταση των Ρόµα
παρέµεινε κρίσιµη και ότι οι Ρόµα συνέχισαν να αντιµετωπίζουν διακρίσεις και
δυσκολία όσον αφορά στην κατοικία, την εργασία, την παιδεία και την πρόσβαση στις
δηµόσιες υπηρεσίες.
Τον Ιούνιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα Κοινωνικά ∆ικαιώµατα έκρινε ότι η
κυβερνητική πολιτική σχετικά µε την κατοικία και διαµονή των Ρόµα παραβιάζει την
Ευρωπαϊκή Κοινωνική Χάρτα. Η Επιτροπή έκρινε ανεπαρκή τον αριθµό κατοικιών για
την κάλυψη των αναγκών των µη-περιπλανώµενων Ρόµα, ανεπαρκή τον αριθµό σηµείων
για στάθµευση για περιπλανώµενους Ρόµα, και συστηµατική την έξωση των Ρόµα από
διάφορες περιοχές και τόπους διαµονής.. Η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι η κυβέρνηση
απέτυχε να λάβει επαρκή µέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των Ρόµα,
δεν έλαβε µέτρα για τον περιορισµό ή την επιβολή ποινών σε δήµους οι οποίοι αµέλησαν
να επιλέξουν κατάλληλες περιοχές ή δεν να παρέχουν κατάλληλες υποδοµές για
καταυλισµούς περιπλανώµενων Ρόµα. Τον Ιούνιο η ∆ιεθνής Οµοσπονδία των
Συµφωνιών του Ελσίνκι έκρινε ότι σχεδόν οι µισοί Ρόµα ζουν αποµονωµένοι από µη-
Ρόµα πληθυσµούς σε εξαιρετικά υποβαθµισµένες συνθήκες κατοικίας.
Τον Οκτώβριο τη ∆ιεθνής Αµνηστία δηµοσίευσε έκθεση που ασκούσε κριτική στην
κυβέρνηση ανάµεσα σε άλλα για την µεταχείριση των Ρόµα, τονίζοντας τις φυλετικές
διακρίσεις, το γεγονός ότι συχνά κατεδαφίζονται σπίτια Αλβανών Ρόµα, και την
αποτυχία στη διεξαγωγή ερευνών σχετικά µε επιθέσεις κατά Ρόµα στον Ριγανόκαµπο.
Η νοµοθεσία απαγορεύει τη δηµιουργία καταυλισµών «περιφερόµενων νοµάδων» οι
χωρίς άδεια, και επιβάλλει στους Ρόµα να δηµιουργήσουν καταυλισµούς «εκτός
κατοικηµένων περιοχών» και µακριά από ζώνες µόνιµων κατοικιών. Υπάρχουν 70
περίπου καταυλισµοί Ρόµα στη χώρα. Εγχώριες και διεθνείς ΜΚΟ κατήγγειλαν ότι ο
αυτός ο βίαια επιβαλλόµενος διαχωριµός παραβιάζει τις υποχρεώσεις της χώρας που
προβλέπονται από τη ∆ιεθνή Συνθήκη για την Κατάργηση Κάθε Μορφής Φυλετικής
∆ιάκρισης.
Αναφέρθηκαν συχνές έφοδοι της αστυνοµίας σε καταυλισµούς Ρόµα και σκληρή
µεταχείριση των Ρόµα από την αστυνοµία. Οι οικογένειες Ρόµα που είχαν ζήσει για
δεκαετίες σε καταυλισµούς κοντά σε Ολυµπιακές εγκαταστάσεις εκδιώχθηκαν και
αφέθηκαν να βρουν µόνες τους εναλλακτική στέγη. Οι τοπικοί δήµοι, σύµφωνα µε
πληροφορίες, αθέτησαν τη δέσµευσή τους να παράσχουν στις οικογένειες άλλες
κατοικίες µε επιχορηγούµενο ενοίκιο. Το 2004 η ∆ιεθνής Αµνηστία και η Επιτροπή των
Ηνωµένων Εθνών Κατά των Βασανιστηρίων εξέφρασαν ανησυχία για περιπτώσεις
κακοµεταχείρισης των Ρόµα από δηµόσιους λειτουργούς σε καταστάσεις αναγκαστικής
έξωσης ή επανεγκατάστασης σε άλλο µέρος.
Μετά από την επίσκεψή του το Νοέµβριο, ο ειδικός ερευνητής του ΟΗΕ αποκάλεσε
απαράδεκτες τις συνθήκες κατοικίας και υγιεινής στον καταυλισµό Ρόµα που
επισκέφθηκε, τονίζοντας ότι «η πρόσβαση στην υγεία και την παιδεία είναι περιορισµένη
ή ανεπαρκής, και ότι τα υπάρχοντα κοινωνικά προγράµµατα δεν παρέχουν βοήθεια στην
κοινότητα». Συνέστησε στο κράτος να λάβει συγκεκριµένα µέτρα για τη δηµιουργία και
βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στις κοινότητες των Ρόµα προκειµένου να δοθούν
στα παιδιά Ρόµα εναλλακτικές λύσεις επιβίωσης γι’αυτά και τις οικογένειεές τους από
την εργασία στο δρόµο και την πορνεία.
Τοπικές αρχές συνέχισαν να παρενοχλούν και να απειλούν µε έξωση τους Ρόµα από τους
καταυλισµούς τους ή άλλες κατοικίες. Τον Φεβρουάριο κατεδαφίστηκε κατοικία Ρόµα
στην Αγία Παρασκευή, στην Αθήνα, και δύο άλλες οικογένειες έλαβαν ειδοποίηση
έξωσης. Η κοινότητα είχε λάβει διαβεβαιώσεις για επανεγκατάσταση στο γειτονικό
δήµο των Σπάτων το 2002, αλλά λόγω αντίστασης από τις αρχές των Σπάτων και µη
παροχής κατοικιών εκεί, οι οικογένειες Ρόµα συνέχισαν να ζουν στην Αγία Παρασκευή
σε εξαιρετικά υποβαθµισµένες συνθήκες.
Τον Ιούνιο οχτώ τοπικές και διεθνείς ΜΚΟ, περιλαµβανοµένου του ERRC, έκαναν
επίσηµη έκκληση στην κυβέρνηση όταν Ρόµα από καταυλισµό στον Ριγανόκαµπο έξω
από την Πάτρα έλαβαν απειλές ότι θα εκδιωχθούν. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο ∆ικαιωµάτων
των Ρόµα και το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συµφωνιών του Ελσίνκι άσκησαν
κριτική για την κατεδάφιση των σπιτιών 11 οικογενειών Ρόµα τον Ιούνιο στο
Ριγανόκαµπο και για την αποτυχία των ελληνικών αρχών να διερευνήσουν τις
εµπρηστικές επιθέσεις εων κατά της κοινότητας τον Μάιο.
Εννέα τοπικές και διεθνείς ΜΚΟ, περιλαµβανοµένου του ERRC, έκαναν έκκληση στη
δήµαρχο Αθηναίων τον Ιούλιο σχετικά µε την ανακοίνωση της έξωσης χωρίς πρόβλεψη
επανεγκατάστασης περίπου 70 οικογενειών Αλβανών Ρόµα από άθλιες εγκαταστάσεις σε
κοινότητες γύρω από την περιοχή του Βοτανικού στην Αθήνα, προκειµένου να χτιστεί
γήπεδο ποδοσφαίρου. Μέχρι το τέλος του έτους τα σχέδια για την έξωση παρέµεναν σε
ισχύ, αλλά δεν είχε γίνει καµιά ενέργεια.
Οι Ρόµα συχνά αντιµετωπίζουν κοινωνικές διακρίσεις στους τοµείς εργασίας και
στέγασης, ειδικά όταν επιχειρούν να ενοικιάσουν χώρους κατοικίας. Το ποσοσοστό των
αναλφάβητων µεταξύ των Ρόµα εκτιµάται περίπου στο 80%. Το επίπεδο φτώχειας, ο
αναλφαβητισµός και η κοινωνική προκατάληψη ήταν εξαιρετικά έντονα στους
µετανάστες Ρόµα ή σε όσους ζουν σε ηµι-µόνιµους καταυλισµούς. Οι περισσότεροι
καταυλισµοί Ρόµα δεν διαθέτουν τρεχούµενο νερό, ηλεκτρικό ρεύµα, συστήµατα
αποκοµιδής απορριµµάτων, ή αποχευτικές εγκαταστάσεις. 400 περίπου οικογένειες στον
Τύρναβο της Θεσσαλίας διέµεναν σε σκηνές επειδή οι αρχές αρνήθηκαν να
συµπεριλάβουν την περιοχή στο σχέδιο πόλης. Ο δήµος Ραχούλα στη Λάρισα έκανε
ενέργειες για να καθυστερήσει την µόνιµη εγκατάσταση Ρόµα στην περιοχή σε
ιδιοκτησία που ανήκει σε Ρόµα.
Εκπρόσωποι των Ρόµα ανέφεραν ότι υπήρξαν περιπτώσεις όπου τοπικές αρχές
αρνήθηκαν να εγγράψουν Ρόµα στα δηµοτολόγιά τους ή ότι οι Ρόµα δεν πληρούσαν τα
κριτήρια εγγραφής. Εάν κάποιος δεν είναι εγγεγραµµένος σε αρχεία ∆ηµοτικής αρχής,
δεν έχει το δικαίωµα να ψηφίσει ή να ασκήσει νόµιµα δικαιώµατα όπως να καταβάλει
εισφορές σε ασφαλιστικούς οργανισµούς ή να αποκτήσει άδεια για τέλεση νόµιµου
γάµου, εµπορική πράξη, ή δίπλωµα οδήγησης. Υπολογίζεται ότι 90% των Ρόµα δεν
καλύπτονται από το δηµόσιο σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης επειδή δεν ήταν σε θέση
να καταβάλουν τις απαιτούµενες εισφορές. Οι άποροι Ρόµα δικαιούντο δωρεάν
ιατροφαρµακευτική περίθαλψη όπως όλοι οι πολίτες. Όµως η πρόσβασή τους στις
υγειονοµικές υπηρεσίες ενίοτε δυσχεραίνεται από την απόσταση ανάµεσα σ’ αυτές και
τους καταυλισµούς τους.
Η κυβέρνηση θεωρεί τους Ρόµα «κοινωνικά αποκλεισµένη» ή «ευαίσθητη» οµάδα και
όχι «µειονότητα». Ως αποτέλεσµα, η κυβερνητική πολιτική είναι να ενθαρρύνει την
ενσωµάτωσή τους. Το Υπουργείο Παιδείας έχει δώσει οδηγίες στους διευθυντές των
σχολείων να προωθήσουν την ενσωµάτωση.
Το Υπουργείο Εσωτερικών ηγείται µιας διυπουργικής επιτροπής που συντονίζει
προγράµµατα για τους 85.000 - 120.000 Ρόµα, οι οποίοι σύµφωνα µε την κυβέρνηση
κατοικούν στη χώρα (ανεπίσηµοι υπολογισµοί ανεβάζουν τον αριθµό τους σε 250.000 -
350.000). Μέχρι τον Σεπτέµβριο του 2004, µόνο 30 πόλεις είχαν απαντήσει στη
πρόσκληση του Υπουργείου Εσωτερικών το 2003 σε 75 πόλεις µε πληθυσµό Ρόµα να
υποδείξουν χώρους στους οποίους θα µπορούσαν να ανεγερθούν κατοικίες για τους
Ρόµα. Το πρόγραµµα πρόεβλεπε µεταξύ άλλων χαµηλότοκα δάνεια για τους Ρόµα, τα
οποία είχαν διαφορετικό βαθµό επιτυχίας σε διαφορετικές περιοχές της χώρας.
Το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας και το Υπουργείο Εξωτερικών συνέχισε να
εργάζεται πάνω σε προγράµµατα που αφορούν χρόνια προβλήµατα της κοινότητας των
Ρόµα. Στα προγράµµατα αυτά περιλαµβάνονταν σεµινάρια για δηµοσίους υπαλλήλους,
αστυνοµικούς και καθηγητές µε σκοπό την ένδειξη µεγαλύτερης ευαισθησίας στα
προβλήµατα των Ρόµα, την προώθηση εκπαιδευτικού υλικού για τα παιδιά των Ρόµα, τη
δηµιουργία κέντρων νεότητας σε περιοχές που βρίσκονται κοντά σε κοινότητες των
Ρόµα, και την αποστολή κινητών ιατρικών µονάδων και κοινωνικών λειτουργών για τις
ανάγκες των περιπλανόµενων Ρόµα. Παρά ταύτα, εκπρόσωποι της κοινότητας των Ρόµα
ανέφεραν ότι τα προγράµµατα αυτά είτε δεν φτάνουν πάντα τις κοινότητές τους είτε είναι
περιορισµένης αποτελεσµατικότητας.
Άλλες Κοινωνικές ∆ιακρίσεις
Η ΜΚΟ Οµοφυλοφιλική Κοινότητα Ελλάδος (ΟΚΕ) ισχυρίστηκε ότι η αστυνοµία συχνά
κακοποιεί και παρενοχλεί οµοφυλόφιλους και τραβεστί, και τους υποβάλλει σε
αυθαίρετους ελέγχους ταυτότητας και σε σωµατικές έρευνες σε δηµόσιους χώρους.
Τον ∆εκέµβριο του 2004, το Ελληνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συµβούλιο (ΕΣΡ), ρυθµιστικός
φορέας για ραδιοτηλεοπτικές εκποµπές, επέβαλε πρόστιµο σε ραδιοφωνικό σταθµό για
προσβλητικές εκφράσεις που χρησιµοποιήθηκαν σε ραδιοφωνική εκποµπή που
παρουσίαζε µια λεσβία, και ο σταθµός στη συνέχεια διέκοψε την εκποµπή. Η
Οµοφυλοφιλική και Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδος (ΟΛΚΕ) και η ΟΚΕ καταδίκασαν την
απόφαση του ΕΣΡ ως οµοφοβική και υπέβαλαν καταγγελίες στην κυβέρνηση για την
απόφαση αυτή την οποία περιέγραψαν ως συνιστούσα διάκριση εναντίον τους. Η
κυβέρνηση δεν προέβη σε καµία ενέργεια σχετικά µε τις καταγγελίες αυτές.
ΤΟΜΕΑΣ 6 ∆ικαιώµατα των Εργαζοµένων
α. Το ∆ικαίωµα του Συνεταιρίζεσθαι
Η νοµοθεσία προβλέπει ότι όλοι οι εργαζόµενοι, µε εξαίρεση τους στρατιωτικούς, έχουν
το δικαίωµα να ιδρύουν ή να γίνονται µέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων της επιλογής
τους, και οι εργαζόµενοι άσκησαν αυτό το δικαίωµα. Περίπου 26% των εργαζοµένων
(εκτός των αγροτών) είναι οργανωµένοι σε συνδικαλιστικές οργανώσεις. Οι
συνδικαλιστικές οργανώσεις λαµβάνουν οικονοµική ενίσχυση κυρίως από την Εργατική
Εστία, οργανισµό του Υπουργείου Εργασίας, η οποία διανέµει τις υποχρεωτικές
συνεισφορές των εργαζοµένων και των εργοδοτών. Εργάτες, εργοδότες και το κράτος
εκπροσωπούνται µε ίσο αριθµό µελών στο διοικητικό συµβούλιο της Εργατικής Εστίας.
Η νοµοθεσία απαγορεύει τις διακρίσεις εργοδοτών κατά των συνδικάτων, και δεν
υπήρξαν παράπονα για τέτοιες διακρίσεις κατά τη διάρκεια του έτους.
β. ∆ικαίωµα του Συνέρχεσθαι και της Συλλογικής ∆ιαπραγµάτευσης
Η νοµοθεσία επιτρέπει στις συνδικαλιστικές οργανώσεις να ασκούν τις δραστηριότητές
τους χωρίς έλεγχο από κρατικές αρχές και η κυβέρνηση προστάτευσε αυτό το δικαίωµα
στην πράξη. Η νοµοθεσία προβλέπει το δικαίωµα συλλογικών διαπραγµατεύσεων στον
ιδιωτικό τοµέα και τις δηµόσιες επιχειρήσεις, και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις
άσκησαν ελεύθερα αυτό το δικαίωµα. Όλοι οι εργαζόµενοι καλύπτονται από τις
συλλογικές συµβάσεις ανεξάρτητα από το αν είναι µέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Η νοµοθεσία προβλέπει το δικαίωµα της απεργίας, και οι εργαζόµενοι στον ιδιωτικό
τοµέα και σε δηµόσιες εταιρείες άσκησαν αυτό το δικαίωµά τους στην πράξη. Οι
δηµόσιοι υπάλληλοι έχουν το δικαίωµα να ιδρύουν σωµατεία, να διεξάγουν συλλογικές
διαπραγµατεύσεις µε το Υπουργείο Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και
Αποκέντρωσης, και να απεργούν. Η αστυνοµία έχει το δικαίωµα να οργανώνεται και να
διαδηλώνει, αλλά όχι να απεργεί.
Υπάρχουν µερικοί νοµικοί περιορισµοί στο δικαίωµα της απεργίας, οι οποίοι
περιλαµβάνουν υποχρεωτική περίοδο αναγγελίας απεργίας, που είναι τέσσερις µέρες για
τους οργανισµούς κοινής ωφέλειας και 24 ώρες για τον ιδιωτικό τοµέα. Ο νόµος ορίζει
προσωπικό ασφαλείας για απεργίες που επηρεάζουν την παροχή υπηρεσιών στο κοινό.
Τα δικαστήρια έχουν τη δικαιοδοσία να κηρύσσουν τις απεργίες παράνοµες, αν και
παρόµοιες αποφάσεις σπάνια εφαρµόσθηκαν. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις
παραπονέθηκαν δηλώνοντας ότι αυτή η δικαστική εξουσία λειτουργεί αποτρεπτικά για
τη συµµετοχή µελών τους στις απεργίες. Στη διάρκεια του έτους, τα δικαστήρια κήρυξαν
κάποιες απεργίες παράνοµες, για λόγους σχετιζόµενους µε αµέλεια των συνδικαλιστικών
οργανώσεων να ανακοινώσουν έγκαιρα την κήρυξη απεργίας ή λόγω της προσθήκης
νέων αιτηµάτων κατά τη διάρκεια της απεργίας. Κανένας, ωστόσο, απεργός δεν
διώχθηκε ποινικά κατά τη διάρκεια του χρόνου.
∆εν υπάρχουν ειδικοί νόµοι ή εξαιρέσεις από την εργατική νοµοθεσία στις τρεις
ελεύθερες ζώνες εµπορίου της χώρας.
γ. Απαγόρευση Αναγκαστικής Εργασίας και Εργασίας σε Καθεστώς ∆ουλείας
Η νοµοθεσία απαγορεύει κάθε αναγκαστική εργασία ή εργασία σε καθεστώς δουλείας.
Παρ’ όλα αυτά υπήρξαν αναφορές για σχετικές πρακτικές (βλ. Τοµέα 5).
δ. Απαγόρευση Εργασίας Ανηλίκων και Ελάχιστο Όριο Ηλικίας Παιδικής Εργασίας
Η κυβέρνηση εφάρµοσε αποτελεσµατικά νόµους και ρυθµίσεις για την προστασία των
παιδιών από την εκµετάλλευση στον εργασιακό χώρο. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν
προστάτευσε επαρκώς παιδιά που ήταν αντικείµενο εκµετάλλευσης σε µη-
παραδοσιακούς εργασιακούς χώρους, όπως η επαιτεία στους δρόµους.
Το κατώτατο όριο ηλικίας για την απασχόληση στον βιοµηχανικό τοµέα είναι τα 15
χρόνια, µε υψηλότερα όρια για ορισµένες δραστηριότητες. Η κατώτατη ηλικία είναι τα
12 χρόνια για τις οικογενειακές επιχειρήσεις, το θέατρο, και τον κινηµατογράφο. Αυτά
τα όρια ηλικίας εφαρµόσθηκαν µε αιφνιδιαστικούς ελέγχους της επιθεώρησης εργασίας
και γενικά τηρήθηκαν. Όµως, οικογένειες µε ενασχόληση την γεωργία, την εστίαση, και
άλλες εµπορικές δραστηριότητες απασχολούσαν συχνά νεώτερα µέλη της οικογένειας,
τουλάχιστον µερικώς.
Η παιδική εργασία ήταν πρόβληµα, παρά το γεγονός ότι διεθνείς και εγχώριοι
παρατηρητές αποδέχονται ότι ο αριθµός εργαζόµενων παιδιών έχει µειωθεί τα τελευταία
χρόνια. Αρκετά παιδιά επαιτούσαν ή προσπαθούσαν να πουλήσουν σε περαστικούς
µικροαντικείµενα, όπως χαρτοµάντηλα, στους δρόµους. Η κυβέρνηση και οι ΜΚΟ
ανέφεραν ότι η πλειοψηφία των ζητιάνων ήταν Ρόµα Ελληνες ή Αλβανοί.
Υπήρξαν αναφορές ότι παιδιά από την Αλβανία υπήρξαν αντικείµενο παράνοµης
εµπορίας και εξαναγκάστηκαν να ζητιανεύουν. Όµως ΜΚΟ κατά της εµπορίας παιδιών
δήλωσαν ότι µειώθηκε ο αριθµός των παιδιών αυτών, καθώς περισσότεροι Αλβανοί
γονείς εισήλθαν στη χώρα οι ίδιοι µαζί µε τα παιδιά τους (βλ. Τοµέα 5). Μερικοί γονείς
εξανάγκασαν τα παιδιά τους να επαιτούν για χρήµατα ή για τρόφιµα.
Η κυβέρνηση παρείχε οικονοµική στήριξη σε ΜΚΟ όπως ο Σύλλογος για την Κοινωνική
Στήριξη των Νέων (ΑΡΣΙΣ), η οποία εργάστηκε για την πρόληψη της διακίνησης και της
εκµετάλλευσης παιδιών, και οργάνωσε δραστηριότητες ενηµέρωσης για την
αντιµετώπιση της παιδικής εργασίας στους δρόµους. Η ΑΡΣΙΣ είχε στενή συνεργασία µε
ΜΚΟ στην Αλβανία και κατά τη διάρκεια του έτους άνοιξε περιφερειακό γραφείο και
στην Αλβανία.
Η κυβέρνηση στήριξε δραστηριότητες πρόληψης σε χώρες προέλευσης µέσω
οικονοµικής βοήθειας που παρείχε το Υπουργείο Εξωτερικών.
ε. Αποδεκτοί όροι εργασίας
Η Γενική Συνοµοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ) και οι σύνδεσµοι εργοδοτών
καθορίζουν ένα κατώτατο βασικό µισθό σε εθνικό επίπεδο µέσω συλλογικών
διαπραγµατεύσεων. Το Υπουργείο Εργασίας επικυρώνει χωρίς διαδικασίες αυτόν τον
κατώτατο µισθό, ο οποίος έχει την ισχύ νόµου και ισχύει για όλους τους εργαζόµενους.
Το κατώτατο βασικό ηµεροµίσθιο είναι περίπου $35 (€29) και ο κατώτατος µηνιαίος
µισθός $779 (€ 649), ποσό ικανοποιητικό για ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για έναν
εργαζόµενο και την οικογένειά του.
Το ανώτερο όριο ωρών εργασίας είναι 40 ώρες για τον ιδιωτικό τοµέα και 37,5 ώρες για
το δηµόσιο τοµέα. Ο νόµος προβλέπει τουλάχιστον ένα 24ωρο ανάπαυσης την
εβδοµάδα, επιβάλλει υποχρεωτική άδεια µετ’αποδοχών ενός µηνός ετησίως, και θέτει
όρια στις υπερωρίες.
Η νοµοθεσία προβλέπει τα κατώτατα επιτρεπτά όρια υγιεινής και ασφάλειας της
εργασίας. Η ΓΣΕΕ χαρακτήρισε τους νόµους υγιεινής και ασφάλειας εργασίας
ικανοποιητικούς, αλλά δήλωσε ότι η επίβλεψη της εφαρµογής τους από την επιθεώρηση
εργασίας ήταν ανεπαρκής. Οι εργαζόµενοι δεν έχουν το νοµικό δικαίωµα να
αποµακρυνθούν από καταστάσεις που θεωρούν ότι θέτουν σε κίνδυνο την υγεία τους,
έχουν όµως το δικαίωµα να υποβάλουν εµπιστευτικό σηµείωµα παραπόνων στην
επιθεώρηση εργασίας. Οι επιθεωρητές εργασίας έχουν το δικαίωµα να διατάξουν την
αναστολή λειτουργίας µηχανηµάτων ή µιας διαδικασίας έως πέντε ηµέρες εάν
διαπιστώσουν κατά την εκτίµησή τους ότι κίνδυνοι ασφαλείας και υγιεινής συνιστούν
άµεση απειλή για τη ζωή των εργαζοµένων.
Οι ξένοι εργάτες προστατεύονται από τον νόµο, αλλά ουσιαστικά τα ηµεροµίσθιά τους
ήταν χαµηλότερα και επίσης εργάζονταν περισσότερες ώρες από ότι οι Έλληνες πολίτες.
Επισήµως, οι µισθοί πρέπει να είναι ίσοι για ντόπιους και ξένους εργάτες, αλλά στην
πράξη υπήρξαν ορισµένες αναφορές σχετικά µε ξένους εργάτες χωρίς άδειες παραµονής
οι οποίοι έπεσαν θύµατα εκµετάλλευσης από τους εργοδότες τους, παίρνοντας χαµηλούς
µισθούς χωρίς ασφαλιστική κάλυψη. Πολλοί εργοδότες δεν κατέβαλλαν ασφαλιστικές
εισφορές για τους παράνοµους ξένους εργάτες, καθιστώντας έτσι αδύνατη τη
νοµιµοποίησή τους.

Related Posts :



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου