Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

Η τονικότητα της φωνής και οι πολιτικοί

-->
Εκλογές έρχονται, ας το έχουμε υπόψη μας. Ο τόνος της φωνής ενός πολιτικού μπορεί να αυξήσει τη δημοτικότητά του στο εκλογικό σώμα ή, αντίθετα, να τη μειώσει. Μια νέα καναδική επιστημονική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ψηφοφόροι προτιμούν συστηματικά πολιτικούς που έχουν φωνή με χαμηλό τόνο και βαθιά χροιά, επειδή αυτή τους προσδίδει περισσότερη αξιοπιστία και μεταδίδει μεγαλύτερο αίσθημα εμπιστοσύνης και εξουσίας.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχολογίας Ντέιβιντ Φάινμπεργκ του Πανεπιστημίου ΜακΜάστερ του Οντάριο, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό για θέματα εξέλιξης και ανθρώπινης συμπεριφοράς «Evolution and Human Behavior», σύμφωνα με το BBC, έβαλαν 125 εθελοντές να ακούσουν και να αξιολογήσουν μια σειρά από ηχογραφημένα αποσπάσματα ομιλιών Αμερικανών προέδρων, στα οποία είχε, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή, αλλοιωθεί η φωνή του κάθε πολιτικού, ώστε σε μερικές περιπτώσεις να έχει χαμηλό και βαθύ τόνο και σε άλλες υψηλό και οξύ. Η έρευνα έδειξε ότι οι άνθρωποι έδειξαν μεγάλη προτίμηση στις χαμηλού τόνου φωνές και όχι στις οξείες. Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι οι υποψήφιοι με χαμηλότερο τόνο φωνής έχουν κερδίσει όλες τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ μεταξύ των ετών 1960- 2000, ενώ άλλες έρευνες έχουν συμπεράνει ότι τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες βρίσκουν τις πιο χαμηλές και βαθιές φωνές πιο ελκυστικές και γοητευτικές. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η προτίμηση σε αυτές τις φωνές, που γίνονται αντιληπτές ως πιο κυριαρχικές και ηγετικές, έχει βαθιές εξελικτικές ρίζες. Ορισμένοι πολιτικοί, όπως η Μάργκαρετ Θάτσερ, έφθασαν στο σημείο να έχουν ειδικό δάσκαλο για να εξασκηθούν κατάλληλα, ώστε να χαμηλώνουν τον τόνο της φωνής τους. Οι Καναδοί ερευνητές ζήτησαν από τους εθελοντές να βαθμολογήσουν τους πολιτικούς, με βάση τη φωνή τους, όσον αφορά την ελκυστικότητα, τις ηγετικές ικανότητες, την τιμιότητα, την εξυπνάδα και την αίσθηση κυριαρχίας. Επίσης, ζήτησαν από τους εθελοντές να αποφασίσουν ποια φωνή θα ψήφιζαν, είτε σε καιρό ειρήνης, είτε πολέμου. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι μελλοντικοί ψηφοφόροι προτίμησαν τους πολιτικούς με τις χαμηλότερου τόνου και πιο βαθιές φωνές. Οι ερευνητές διευκρίνισαν ότι προφανώς ο τόνος και η χροιά της φωνής δεν είναι οι μόνοι παράγοντες που επηρεάζουν έναν ψηφοφόρο, όμως αποδεικνύεται ότι παίζουν τον δικό τους ρόλο κατά τη λήψη της απόφασης ψήφου. Οι λιγότερο οξείες φωνές μεταφέρουν μια υπόγεια αύρα εξουσίας, κάνοντας αυτούς τους πολιτικούς να μεταφέρουν στο υποσυνείδητο των πολιτών την εντύπωση ότι είναι καλύτεροι ηγέτες, σύμφωνα με τη Βρετανίδα ψυχολόγο Σου Λαβγκρόουβ, ενώ αντίθετα, όπως είπε, όσοι ανεβάζουν πολύ υψηλούς τόνους ακούγονται συναισθηματικοί και τελικά λιγότερο αξιόπιστοι. «Αν ο πολιτικός θέλει πραγματικά να περάσει το μήνυμά του, θα πρέπει στο τέλος της πρότασής του να κατεβάσει τον τόνο της φωνής του» τόνισε.
Ο Φρίντριχ Ένγκελς και η κατάσταση της εργατικής τάξης
Ήταν 28 Νοεμβρίου του 1820 όταν γεννήθηκε ο Φρειδερίκος Ένγκελς (Friedrich Engels), γιος Γερμανού βιομηχάνου. Σε ηλικία 24 ετών ο πατέρας του τον έστειλε στο Μάντσεστερ της Αγγλίας σε ένα εργαστήριο βάμβακος. Ο νεαρός Φρειδερίκος συγκλονίστηκε από τη φτώχεια της πόλης και ξεκίνησε τη συγγραφή μιας έκθεσης, η οποία δημοσιεύτηκε το 1844 ως «Η κατάσταση των εργατικών τάξεων στην Αγγλία». Λίγο αργότερα, στη Γαλλία, ο Ένγκελς συναντά τον Μαρξ και εφεξής συνδέονται με μια εγκάρδια φιλία. Συμμερίστηκε τις απόψεις του Μαρξ σχετικά με τον καπιταλισμό και είχε ιδιαίτερη ικανότητα στο να γράφει λόγους που επρόκειτο να απαγγελθούν στο ευρύ πλήθος. Ο Ένγκελς έπειτα ακολούθησε τον Μαρξ στο Βέλγιο, αφού οι πρωσικές αρχές πίεσαν τη Γαλλία να εξορίσουν τον δεύτερο. Το 1846 δημιούργησαν την «Κομμουνιστική επιτροπή ανταπόκρισης», με σκοπό να συνενώσουν τους σοσιαλιστές ηγέτες που ζούσαν σε διάφορα μέρη της Ευρώπης. Ο Ένγκελς αργότερα επέστρεψε στη Γερμανία για λόγους οικονομικούς και εργάστηκε στην επιχείρηση του πατέρα του. Έτσι εξασφάλισε εισόδημα και για τον Καρλ Μαρξ. Οι δυο φίλοι κράτησαν στενή επαφή για τα επόμενα δώδεκα χρόνια. Επικοινωνούσαν ταχυδρομικά κατά μέσο όρο με ένα γράμμα κάθε δυο μέρες. Από τα πλέον γνωστά έργα του είναι το «Αντι-Ντίρινγκ» και βέβαια (μαζί με τον Μαρξ) το «Κομμουνιστικό μανιφέστο». Μετά τον θάνατο του Μαρξ, τον Μάρτη του 1883, ο Ένγκελς αφιέρωσε τη ζωή του στην έκδοση και τη μετάφραση των έργων του Μαρξ μέχρι τον θάνατό του, το 1895. Φυσικό επόμενο των ριζοσπαστικών θέσεων που πρέσβευε είναι η δημιουργία αντίλογων και εξίσου ριζικών διαφωνιών που συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Παρ' όλα αυτά, είναι φανερή η συμβολή του στην ανανέωση και στη δημιουργία νεότερων φιλοσοφικών ιδεών που πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη.
Του Αδάμ Αδαμόπουλου

Related Posts :



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου